«Ο “φόρος πληθωρισμού” διευρύνει ανισότητες εισοδήματος και πλούτου» – Κίνημα Αλλαγής

Άρθρο του Φίλιππου Σαχινίδη, στο insider.gr

Η ελληνική οικονομία την τελευταία τριετία βρέθηκε αντιμέτωπη με τις συνέπειες μιας υγειονομικής και τώρα μιας ενεργειακής κρίσης. Κρίνοντας τις επιδόσεις της στο διάστημα αυτό προκύπτει ένα εύλογο συμπέρασμα: παρά τις πολλές διαρθρωτικές αλλαγές που έγιναν από το 2010 και μετά η οικονομία παραμένει περισσότερο ευάλωτη σε κοινές εξωγενείς διαταραχές σε σύγκριση με τις άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.

Η ελληνική οικονομία με την ενεργειακή κρίση και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία καταγράφει μια από τις χειρότερες επιδόσεις στον πληθωρισμό. Τον Ιούνιο του 2022, η ετήσια μεταβολή του ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα ενισχύθηκε για 13ο μήνα στη σειρά και ανήλθε στο 12,0% από 10,5% τον Μάιο 2022. Αυτός είναι ο πέμπτος υψηλότερος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη. Οι χώρες που έχουν υψηλότερο πληθωρισμό από την Ελλάδα είναι οι τρεις της Βαλτικής που συνορεύουν με Ρωσία και η Σλοβακία που βρίσκεται κοντά στα πεδίο της πολεμικής σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας.

Η κυβέρνηση της ΝΔ στην κριτική ότι απέτυχε να ελέγξει τον πληθωρισμό επικαλέστηκε αρχικά το επιχείρημα ότι είναι προσωρινός και αποκλειστικά εισαγόμενος και στη συνέχεια ότι η χώρα ξεκίνησε από χαμηλότερη βάση. Επιχειρεί έτσι να αποσιωπήσει ότι η εκτίναξη του πληθωρισμού πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης είναι μεταξύ άλλων παραγόντων και το αποτέλεσμα των ολιγοπωλιακών και μονοπωλιακών δομών σε κρίσιμους τομείς για τη δημιουργία ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας. Όπως επίσης ότι είναι περιορισμένοι ή αναποτελεσματικοί οι έλεγχοι που διενεργούνται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τη ΡΑΕ και το Υπουργείο Ανάπτυξης. Μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει ότι με βάση το PMR (Δείκτη Ρύθμισης Αγοράς Προϊόντων) που μετρά τη φιλικότητα των κανονισμών στην αγορά προϊόντων (η οποία ενθαρρύνει την καινοτομία, τον ανταγωνισμό και την αποτελεσματικότητα) η Ελλάδα – με βάση στοιχεία του 2018 – βρίσκεται στην έκτη δυσμενέστερη θέση, υπερβαίνοντας το μέσο όρο της ΕΕ.

Πρέπει να μας ανησυχεί η απόκλιση της ελληνικής οικονομίας στο ζήτημα του πληθωρισμού σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης; Με δεδομένο το υψηλό δημόσιο χρέος μια ταχύτερη αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ μπορεί να επιταχύνει τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Επομένως να συμπεράνουμε πως ο υψηλότερος πληθωρισμός ευνοεί σήμερα την ελληνική οικονομία; Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι πιο σύνθετη. Πρέπει να αξιολογήσουμε τις συνέπειες του υψηλότερου πληθωρισμού σε σχέση με το μέσο όρο της ευρωζώνης στο πραγματικό ΑΕΠ – που καθορίζει το βιοτικό επίπεδο – στην απασχόληση αλλά και τις συνέπειες του στα διαφορετικά εισοδήματα στρώματα.

Η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής αναθεώρησε προς τα πάνω την εκτίμησή της για τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό το 2022 στο 7,6% από 5,2%. Ταυτόχρονα αναθεώρησε προς τα κάτω την εκτίμηση για το πραγματικό ΑΕΠ στο 3,2% από 3,8%. Οι συνεχείς και σχετικά υψηλές αναθεωρήσεις για τον μέσο ετήσιο πληθωρισμό στην Ελλάδα το 2022 ενισχύουν την αβεβαιότητα στην οικονομία με επιπτώσεις στις αποφάσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων για καταναλωτικές και επενδυτικές δαπάνες αντίστοιχα. Αυτό οδηγεί σε επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και μείωση της απασχόλησης.

Ο υψηλότερος πληθωρισμός στην Ελλάδα που αντανακλά κυρίως μεγαλύτερη έκθεση σε εισαγόμενες πιέσεις λόγω δομής της οικονομίας, διαρθρωτικές στρεβλώσεις και ελλιπή ανταγωνισμό στην εγχώρια οικονομία δεν δημιουργεί οφέλη για την απασχόληση μέσω της ταχύτερης σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη μείωσης της ανεργίας και αύξησης της απασχόλησης. Τουναντίον, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία στην ευρωζώνη μετά την Ισπανία.

