Από την πόλη όπου ακόμα και το χρώμα του ανέμου είναι καφέ

Πέρασαν περίπου τρεις μήνες από εκείνη την ημέρα του Σεπτέμβρη που ακόμα και το χρώμα του ανέμου έγινε καφέ. Τα πλημμυρικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν το απόγευμα της 18ης Σεπτέμβρη έπνιξαν όλο το νομό της Καρδίτσας, από τα καμποχώρια και την πρωτεύουσα μέχρι τα ορεινά χωριά της λίμνης Πλαστήρα και των Αγράφων. Χιλιάδες ανθρώπων έμειναν να παλεύουν μέχρι και σήμερα για τις υποσχεθείσες αποζημιώσεις και κυρίως για την εξασφάλιση της επιβίωσή τους.

Το νερό και η λάσπη κατέστρεψε σπίτια και σοδειές έτοιμες προς περισυλλογή, αχρήστευσε υποδομές, διέλυσε καταστήματα. Έπνιξε τρεις ανθρώπους, μία γυναίκα στο Μουζάκι η οποία παρασύρθηκε από τον ποταμό Πάμισσο, έναν κτηνοτρόφο λίγο έξω απ’ την Καρδίτσα όταν αυτός προσπαθούσε να σώσει τα ζώα του και έναν κάτοικο στην Καστανιά όταν το σπίτι του πλακώθηκε από το βουνό.

Άφησε κάποιες εκατοντάδες ανθρώπων στην Αργιθέα και στα Άγραφα αποκλεισμένους, σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και δύο εβδομάδες μετά, χωρίς ρεύμα ή οδική πρόσβαση. Άφησε τους καμπίσιους να προσπαθούν να ξαναστήσουν τα νοικοκυριά, να στεγνώσουν έπιπλα και σκεπάσματα. Εκεί στον κάμπο, τα κάποτε καλλιεργήσιμα χωράφια, σήμερα μοιάζουν με μία απέραντη πετρώδη έρημο απ’ τα φερτά υλικά. «Στα περισσότερα από τα χωράφια αυτά που πλημμύρισαν θα απαιτηθούν από 3 ως 5 χρόνια να καλλιεργηθούν ξανά, καθώς έχουν γεμίσει πέτρα και χαλίκια, ενώ έχει εξαφανιστεί το αργιλώδες χώμα, που είναι το γόνιμο έδαφος, ιδιαίτερα σε εκείνα που είναι επικλινή» δήλωνε τις επόμενες εβδομάδες σε τοπικό τηλεοπτικό σταθμό ο καθηγητής γεωπονικής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας Φ. Γέμτος.

Άφησε χιλιάδες ανθρώπους να παλεύουν για το βασικό εισόδημα, να προσπαθούν να ξεφύγουν από την ανεργία που ήδη κύκλωνε τον νομό. Το δεύτερο lockdown επέφερε ακόμη μεγαλύτερη ερήμωση στην πόλη, ακόμη μεγαλύτερη αβεβαιότητα για την επιβίωση.

Άφησε και έναν εκνευριστικό απόηχο πολιτικών χειρισμών. Με μία σύσκεψη των αρμοδίων την προηγουμένη της πλημμύρας που το μόνο που εξασφάλισε ήταν πηχαίους τίτλους περί αιτημότητας στον τοπικό τύπο. Με έναν δήμαρχο που ενώ η πόλη ήταν χωρίς ρεύμα ενημέρωνε μέσω facebook. Με την πρωθυπουργική επίσκεψη να προγραμματίζεται την «δεύτερη εργάσιμη ημέρα», όπως με θράσος δήλωνε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Και τις τοπικές εξουσίες όχι μόνο να μην ψελλίζουν μία «συγνώμη» αλλά να βγαίνουν στο προσκήνιο με έναν θρασύ τσαμπουκά.

Ποτάμια και αναχώματα

Στα νότια της πόλης ρέει ο Γαβράς και στα ανατολικά της η Καράμπαλη και ο Καλέντζης. Ο Γαβράς συναντάει την Καράμπαλη στα νοτιοανατολικά και αυτή με τη σειρά της τον Καλέντζη στα ανατολικά, πίσω από τον βιολογικό καθαρισμό. Ένα από τα σημεία όπου θα σπάσει το ανάχωμα του Γαβρά είναι η θέση «φαγάνα». Η αδυναμία του συγκεκριμένου σημείου είναι γνωστή εδώ και δεκαετίες σε όσους έχουν περάσει από δημοτικές ή νομαρχιακές θέσεις, γι’ αυτό και σε έντονα καιρικά φαινόμενα προηγούμενων χρόνων ήταν το πρώτο που ενισχύονταν με επιχωματώσεις. Ο Μανώλης Τσίπρας, έχοντας περάσει τα προηγούμενα χρόνια μεταξύ άλλων και από τη θέση του αντιπροέδρου της ΔΕΥΑΚ (την περίοδο 1998-2002, επί δημαρχίας Χρ. Τέγου) είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο συζητήσαμε για να μας εξηγήσει εμπειρικά δύο πράγματα παραπάνω. «Από το ‘94 και μετά που συμμετείχα στα κοινά της πόλης της Καρδίτσας πάντα υπήρχε το εξής σχέδιο: με το που παίρναμε δελτίο καιρού από το αρχηγείο τακτικής αεροπορίας (ΑΤΑ), μια – δυο, μερες νωρίτερα προετοιμαζόμασταν βάζοντας σε επιφυλακή μηχανήματα έργων που ειχε ο Δήμος και η Νομαρχία και ό,τι φορτηγό ιδιωτών μπορούσαμε να μισθώσουμε. Από την ώρα που εκδηλώνονταν τα φαινόμενα τα φορτηγά έφευγαν και ανέβαιναν στην “φαγάνα” με υλικά επιχωμάτωσης. Και τα μηχανήματα έργων. Αυτό είχε σκοπό να ενισχυθεί το χαμηλότερο σημείο του αναχώματος γιατί είναι εκείνο που θα έφερνε το νερό στην πόλη. Δεν υπήρχε άλλο σημείο με τέτοια επικινδυνότητα. Το ανάχωμα είναι χαμηλό για πολλούς λόγους, γιατί είναι μία στροφή εκεί, γιατί γίνονται παράνομες αμμοληψίες…». Τα ποτάμια αποτελούν πρόβλημα για την πόλη σε τέτοιες έκτακτες συνθήκες καθώς δεν υπάρχει ένα συνολικό σχέδιο διαχείρισής τους. «Αυτό που έκανε ο Δήμος και η Νομαρχία ήταν απλώς, όταν δημιουργούνται τέτοια προβλήματα, να παλεύει να τα εξομαλύνει, να μη δημιουργείται κίνδυνος για την πόλη και τους κατοίκους της, τη ζωή και την περιουσία τους. Το δεύτερο μέλημα που είχαν οι δημοτικές αρχές μέχρι το 2010 που ήμουν εγώ στο δημοτικό συμβούλιο, ήταν να παρακολουθούν τη στάθμη των νερών του ποταμού Γαβρά, που έρχεται πάνω από τα ορεινά. Σε συνδυασμό με το τί νερό έρχεται από τον Καράμπαλη, από πάνω. Αυτό για ποιον λόγο; Για να δουμε αν αυξάνεται ραγδαία, να υπάρξει ένα είδος παρέμβασης ώστε να ανακουφιστεί το ποτάμι χαμηλότερα. Να μην μπουν απότομα τεράστιοι όγκοι νερού μετά τη γέφυρα της Παπαράτζας όπου υπάρχει το χαμηλό ανάχωμα της “φαγάνας” που λέμε, και πιο κάτω γίνεται η σμίξη, η ένωση των δύο ποταμών. Αυτή η παρέμβαση ήταν μία μεθόδευση να φύγουν νερά από την κύρια κοίτη και να πάνε είτε νότια είτε βόρεια του αναχώματος, μέσα σε αρδευτικό κανάλι που υπάρχει εκεί, ακόμα και σε χωράφια όπου δεν υπάρχουν αγροικίες. Αυτό κάναμε και γι’ αυτό δεν πνίγηκε η Καρδίτσα μέχρι πρόσφατα».

