Υπάρχει γομολάστιχα για την Σοσιαλδημοκρατία;

Μερικές από τις Κινήσεις που εξ ορισμού ή δεδηλωμένα μετέχουν στις διεργασίες για την δημιουργία της ενιαίας παράταξης του ευρωπαϊκού μεταρρυθμιστικού κέντρου, δείχνουν δυσανεξία απέναντι στο ενδεχόμενο η παράταξη να χαρακτηριστεί ως σοσιαλδημοκρατική. Τους θέλγει, μάλλον, η ιδέα μιας πολιτικής παράταξης με «πρακτικό χαρακτήρα» έναντι των προβλημάτων και απαλλαγμένης από οποιαδήποτε  ιδεολογία. Η εκλογή του Μακρόν, με φαινομενικά τέτοιο πολιτικό πρόγραμμα, ενθάρρυνε την τάση αυτή δίνοντάς της χειροπιαστό παράδειγμα του τι μπορεί να σημαίνει αυτό που κηρύττουν.

Ο Μακρόν, όμως, εκφράζει μιαν αντίληψη που, ναι μεν δεν την ονοματίζει, αλλά και δεν ξεκαθαρίζει, επί του παρόντος, το τι μπορεί να σημαίνει σε ότι αφορά τον προσανατολισμό του εξυπονοούμενου «κοινού συμφέροντος», που είναι λογικά απαραίτητο για να δώσει τον τελικό προσανατολισμό της πολιτικής του πλατφόρμας. Αυτό θα το δείξουν εκ των υστέρων οι πολιτικές που θα προωθήσει στην ατζέντα του. Και τότε δεν θα αποφύγει την ταξινόμησή του σε κάποιο ιδεολογικό στρατόπεδο. Θα αποδειχτεί σοσιαλδημοκράτης ή νεοφιλελεύθερος κάποιας από τις σημερινές αποχρώσεις του χώρου αυτού; Απομένει να το δούμε στη πράξη.

Αλλά, δεν είναι ο Μακρόν που θέλω να αναφερθώ στο σημερινό μου σημείωμα. Το όνομά του παρεισέφρησε απλώς κατά λογικό συνειρμό. Αυτό που θέλω να διερευνήσω είναι αν είναι δυνατόν να εξαλειφθεί από τον σημερινό πολιτικό χάρτη, η σοσιαλδημοκρατική οπτική και η εξ αυτής εξαρτώμενη πολιτική πλατφόρμα. Γιαυτό και διερωτώμαι αν  υπάρχει γομολάστιχα, ικανή να την σβήσει από τον  σύγχρονο πολιτικό διάλογο.

Τι είναι εκείνο που έχει θέσει σήμερα υπό αμφισβήτηση την δυνατότητα ύπαρξης της σοσιαλδημοκρατίας; Μα, προφανώς είναι η μεγάλη γειτνίαση της τρέχουσας πολιτικής της πλατφόρμας της με την αντίστοιχη πολιτική πρακτική των κομμάτων του νεοφιλελευθερισμού. Πράγματι, σε ένα τουλάχιστο συγκεκριμένο τομέα της πολιτικής, ίσως τον σημαντικότερο υπό κάποια έννοια, έχει επικρατήσει η άποψη του  «Tina» (Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση) που διατύπωσε ως ακραιφνές δόγμα ο Θατσερικός νεοφιλελευθερισμός.

Να προσέξουμε, όμως.