Τα παραπάνω δεδομένα επιβεβαιώνουν την παρουσία ισχυρών διαρθρωτικών αδυναμιών στην ελληνική οικονομία και την περιορισμένη αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων των προηγούμενων ετών – καθώς πολλές αναιρούνται -ειδικότερα σε ότι αφορά την ολιγοπωλιακή ή και μονοπωλιακή διάρθρωση πολλών κρίσιμων για την πορεία της οικονομίας αγορών.

Μια άλλη σημαντική παράμετρος για την αξιολόγηση των συνεπειών του πληθωρισμού είναι η επίδραση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα σε αυτό παραμένει υψηλό για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Αν διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα η θετική διαφορά στον πληθωρισμό σε σχέση με τον Μ.Ο. της ευρωζώνης το έλλειμμα θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα καθώς αργά αλλά σταθερά θα διαβρώνεται η ανταγωνιστικότητα. Αυτό με τη σειρά του θα επιβραδύνει την αναπτυξιακή πορεία και θα μειώσει την απασχόληση.

Στους επόμενους μήνες η οικονομία της ευρωζώνης θα βρεθεί αντιμέτωπη με την αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ. Αν κάτω από την πίεση των «γερακιών» του ΔΣ η ΕΚΤ προσπαθήσει να λύσει το πρόβλημα του πληθωρισμού – που έχει την αφετηρία του στην πλευρά της προσφοράς – με μεγάλη και απότομη αύξηση των επιτοκίων πάνω από το ουδέτερο επιτόκιο τότε θα ανακοπεί με βίαιο τρόπο η επανεκκίνηση των οικονομιών των χωρών της ευρωζώνης.

Εάν κρατήσουμε τους λοιπούς προσδιοριστικούς παράγοντες σταθερούς φαίνεται ότι η ελληνική οικονομία στο ενδεχόμενο μιας νέας εξωτερικής διαταραχής που θα τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό θα εισέλθει πιο γρήγορα σε μια περίοδο στασιμοπληθωρισμού σε σχέση με την Ευρωζώνη καθώς διαθέτει λιγότερους αμυντικούς μηχανισμούς σε σχέση με τις οικονομίες των άλλων χωρών της ευρωζώνης.

Η κυβέρνηση με τη αδράνεια της στο μέτωπο του πληθωρισμού επιβάλλει στους οικονομικά αδύναμους πολίτες έναν από τους χειρότερους φόρους: τον «φόρο πληθωρισμού». Αυτός χτυπά δυσανάλογα τα φτωχά και τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα – υποβαθμίζοντας το βιοτικό τους επίπεδο – μέσω δύο διαφορετικών καναλιών. Μέσω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με χαμηλά εισοδήματα και μέσω της ουσιαστικής αύξησης των έμμεσων φόρων που τα επηρεάζει δυσανάλογα σε σχέση με τα μεσαία προς υψηλά και τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα. Σε αυτές τις συνθήκες ο φόρος πληθωρισμού το επόμενο διάστημα θα οδηγήσει και σε αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων και των ανισοτήτων πλούτου.

Η δυστοκία της κυβέρνησης της ΝΔ – παρά τις επικοινωνιακές διακηρύξεις της περί μεταρρυθμίσεων – ως προς την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών προς ενίσχυση του ανταγωνισμού σε τομείς της οικονομίας με σημαντική συνεισφορά στην δημιουργία ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας και στην απασχόληση οδηγεί σε ανεξέλεγκτη πορεία τον πληθωρισμό και εκθέτει περισσότερο την οικονομία στο κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού. Η υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών που συνδέονται με το Ελληνικό Σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορούν να βοηθήσουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού αυτό όμως προϋποθέτει πολιτική βούληση για την εφαρμογή τους που η κυβέρνηση της ΝΔ δεν διαθέτει υποχωρώντας σε επιχειρηματικές πιέσεις ή πελατειακές λογικές.

Στην τελευταία σύνοδο του Eurogroup οι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος κλήθηκαν να περιορίσουν τις οριζόντιες πολιτικές στήριξης της τελευταίας τριετίας και να επικεντρωθούν σε μέτρα στοχευμένα ώστε να στηρίζουν αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη. Για την ανάσχεση των αρνητικών συνεπειών του πληθωρισμού το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής προτείνει στοχευμένα μέτρα όπως τη μείωση προσωρινά έμμεσων φόρων σε βασικά αγαθά, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και χορήγηση ενός νέου ΕΚΑΣ ώστε να στηριχτούν 350 χιλιάδες χαμηλοσυνταξιούχοι. Τα μέτρα αυτά θα βοηθήσουν αυτούς που πραγματικά πλήττονται από την ακρίβεια χωρίς να εξωθήσουν την δημοσιονομική πολιτική στις ακρότητες που το 2009 έφεραν τη χώρα στα πρόθυρα της άτακτης χρεοκοπίας.


Πηγή

Leave a Reply