Τα ερωτήματα για τα αρδευτικά κανάλια

Όλον αυτόν τον καιρό το ερώτημα γιατί δεν έσπασε ελεγχόμενα το ανάχωμα για να διοχετεύτουν τα νερά προς τα χωράφια και να μην πλημμυρίσει η Καρδίτσα συζητιέται ευρέως και έχει αποτελέσει αιτία έντονων προστριβών στη δημόσια ζωή της πόλης, ακόμα και σε συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου. Το παράδειγμα του 1994 αναφέρεται συχνά, με τον δήμαρχο Β. Τσιάκο να αρνείται ότι τότε είχε γίνει κάτι σχετικό («Το ανάχωμα από την πλευρά που λέτε είναι χαμηλό και αποτελεί ζώνη υπερχείλισης σε πλημμυρικές περιπτώσεις. Ούτε είχε πέσει το 1994 όπως λένε κάποιοι. Έσπασε το ανάχωμα μόνο του προς τα εκεί.», δηλώσεις στην ΕΡΤ Βόλου, 21/09/2020) και να προειδοποιεί ότι τα αντίθετα λεγόμενα χρήζουν εισαγγελικής παρέμβασης. Ο Μ. Τσίπρας βάζει μία επιπλέον παράμετρο πάνω στο ζήτημα του ελεγχόμενου σπασίματος του αναχώματος, αυτήν των αρδευτικών καναλιών. «Ήταν μία κατάσταση ανάγκης και το 1994, και το 1998 και το 2003 – 2004. Με μικρότερη ένταση αλλά μεγαλύτερη διάρκεια στις βροχοπτώσεις. Αυτή η κατάσταση ανάγκης οδηγούσε τους διοικούντες να σπάνε, μετά από πολύ σκέψη και μετά από συσκέψεις με όλους τους εμπλεκόμενους και αρμόδιους φορείς, το ποτάμι είτε βόρεια είτε νότια. Ή να το ρίξουν στο αρδευτικό κανάλι είτε στα χωράφια όπου δεν υπήρχαν αγροικίες ή άλλες βομηχανικές μονάδες. Αυτή η παρέμβαση να πέσει το νερό στα αρδευτικά κανάλια απαιτούσε να είναι ανοιχτές οι “πόρτες” σε αυτά τα κανάλια. Έτσι το νερό να οδηγείται προς τον Πηνειό. Τις “πόρτες” αυτές, από μία δική μου προσπάθεια που έγινε τις επόμενες ημέρες των γεγονότων, πολλές τις βρήκα κλειστές. Και θεωρώ ότι δεν άνοιξαν ποτέ γιατί τα χωράφια μετά τον Μέγα ποταμό ήταν ξερά, σε πολύ καλή κατάσταση, δεν είχε φτάσει ποτέ το νερό εκεί».

