Τεχνητή νοημοσύνη: Θα έχει θετικό οικονομικό αντίκτυπο; Πιθανότατα όχι

Του Bill Dudley*
 

Η άνθηση των επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη αναμφίβολα ενισχύει τόσο την χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ όσο και την ευρύτερη οικονομία αυτή τη στιγμή. Αλλά τι γίνεται μακροπρόθεσμα; Θα φέρει η Τεχνητή Νοημοσύνη ένα θετικό οικονομικό αντίκτυπο, προσφέροντας ευημερία και λύνοντας τα δημοσιονομικά προβλήματα του αμερικανικού έθνους;

Κατά πάσα πιθανότητα, λυπάμαι που το λέω, το αποτέλεσμα θα είναι περίπου μηδενικό. 

Για να αξιολογηθούν οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης στις οικονομικές προοπτικές, πρέπει να ληφθούν υπόψη τρία ερωτήματα:

  • Πόσο θα αυξήσει την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη;
  • Πώς θα αλλάξει τη ζήτηση για εργασία και το ποσοστό ανεργίας ισορροπίας;
  • Πώς θα επηρεάσει τα επιτόκια;

Όσον αφορά την παραγωγικότητα, δεν υπάρχει συναίνεση. Είναι ακόμα δύσκολο να πούμε τι είδους εργασίες μπορεί να χειριστεί η Τεχνητή Νοημοσύνη και πόσο γρήγορα οι επιχειρήσεις μπορούν να αναδιαμορφώσουν τις διαδικασίες τους για να την αξιοποιήσουν πλήρως. Η έλευση του ηλεκτρισμού, για παράδειγμα, χρειάστηκε αρκετές δεκαετίες για να μεταμορφώσει την παραγωγή. Για την εποχή των υπολογιστών, ο οικονομολόγος Ρόμπερτ Σόλοου είπε την περίφημη φράση το 1987 ότι κάποιος θα μπορούσε να τη δει «παντού εκτός από τις στατιστικές παραγωγικότητας».

Ο βραβευμένος με Νόμπελ Ντάρον Ατσέμογλου υποστηρίζει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις περισσότερες εργασίες που εκτελούν οι περισσότεροι εργαζόμενοι και ως εκ τούτου θα αυξήσει το επίπεδο παραγωγικότητας κατά λιγότερο από 1% την επόμενη δεκαετία. Αντίθετα, οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs εκτιμούν μια αύξηση 15% όταν «υιοθετηθεί πλήρως και ενσωματωθεί στην κανονική παραγωγή», κάτι που μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο.

Πιθανότατα, ο αντίκτυπος θα είναι μικρός στην αρχή, και στη συνέχεια θα αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου καθώς οι επιχειρήσεις θα αξιοποιούν την τεχνολογία – πρώτα εσωτερικά, όπου μπορεί να γίνει καλύτερη διαχείριση των κινδύνων παραισθήσεων (λάθη από την ΑΙ) και προκατάληψης, και στη συνέχεια εξωτερικά σε προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται σε πελάτες, όπου ο κίνδυνος φήμης και η νομική ευθύνη προκαλούν μεγαλύτερη ανησυχία.

Όσον αφορά την αγορά εργασίας, ένα βασικό ζήτημα είναι αν η Τεχνητή Νοημοσύνη θα αντικαταστήσει τους εργαζόμενους ή απλώς θα τους βοηθήσει να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους. Πιθανώς θα συμβούν και τα δύο. Σκεφτείτε τον προγραμματισμό: Η Τεχνητή Νοημοσύνη θα τον επιταχύνει, μειώνοντας τον αριθμό των εργαζομένων που απαιτούνται για την εκτέλεση ενός δεδομένου έργου, αλλά θα ενισχύσει και τη ζήτηση για λογισμικό μειώνοντας το κόστος ανάπτυξης. Η συνολική ζήτηση για προγραμματιστές θα εξαρτηθεί από το ποιο από τα δύο αυτά φαινόμενα θα κυριαρχήσει.

Ένα δεύτερο ζήτημα είναι η τριβή. Εάν οι προγραμματιστές χάσουν τις δουλειές τους, πόσο εύκολα μπορούν να επανεκπαιδευτούν και να βρουν εργασία αλλού; Ο ρυθμός της αλλαγής έχει μεγάλη σημασία. Εάν η Τεχνητή Νοημοσύνη εκτοπίσει πολλούς εργαζόμενους σε σύντομο χρονικό διάστημα, περισσότεροι από αυτούς θα βρεθούν σε αδιέξοδο καθώς επιδιώκουν να μετακινηθούν σε νέες θέσεις εργασίας και επαγγέλματα. Σε αυτό το σενάριο, η ανεργία ισορροπίας (ή φυσικό ποσοστό ανεργίας) -το ποσοστό που συνάδει με τον σταθερό πληθωρισμό- θα είναι υψηλότερο.

Η επίδραση της Τεχνητής Νοημοσύνης στα επιτόκια είναι πιο απλή. Ιστορικά, η τεχνολογική καινοτομία έχει αυξήσει τόσο την πιθανή απόδοση των επενδύσεων όσο και έχει απαιτήσει νέα είδη επενδύσεων για την προσαρμογή σε νέους τρόπους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η προστιθέμενη ζήτηση για κεφάλαια, με τη σειρά της, ωθεί προς τα πάνω τα πραγματικά επιτόκια. Κατά την άνθηση του διαδικτύου στα τέλη της δεκαετίας του 1990, για παράδειγμα, οι δαπάνες για την κατασκευή του εθνικού δικτύου οπτικών ινών ώθησαν τα πραγματικά επιτόκια πολύ πάνω από το 3%. Στην περίπτωση της Τεχνητής Νοημοσύνης, ο αντίκτυπος πιθανότατα θα είναι εμπροσθοβαρής, δεδομένης της κλίμακας και της ταχύτητας με την οποία πρέπει να κατασκευαστούν οι υποδομές πληροφορικής και ενέργειας.

Είναι δύσκολο να δούμε πώς οι επιπτώσεις της Τεχνητής Νοημοσύνης, συνολικά, θα θεραπεύσουν τη μη βιώσιμη δημοσιονομική πορεία της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Η υψηλότερη παραγωγικότητα και ανάπτυξη θα είναι θετικές στο βαθμό που συμβαίνουν, δημιουργώντας περισσότερα φορολογικά έσοδα και ενισχύοντας τον παρονομαστή στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ της χώρας. Αλλά τα υψηλότερα επιτόκια θα αυξήσουν το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, κάτι που θα ωθήσει προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Αναμφίβολα, η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι σημαντική. Ωστόσο, είναι απίθανο να αλλάξει δραματικά τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές του αμερικανικού έθνους. Κάποιος μπορεί να ελπίζει για το καλύτερο, αλλά η ελπίδα δεν είναι στρατηγική.
 

Ο Bill Dudley είναι αρθρογράφος του Bloomberg Opinion. Πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης, μη εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Swiss Bank UBS και μέλος του συμβουλευτικού συμβουλίου της Coinbase Global.

Πηγή: The Washington Post


Πηγή

ΕΤΙΚΕΤΕΣ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΚΟΙΝΩΝΙΑ