Μανώλης Χριστοδουλάκης στα “ΝΕΑ”: #Λογαριαζόμαστε_καθημερινά με την ευθύνη και την πατρίδα…

Είναι κοινά αποδεκτό ότι η στάση και η πολιτική τοποθέτηση των κομμάτων και των πολιτικών δυνάμεων διαμορφώνεται, αναπροσαρμόζεται διαρκώς, και πολλές φορές φιλτράρεται με βάση την εκάστοτε πολιτική επικαιρότητα. Πολλές φορές ακόμα και η ίδια η ατομική τοποθέτηση και οπτική του καθενός μας για τα πράγματα και τις εξελίξεις γύρω μας. Πόσο μάλλον όταν η ίδια η επικαιρότητα είναι απόλυτα συντριπτική αυτή καθαυτή, περιστρεφόμενη γύρω από την αξία της ανθρώπινης ζωής, όπως αυτή που βιώνουμε τις τελευταίες ημέρες, η οποία από μόνη επαρκεί για να διαμορφώσει ένα ριζικά πρωτόγνωρο σκηνικό τόσο στην κοινωνία μας συνολικά, όσο φυσικά και στο πολιτικό σύστημα και την πολιτική «σκοπιά» του καθενός.

 

Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το νέο πλαίσιο, εξυψώθηκε η αξία της ατομικής ευθύνης, ως βασικό συστατικό για τη συλλογική αποτελεσματικότητα, αλλά μαζί με αυτήν διαμορφώθηκε – όπως συνηθίζεται σε συνθήκες κρίσης – μία νέα περιγραφή για την απαιτούμενη εθνική προσπάθεια. Ο ρόλος του καθενός στο πολιτικό σύστημα περιγράφει και τα χαρακτηριστικά που αυτή παίρνει για τις πολιτικές δυνάμεις. Ειδικά για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με μία κοινή συνισταμένη: την απουσία μικροπολιτικής «φασαρίας» και τον απαιτούμενο χώρο στην εκ θέσεως έχουσα τις πρωτοβουλίες κυβέρνηση.

 

Τι σημαίνει όμως για τον καθένα πραγματικά αυτή η αντιπολιτευτική συνεισφορά στην εθνική προσπάθεια; Εδώ υπάρχουν δύο διαφορετικές οπτικές. Μία είναι η δική μας, αυτή που το Κίνημα Αλλαγής αντιλαμβάνεται ως υπεύθυνη πατριωτική στάση. Δεν δίνουμε χρόνο περιμένοντας τη ρεβάνς, δεν απέχουμε ως μορφή ανακωχής, είμαστε ενεργά παρόντες για το καλό της χώρας και των συμπολιτών μας. Βάζουμε πλάτη στην κοινή μας προσπάθεια, αλλά όχι στις αδυναμίες που δυσχεραίνουν την αντιμετώπιση της κρίσης. Συνεισφέρουμε με τις δικές μας προτάσεις, μακριά από χρώματα και ταμπέλες, προτάσεις για να σώσουμε ζωές, δουλειές, στιγμές.

 

Είναι αυτή η στάση που περιέγραψε τη στήριξη μας σε όλα τα επιστημονικής τεκμηρίωσης μέτρα περιορισμού της διασποράς του ιού, όχι απλά υπομένοντας τα, αλλά υπερθεματίζοντας στην ανάγκη εφαρμογής τους. Είναι αυτή που κάλυψε με καθαρή θέση τα ιδεοληπτικά κενά ή τη φοβικότητα σε αυτά, όπως στο θέμα της Εκκλησίας, αυτή που έθεσε ως προτεραιότητα καταπολέμησης του ιού την προστασία των υγειονομικών με την ανάγκη δημιουργίας εξωτερικών κέντρων διαλογής, που υπερτόνισε την ανάγκη διασφάλισης επαρκούς αριθμού αντιδραστηρίων για τη βέλτιστη ιχνηλάτηση και περιορισμό του ιού, που είπε το «ευχαριστώ» στην πράξη στους εργαζόμενους του Ε.Σ.Υ. με την τροπολογία για την ενσωμάτωση τους στα «βαρέα και ανθυγιεινά», που δεν αρκέστηκε να δρέπει απλά τις δάφνες για το δημόσιο σύστημα υγείας που η ίδια δημιούργησε τώρα που αποδεικνύεται αναγκαίο, αλλά κατέθεσε νέο σχέδιο για την περαιτέρω στήριξη του, εστιάζοντας στις ΜΕΘ και τις προσλήψεις προσωπικού. Που αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή τις οικονομικές διαστάσεις της κρίσης θέτοντας ως προτεραιότητα τη μείωση των στόχων για τα πλεονάσματα και την κατάργηση των δημοσιονομικών περιορισμών, προτείνοντας την άμεση αλλαγή του Π/Υ για τη στήριξη του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που παρενέβη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη χρήση των υπολοίπων από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία για την άμεση οικονομική ενίσχυση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, που απαίτησε την αναστολή πλειστηριασμών και κατασχέσεων, που αναμετρήθηκε με τις τράπεζες για τη στήριξη της ρευστότητας, την παροχή χαμηλότοκων δανείων, το μη «κοκκινισμό» δανείων που οφείλονται στη νέα κρίση.

 

Δεν τα είπαμε για να αποκομίσουμε οφέλη, δεν τα αξιοποιήσαμε επικοινωνιακά, δεν είδαμε τη νέα κρίση ως ευκαιρία ανατροπής εκλογικών συσχετισμών. Τα άκουσαν κυρίως αυτοί που έπρεπε. Τα κάναμε για να γίνουν και χαιρόμαστε για όσα από αυτά έγιναν. Τη στάση μας αυτή δεν την ανακαλύψαμε τώρα. Είναι απλά η φυσική έκφραση της ιστορικής αντίληψης της παράταξης μας για το ρόλο μας και την ευθύνη απέναντι στην κοινωνία.

 

Δυστυχώς, όμως υπάρχει και η άλλη αντιπολιτευτική οπτική, η «αξιωματική». Όπου «κεντρικά» υπονοείται, και σε επίπεδο κομματικής βάσης συντηρείται και καλλιεργείται, η κεντρική στρατηγική μέσα από το – όχι και τόσο – ευφάνταστο hashtag #θα_λογαριαστούμε_μετά. Μας λένε ότι η επιλογή τους δεν είναι η συνεισφορά, είναι η σιωπή. Ότι η σιωπή δεν είναι επιλογή, είναι ανάγκη. Ότι σκοπός δεν είναι η λύση στο πρόβλημα, αλλά η κριτική στην – ίσως και ευχάριστη – αποτυχία. Ότι η υπέρτατη αξία που υπηρετούμε δεν είναι η κοινωνία και οι ανάγκες της, αλλά ένα «σκορ» που τρέχει. Και φυσικά, ότι πάντα υπάρχει ο «λογαριασμός», απλά κάποιες φορές ο φόβος για το πολιτικό κόστος τον μεταθέτει για λίγο αργότερα. Δεν προκαλεί καμία έκπληξη η εμμονή στο ρεβανσισμό και η στρατηγική του διαχείριση, δεν γινόμαστε σοφότεροι από την νέα έκφραση κοινωνικού διχασμού, ή από την απουσία ουσιαστικού πλαισίου προτάσεων μέσα σε περίοδο κρίσης, που οι Έλληνες πρέπει να βγουν ενωμένοι. Κάποιοι επένδυσαν μικροκομματικά στις κρίσεις. Ίσως οι ίδιοι συνεχίζουν να το κάνουν και σήμερα.

 

Σε αυτές τις δύο επιλογές, λοιπόν, να είστε η πρώτη. Γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι.

Γιατί εμείς, όπως κάναμε πάντα, συνεχίζουμε να #λογαριαζόμαστε_καθημερινά με την ευθύνη και την πατρίδα.


Πηγή