Τα σημάδια του βιολογικού καθαρισμού

Προτού φτάσει η συζήτηση στη διαχείριση των τόνων νερού που κατέβαζαν τα ποτάμια, υπάρχει ο βιολογικός καθαρισμός, οι μετρήσεις του οποίου θα έπρεπε ήδη από νωρίς το πρωί της Παρασκευής να χρησιμοποιηθούν (και αυτές) σαν εργαλείο προειδοποίησης, να υποψιάσουν και να κινητοποιήσουν τις σχετικές υπηρεσίες. «Ο βιολογικός καθαρισμός είναι ένας σταθμός που σου δίνει ακριβώς την εικόνα τί συμβαίνει με τα νερά. Γιατί εκεί υπάρχουν μηχανήματα μετρήσεων της ποιότητας και του είδους του νερού που μπαίνει. Τα στοιχεία απ’ ότι θυμάμαι λένε το εξής: σε έναν άνυδρο μήνα όπως είναι ο Σεπτέμβριος η εισροή νερού στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμμάτων είναι στα 280 – 300 κυβ. εκ. / ώρα. Το όριο αυτό έχει ξεπεραστεί από τις 4 μ.μ.. Στις 5 μ.μ. έχει φτάσει στα 800 περίπου κυβ. εκ.. Στις 7 μ.μ. το βράδυ έχει εκτιναχτεί στα 1700 κυβ. εκ. / ώρα. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ότι έχουν πληρωθεί ήδη οι αγωγοί των ομβρίων και μπαίνουν νερά στο σπασμένο δίκτυο των ακαθάρτων της πόλης για το οποίο υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια απαίτηση να ελεγχθεί και να προστατευτεί. Εκείνη την ώρα μπαίνουν νερά που δεν είναι λύματα ή όμβρια. Μπαίνει λάσπη. Την λάσπη την φέρνει το ποτάμι. Οι μετρήσεις αυτές μέσω της σύνδεσης scada φαίνονται και στην κεντρική διοίκηση της ΔΕΥΑΚ. Αυτό θα έπρεπε να σημάνει καμπανάκι, αν δεν είχαν ήδη σημάνει όλα τα προηγούμενα που έρχονταν από την Πολιτική Προστασία ή απ’ τα δελτία καιρού. Θα έπρεπε να κινητοποιήσει τους πάντες έστω και εκείνη την ώρα. Στις 7 μ.μ. είχε αρχίσει ήδη ο απεγκλωβισμός του οικισμού της Μαύρικα. Γιατί έρχονταν από τον Καλέτζη μεγάλες ποσότητες νερού. Τί θα συνέβαινε όταν θα έρχονταν και τα νερά του Γαβρά; Γιατί όταν μπαίνει σε ένα γεμάτο ποτάμι μία καινούργια ποσότητα νερού αυτό είναι λογικό να δημιουργήσει από το σταμάτημα των νερών μεγάλο πρόβλημα και στο προηγούμενο κομμάτι. Έπρεπε να υπάρξει κινητοποίηση έστω και εκείνη την ώρα».

Άμα έχεις τύχη διάβαινε (και μίλα και πολύ)

Το lockdown στο οποίο βρισκόταν η Καρδίτσα το βράδυ εκείνης της Παρασκευής του Σεπτέμβρη λειτούργησε λυτρωτικά για να μην κινδυνεύσει περισσότερος κόσμος. Όταν από το μπαλκόνι σου άκουγες το υπόκωφο βουητό του ποταμού που έμπαινε μέσα στην πόλη, δεν ήθελες και πολύ για να σκεφτείς τί θα μπορούσε να συμβεί εάν στους δρόμους βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή κάποιες εκατοντάδες πιτσιρικάδες και πιτσιρίκες για την βραδινή τους Παρασκευιάτικη διασκέδαση. Για τον πανικό που θα επικρατούσε μπροστά σε μία απρόσμενη κατάσταση και με άγνοια διαχείρισής της.

Σε τούτα εδώ τα μέρη οι τοπικές εξουσίες λένε ότι η πλημμύρα τη νύχτα της 18ης Σεπτέμβρη οφείλεται στην «βροχή της χιλιετίας», ένα φαινόμενο το οποίο μπορούμε να το κοιτάμε με δέος και να το αντιμετωπίσουμε μόνο με υπερφυσικές δυνάμεις. Ένας αφηρημένος λόγος περί κλιματικής αλλαγής χρησιμοποιείται για να ξεπλύνει πολιτικές ευθύνες. Ο δήμαρχος Β. Τσιάκος στην πρώτη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου μετά τα γεγονότα φρόντισε να αποποιηθεί οποιαδήποτε ευθύνη με μία απολυτότητα («Φέρουμε ευθύνες για αυτό που συνέβη; Προσωπικά θεωρώ ότι δεν έχω απολύτως καμία ευθύνη», τοποθέτηση στο δημοτικό συμβούλιο, 02/10/2020) που σίγουρα δεν άρμοζε σε μία χρονική συγκυρία όπου οι άνθρωποι στον κάμπο ξελάσπωναν ακόμα και στα ορεινά δεν είχαν καταφέρει να έχουν ρεύμα ή πρόσβαση στα σπίτια τους. Δεν εκπλήσσει η επιλογή της αποποίησης των ευθυνών, είναι μία πάγια τακτική των ανθρώπων της εξουσίας. Αυτό που εξοργίζει είναι ο τρόπος που έγινε, η λογική του βοναπαρτισμού που δεν αναγνωρίζει καν την ανάγκη μίας τυπικής συγνώμης.