Επικράτησε – αν επικράτησε πράγματι – σε ένα μόνο τομέα της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή την οργάνωση της παραγωγής και διανομής των αγαθών και υπηρεσιών, και όχι σε ολόκληρη την μοίρα του Ανθρώπου (Human condition). Αλλά κι εκεί που επικράτησε δεν επικράτησε έτσι όπως την βραχυγραφούν οι θερμοκέφαλοι οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού. Όταν, για παράδειγμα, παραδεχόμαστε ότι η αγορά είναι τελικά η μόνη επιλογή για την οργάνωση της παραγωγής και την ίδια στιγμή αποδεχόμαστε ότι και αυτή η αγορά απαιτεί τις ρυθμίσεις της, επειδή οι αυτοματισμοί της οδηγούν σε τερατογεννέσεις που ούτε το νεοφιλελεύθερο δόγμα δεν μπορεί να αποδεχτεί, τότε αναγκαστικά πρέπει να αναγνωρίσουμε την δύναμη του σοσιαλδημοκρατικού προτάγματος.  Η πράξη αδιαμφισβήτηα επιβεβαιώνει αυτή την συστηματική προδοσία του δόγματος αφού ακόμη και η ακραιφνέστερη νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση βάζει καθημερινά τις χερούκλες της όλο και πιο βαθιά στην ρύθμιση των ατελειών της αγοράς εν ονόματι ενός μοντέλου αγοράς που μόνο στη φαντασία της υπάρχει.

Το μοντέλο είναι μεν φανταστικό, αλλά οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις είναι πραγματικές και απτές και, κυρίως, έχουν πολιτικό και κατ’ ανάγκη ιδεολογικό προσανατολισμό:

Γίνονται εν ονόματι προταγμάτων με έντονο σοσιαλιστικό περιεχόμενο όπως η δικαιοσύνη, η ισότητα, τα δικαιώματα του ανθρώπου, η κοινωνική αλληλεγγύη, η κοινωνική συνοχή και τόσα άλλα που στη γλώσσα της αγοράς δεν υπάρχουν καν ως έννοιες. Στην ουσία και οι πιο νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ιδίως στις περιόδους οικονομικής κρίσης, ασκούνται με μεγάλο σεβασμό σε σημαντικά προτάγματα του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Άλλο ο βερμπαλισμός των συνθημάτων και άλλο η πρακτικότητα της ασκούμενης εν τοις πράγμασι πολιτικής.

Στα λόγια μπορεί οι κήρυκες του νεοφιλελευθερισμού να είναι δογματικά αποστειρωμένοι, αλλά στην πράξη κάνουν πολύ συχνά στην άκρη για να περάσουν σοσιαλδημοκρατικές παραχωρήσεις, κάθε φορά που οι συνθήκες εξουσίας το επιτάσσουν. Αυτή είναι κρυφή νίκη της σοσιαλδημοκρατίας. Ότι δηλαδή, στα πενήντα χρόνια της μεγάλης της ακμής κατάφερε και μπόλιασε ολόκληρο το σύστημα με τις αξίες της και το μπόλι αυτό αποδείχτηκε ανθεκτικό ακόμη και στην περίοδο που η σοσιαλδημοκρατία πέρασε σε δεύτερη πολιτική μοίρα.

Αλλά το πράγμα πηγαίνει ακόμη βαθύτερα. Τι γίνεται, λοιπόν; Ποιος μπόλιασε ποιόν; Η σοσιαλδημοκρατία τον νεοφιλελευθερισμό ή ό νεοφιλελευθερισμός την σοσιαλδημοκρατία; Αυτό το δίλλημα  απαντιέται εύκολα αν ξεφύγουμε από την αφηρημένη και δογματική φιλολογία: Επειδή η μοίρα του Ανθρώπου δεν έχει μοναδικό του κεφάλαιο την παραγωγή και διανομή αγαθών και υπηρεσιών, οι άλλοι τομείς της κοινωνικής και ατομικής ύπαρξης ρίχνουν στην πολιτική τις δικές τους προτεραιότητες για να πετύχουν τελικά ένα πολυμεταβλητό μίγμα που καθιστά την κοινωνική μας ζωή βιώσιμη. Κατά παράδοξη τύχη, όλες σχεδόν οι άλλες μεταβλητές που συνιστούν το τελικό μίγμα είναι προτάγματα που βρίσκονται πολύ ψηλά στην σοσιαλδημοκρατική ατζέντα. Γιατί, ποιος μιλάει πιο αποφασιστικά για ισότητα, κοινωνική αλληλεγγύη, ανθρώπινα δικαιώματα, ποιότητα ζωής, περιεχόμενο ζωής και βιωμάτων, αλλοτρίωση κλπ. κλπ. εξόν η σοσιαλδημοκρατία και μάλιστα στη βαθιά απόχρωσή της; Στον οικονομικίστικο ντετερμινισμό του πρωτόγονου μαρξισμού, η σοσιαλδημοκρατία είναι εκείνη που αντιτάσσει την άποψη του πλουραλισμού των κοινωνικών αιτίων και διαστάσεων της ανθρώπινης ζωής.