Οι μετεωρολογικές προβλέψεις που υπήρχαν

Το Αστεροσκοπείο Αθηνών και η υπηρεσία του meteo σε ανακοίνωσή της υποστηρίζει ότι «τα πολύ μεγάλα ύψη βροχής στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα επίσης είχαν προβλεφθεί με πολύ καλή ακρίβεια και είχαν κοινοποιηθεί μέσω των ανακοινώσεών μας εγκαίρως. Σημειώνουμε ότι παρόλο που η πρόγνωση του ύψους βροχής από τα μετεωρολογικά μοντέλα εμπεριέχει ακόμα πολλά σφάλματα και αστοχίες, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα προβλεπόμενα ύψη βροχής στην Κεντρική Ελλάδα ήταν πολύ κοντά σε αυτά που παρατηρήθηκαν» (Επτά ερωτήματα με αφορμή τον Μεσογειακό Κυκλώνα Ιανό, άρθρο των Κ. Λαγουβάρδου, B. Κοτρώνη, Σ. Ντάφη, 20/10/2020). Επιπρόσθετα από τις αρχές εκείνης της εβδομάδας διαφορετικά αριθμητικά μοντέλα πρόγνωσης του καιρού κατέγραφαν σοβαρές ενδείξεις για ισχυρές βροχοπτώσεις στα ορεινά του νομού, ενδείξεις οι οποίες γίνονταν όλο και πιο συγκεκριμένες όσο πλησιάζαμε προς το μέσο της εβδομάδας (Της (κακής) Πολιτικής Προστασίας το ανάγνωσμα…, άρθρο του karditsalive.net, Οκτώβριος 2020).

Το ότι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας δεν έστειλε πότε έγγραφη ενημέρωση – έστω και την Παρασκευή το πρωί που τα προγνωστικά μοντέλα συναντούσαν την πραγματικότητα ήδη των ισχυρών βροχοπτώσεων στα ορεινά – για να τεθεί ο νομός σε «κατάσταση ειδικής κινητοποίησης», όπως έγινε με άλλους γειτονικούς, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν δικαιολογία για οτιδήποτε. Μπορεί μόνο να μας υπενθυμίσει την αδυναμία και αφερεγγυότητα αυτού του μηχανισμού για ουσιαστική παρέμβαση στο έκτακτο κάποιων καταστάσεων όπως έχει γίνει στο πρόσφατο παρελθόν στην περίπτωση των πλημμυρών στην Εύβοια τον Αύγουστο (δεν εστάλη ποτέ προειδοποιητικό μήνυμα), όπως έγινε και στη δική μας περίπτωση, με την ειδοποίηση του 112 να έρχεται στις 10 το βράδυ, ύστερα από αίτημα του Δήμου, όταν ήδη μέρος της πόλης είχε αρχίσει να πλημμυρίζει.

Οι δύσκολες βδομάδες των ορεινών

Φωτογραφία από ό,τι απέμεινε από τη γέφυρα του Καριτσιώτη. Στο βάθος, μηχανήματα προσπαθούν να αποκαταστήσουν την κοίτη του ποταμού

Εκτός από την πόλη της Καρδίτσας και τα χωριά του κάμπου, εκτεταμμένες ζημιές θα γίνουν και στα ορεινά, σε σπίτια και υποδομές. Τα φουσκωμένα ποτάμια παρέσυραν γεφύρια στην Καρίτσα, στην Φυλακτή, στην Κερασιά, στο Ανθοχώρι. Στη διασταύρωση του Καριτσιώτη η ορμή του ποταμού άλλαξε την κατεύθυνσή του, κόβοντας τον δρόμο στη μέση και καθιστώντας αδύνατη για μέρες την πρόσβαση από την λίμνη Πλαστήρα προς τον Καραβασαρά, το Μέγα Ρέμα, τον Έλατο, τα Βραγγιανά. Ολόκληρα βουνά κατέβηκαν, δρόμοι κόπηκαν ή απλά χάθηκαν. Κατολισθήσεις παραλίγο να παρασύρουν χωριά όπως την Φυλακτή, την Καστανιά, τον Αμάραντο. Οικισμοί για μέρες παρέμειναν αποκομμένοι χωρίς ρεύμα και τηλέφωνο.
Η απουσία των νέων ανθρώπων από τα χωριά θα φανεί τις κρίσιμες ώρες της νεροποντής. Ο Μπ. Κολοβός, πρόεδρος της Καρίτσας μας περιγράφει στιγμές εκείνης της νύχτας. «Με παίρνει ένας παππούς τηλέφωνο εκείνο το βράδυ μέσα στον χαμό και μου λέει, Μπάμπη πνίγομαι. Και μου το κλείνει. Άντε να τον βρεις μετά, ποιός ήταν. Εδώ μας βοήθησαν πάρα πολύ οι εποχικοί αλβανοί εργάτες. Δουλεύουν κάτω στο ιχθυοτροφείο, και μένουν στο Πλακωτό. Και τα παιδιά βγήκαν εκείνες τις δύσκολες ώρες και πήραν γέρο κόσμο, αποκλεισμένο, πάνω στους ώμους να τους βγάλουν έξω».

Δεκάδες μοναδικές βιωματικές ιστορίες ανθρώπων που έχουν σφυρυλατηθεί στα βουνά, που αρνούνται πεισματικά να εγκαταλείψουν τα χωριά τους, που έζησαν και αυτόν τον βρυχηθμό της φύσης. Ο Κ. Ηλιούδης μας περιγράφει δύο συγκεκριμένες ιστορίες. «Ένας βοσκός από το Νεοχώρι το απόγευμα της Παρασκευής βρισκόταν στο μαντρί του πάνω στο βουνό και την ώρα της θεομηνίας εγκλωβίστηκε. Χωρίς λοιπόν να μπορεί να κάνει πολλές κινήσεις και ενώ το βουνό κατέβαζε νερό από παντού, δεν μπορούσε να γυρίσει στο χωριό, παραμένοντας στο μισογκρεμισμένο μαντρί του χωρίς να δώσει στίγματα ζωής από το απόγευμα της Παρασκευής μέχρι το απόγευμα του Σαββάτου. Ε, τότε ο ήρωας παππούς κατάφερε να επιστρέψει, νηστικός και βρεγμένος, τη στιγμή που φίλοι και συγγενείς του είχαν ήδη φορέσει τα μαύρα και δεν είχαν όρεξη να ξελασπώσουν ούτε τα ίδια τους τα σπίτια.

Σε έναν οικισμό της Καρίτσας μια χήρα γιαγιά βλέποντας το σπίτι της να γκρεμίζεται το εγκατέλειψε βγαίνοντας στην βροχή και στον χείμαρρο με μια φωτογραφία του γάμου της στη μία τσέπη, καλά φυλαγμένη. Στην ομάδα βοήθειας που έφτασε λίγο αργότερα είπε ότι είδε τον χάρο με τα μάτια της, χωρίς όμως να κρατάει δρεπάνι».