Περιέργως, εδώ ο νεοφιλελευθερισμός αποδείχνεται συγγενέστερος προς τον πρωτογενή μαρξισμό, αφού δέχεται την παντοκρατορία της Αγοράς, που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μορφή μόνο της οικονομικής οργάνωσης, αλλά όχι και της πολιτισμικής εν συνόλω. Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, εν προκειμένου, ξεπερνά εξ αριστερών, ως όφειλε, την ψευδομαρξιστική υπερβολή του ακραιφνούς νεοφιλελευθερισμού: Πέρα από τις αξίες της αναπαραγωγής του υλικού μας κόσμου, το ανθρώπινο ευ ζην έχει πολλές και εξ ίσου ενδιαφέρουσες παραμέτρους. Και μόνο αν εγκύψει κάποιος στην σπουδαία προσπάθεια, ας πούμε, το Αμάρτια Σεν και της ομάδας του, καθώς προσπαθούν να αναθεωρήσουν το περιεχόμενο του κεντρικού όρου της οικονομικής παραγωγής, δηλαδή την έννοια του εθνικού εισοδήματος, θα διαπιστώσει εύκολα ότι η σοσιαλδημοκρατία κρατάει τα κλειδιά της ανθρώπινης ευημερίας.

Εν τέλει, στη κρίση που περνάει εξ αιτίας της μακράς γειτονίας της με τον νεοφιλελευθερισμό σε σχήματα εξουσίας και διακυβέρνησης, η μόνη λύση που έχει στο πρόβλημα του εκσυγχρονισμού της είναι να ξανασκύψει και να μελετήσει βαθειά της θεμελιώδεις αξίες του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Γιατί, εν τέλει, ουκ επ άρτω ζήσετε μόνο άνθρωπος και αυτό φαίνεται ιδίως μπροστά στην αμηχανία που προκαλεί η διευρυνόμενη αναπαραγωγή πλούτου των ημερών μας καθώς αθέμιτα συνδυάζεται με κρίσεις που προκαλούν μεγάλο κοινωνικό κόστος. Σε αυτή την αντίφαση, λύση δεν πρόκειται να δώσει η οικονομική καζουϊστική των νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων. Την λύσει θα δώσουν εκείνοι που θα ξαναθεμελιώσουν το σοσιαλδημοκρατικό αφήγημα αντλώντας από τις ίδιες πηγές ιδεών που είχαν αντλήσει οι ήρωες της παράταξης στις δεκαετίες που έβαλαν την σφραγίδα τους στην κοινωνία μας.

Καταγράφοντας αυτές τις σκέψεις μπορώ να προβλέψω εύκολα τις ενστάσεις των απαισιόδοξων: Σαν πολύ γενικές δεν είναι οι ιδέες όπου στηρίζεις την ιδέα σου για την εκσυγχρονισμένη σοσιαλδημοκρατία; Η απάντηση είναι, ότι έτσι από το γενικό μπορούμε να προχωρήσουμε με ασφάλεια στο ειδικό και συγκεκριμένο. Δεν έχουμε παρά να κάνουμε υπομονή για μια επόμενη φορά. Το κέρδος επί του παρόντος είναι, ότι μάλλον φαίνεται πως δεν υπάρχει γομολάστιχα ικανή να σβήσει την σοσιαλδημοκρατία από την σύγχρονη πολιτική αρένα.