Στην Οξυά το ποτάμι καταβρόχθισε δρόμους, απέκοψε μεταξύ τους τους διάφορους οικισμούς και ο μόνος τρόπος απεγκλωβισμού ή τροφοδοσίας των αποκλεισμένων κατοίκων ήταν μέσω ελικοπτέρου. Ο Γ. Καραβίδας, μέλος της πολιτιστικής κίνησης «Εξόρμηση για την προστασία της Οξυάς» περιγράφει. «Βασικά, αυτό που έγινε δεν περιγράφεται. Ήδη βγαίνουν στην φόρα κάποιες μαρτυρίες που ακούστηκαν από παλαιότερους ότι κάτι ανάλογο είχε γίνει στα 1886 αν θυμάμαι καλά. Αλλά και πάλι όχι αυτής της έντασης και έκτασης. Και τώρα που το σκέφτομαι και εγώ και ενθυμούμενος πώς ήταν το ποτάμι πριν, όντως η κοίτη του ήταν πολύ μεγαλύτερη και ας είχε τώρα βλάστηση και ποτάμια. Όταν έβλεπες από εδώ και από εκεί πέτρες μεγάλες, όπως είναι τώρα, καταλάβαινες ότι αυτές είχαν έρθει πριν από πολλά χρόνια». Για εβδομάδες αργότερα κάποιοι οικισμοί θα παραμείνουν χωρίς ρεύμα καθώς η ΔΕΗ ζητούσε πρώτα να ξαναφτιαχτούν οι δρόμοι και έπειτα να μετακινηθεί το συνεργείο της.

Δίκτυο αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας

Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό, όλες εκείνες τις ημέρες, από τα πρώτα λεπτά της καταστροφής, η αλληλεγγύη και η αλληλοβοήθεια δόθηκαν απλόχερα. Από γείτονα σε γειτόνισσα, από συγχωριανό σε συγχωριανή. Από ανθρώπους που μπορεί λόγω τυχαίας γεωγραφικής θέσης του χωριού να μην πλημμύρισαν, από ανθρώπους που έτυχε να μένουν σε ορόφους μίας πολυκατοικίας στην πόλη. Άγνωστα χέρια σμίξανε μέσα σε καταστήματα για το ξελάσπωμά τους. Συμμετείχαν στο συλλογικό μαγείρεμα στο Παυσίλυπο, μέσα από την αυτοοργανωμένη δομή «Ο Άλλος άνθρωπος», χέρια ντόπιων και προσφύγων που ζουν στην Καρδίτσα. Άγνωστα χέρια και άγνωστα πόδια φτάσανε σε χωριά του κάμπου και των βουνών για να μεταφέρουν είδη πρώτης ανάγκης, μερίδες φαγητού και νερά. Στις συνοικίες της πόλης, στις Καμινάδες και στον Αλιάκ Μαχαλά που καταστράφηκαν περισσότερο, όλοι βάλανε χέρια να βοηθήσουνε ανθρώπους ξεχασμένους, μοναχικούς, οι οποίοι αρνήθηκαν πεισματικά να εγκαταλείψουν το λασπωμένο τους σπίτι για να πάνε στα ξενοδοχεία που μίσθωσε ο Δήμος. Εκεί ήταν η ζωή τους.

Όταν το μεγαλύτερο μηντιακό και πολιτικό βάρος είχε πέσει στην κατεστραμμένη πρωτεύουσα του νομού, ένα αθόρυβο δίκτυο αλληλεγγύης στήθηκε και στα ορεινά. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Νέων Νεοχωρίου θα βρεθεί στο κέντρο αυτού του συντονισμού, θα συγκεντρώσει είδη πρώτης ανάγκης και θα τα διανείμει για μέρες σε χωριά και οικισμούς, ακόμα και με σκοινιά εκεί όπου η οδική πρόσβαση είναι αδύνατη.

γνωστοι φάρυγγες συναντήθηκαν τρεις φορές στον δρόμο (στην κεντρική πλατεία – στις 25 Σεπτέμβρη και στις 5 Οκτώβρη – και έξω από το δημοτικό συμβούλιο στις 2 Οκτώβρη), διεκδικώντας συνολικές και ολοκληρωτικές αποζημιώσεις για τους πληγέντες. Διεκδίκησαν να μην ξεχαστεί η πόλη και πάνω απ΄ όλα να μην ξεχάσουμε εμείς τί συνέβη. Και να κρατήσουμε σφιχτά στους λασπωμένους κόρφους μας τα διδάγματα που παρέχει απλόχερα (και λυσσασμένα) η φύση σε εκείνα τα μυαλά που θέλουν να σκίσουν τα βουνά με δρόμους για αιολικές επενδύσεις.

Διδάγματα της φύσης

Κοιτώντας σήμερα ξανά και ξανά τα βουνά, τις πλαγιές και τις ορεσίβιες κοινότητες μπορούμε ίσως να αναλογιστούμε κάποια από τα διδάγματα της καταστροφής. Είναι η στιγμή να συνειδητοποιήσουμε ότι ο τρόπος που είναι διαμορφωμένα τα φυσικά περιβάλλοντα (αυτό που λέμε γεωμορφολογία) είναι αποτέλεσμα φυσικών διαδικασιών χιλιετιών και η παρέμβαση σε αυτά είναι ικανή να διαταράξει ευαίσθητες ισορροπίες και να μεγεθύνει καταστροφές. Στα δε Άγραφα για έναν επιπλέον λόγο: το πέτρωμα σε αρκετές περιοχές τους αποτελείται από κατολισθητικό φλύσχη, που ονομάζεται έτσι ακριβώς λόγω της υψηλής του τάσης να κατολισθαίνει. Αν λοιπόν συνεκτιμήσουμε το πέτρωμα, τις μεγάλες κλίσεις των Αγράφων μαζί με τη απουσία δάσους πάνω από τα 1.400. – 1.600 μ. λόγω της μακρόχρονης βόσκησης, αυξάνεται τόσο η πιθανοτήτα κατολισθητικών φαινομένων όσο και η πιθανότητα μεγάλων όγκων φερτών υλικών σε περιπτώσεις μεγάλης βροχής.

Εάν τα βουνά των Αγράφων, με τις σημερινές, σχετικά μικρής κλίμακας, ανθρώπινες παρεμβάσεις, δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τις πλαγιές τους, μπορεί κάποιος να φανταστεί τί θα συνέβαινε εάν είχαμε τις, βιομηχανικής κλίμακας, παρεμβάσεις που σχεδιάζουν οι διάφοροι αιολικοί επενδυτές; Τί θα συνέβαινε εάν οι δασικοί δρόμοι είχαν γίνει διπλάσιοι για να περάσουν τα εξαρτήματα των ανεμογεννητριών και οι πλαγιές δίπλα τους είχαν γεμίσει με μπάζα από την οδοποιία; Τί θα συνέβαινε εάν οι κορυφές των βουνών είχαν ισιωθεί για να στηθούν αιολικά εργοστάσια; Στον Τύμπανο και στο Βοϊδολίβαδο, στα σημεία όπου έχουν ξεκινήσει ή σχεδιάζεται να ξεκινήσουν εργασίες, το έδαφος έχει φύγει μετά τις καταρρακτώδεις βροχές. Πού μπορεί να καταλήξει αυτό, εάν επάνω στις ράχες των βουνών βρίσκονταν και κάποια μεγαθήρια εκατοντάδων μέτρων ύψους και τόνων βάρους;

Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που βλέπουν τις καταστροφές στις υποδομές ως μία καλή ευκαιρία. Μία ευκαιρία να κλείσουν δουλειές, να προωθήσουν επενδυτικά σχέδια και να παρουσιάσουν ένα κοινωνικό πρόσωπο. Τα μηχανήματά της ΔΕΗ που συνεισέφεραν τις πρώτες ημέρες τις καταστροφής δεν παραχωρήθηκαν από φιλανθρωπία. Η ΔΕΗ ετοιμάζει έργα στην περιοχή και θέλει να εμφανίζεται ως η καλή της υπόθεσης. Σκοπός της είναι να εξαγοράσει συνειδήσεις εν όψει των σχεδίων της στην ορεινή Αργιθέα. Γι’ αυτό και λίγες εβδομάδες μετά ξανάρχισε το ξεκοίλιασμα του βουνού στον Τύμπανο.

Οι καταστροφικές πλημμύρες του Σεπτεμβρίου, μας έδειξαν αυτή τη φορά με έναν τραγικό τρόπο, ότι η ζωή (στην κυριολεξία της) στις ορεινές και πεδινές κοινότητες εξαρτάται από την ακεραιότητα των βουνών και των ποταμιών μας.


Πηγή