Κοκτέιλ με νέα ποσοτική χαλάρωση και μείωση επιτοκίου αποφάσισε η ΕΚΤ

Μάριο Ντράγκι (AP Photo/Michael Probst)

Νέο κοκτέιλ μέτρων για την τόνωση της ασθενούς οικονομικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη και την αύξηση του πεισματικά χαμηλού πληθωρισμού αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην προτελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου υπό την προεδρία του Μάριο Ντράγκι.
Η Τράπεζα ανακοίνωσε πως μειώνει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων κατά 10 μονάδες βάσης, στο -0,5%. Παράλληλα θα ενεργοποιήσει εκ νέου το «παγωμένο» πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με αγορές ομολόγων αξίας 20 δισεκατομμυρίων ευρώ ανά μήνα, αρχής γενομένης την 1η Νοεμβρίου και χωρίς σαφή ημερομηνία λήξης.
Τα νέα μέτρα έρχονται υπό την σκιά των ανησυχιών για τις προοπτικές της ευρωζώνης. Οι νεότερες προβλέψεις των οικονομολόγων της ΕΚΤ τοποθετούν τον πληθωρισμό στο 1% το 2020, δηλαδή περίπου στο μισό σε σχέση με τον μεσοπρόθεσμο στόχο. Η ανάπτυξη στην νομισματική ένωση προβλέπεται πως θα διαμορφωθεί στο 1,2% την ίδια χρονιά, χειρότερα από ό,τι αναμενόταν αρχικά. Τρίτος παράγοντας ανησυχίας, όπως είπε ο κ. Ντράγκι, είναι οι κίνδυνοι των εμπορικών και γεωπολιτικών κρίσεων.
Το επιτόκιο που μειώθηκε χρεώνεται στα κεφάλαια που εναποθέτουν οι εμπορικές τράπεζες στην Φρανκφούρτη, δηλαδή όταν είναι αρνητικό λειτουργεί ως φόρος στο απόθεμα ρευστότητας του τραπεζικού κλάδου. Η περαιτέρω μείωση υπό το μηδέν θεωρητικά θα εξωθήσει τα ιδρύματα να διοχετεύσουν περισσότερα χρήματα στην πραγματική οικονομία μέσω δανείων.
Παρά ταύτα, σε μία προσπάθεια να προστατευθούν οι τράπεζες από τις συνέπειες του ακόμα πιο αρνητικού επιτοκίου, η Ευρωτράπεζα ανακοίνωσε πως θα εισάγει σύστημα βαθμιδωτών χρεώσεων που θα εξαιρεί μέρος των τραπεζικών κεφαλαίων από το αρνητικό επιτόκιο.
Δεν είναι σαφές πόσο θα διαρκέσει ο νέος γύρος ποσοτικής χαλάρωσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο ανέφερε πως το πρόγραμμα θα συνεχιστεί όσο κριθεί απαραίτητο για την «ενίσχυση» των στόχων της ΕΚΤ και θα τερματιστεί «σύντομα πριν» αρχίσει η αύξηση των βασικών επιτοκίων.
Τα επιτόκια πάντως θα μείνουν στα σημερινά ιστορικά χαμηλά ή θα μειωθούν περαιτέρω έως ότου ο πληθωρισμός να κινηθεί σταθερά προς τον στόχο του σχεδόν 2%, που σημαίνει ότι ενδέχεται να παραμείνουμε σε περιβάλλον υπερχαλαρής νομισματικής πολιτικής για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η κανονική ποσοτική χαλάρωση θα ενισχυθεί και από μία υπόγεια μορφή της, την επανεπένδυση των κεφαλαίων από προηγούμενες αγορές ομολόγων τα οποία λήγουν. Σε αντίθεση με το κανονικό QE οι επανεπενδύσεις θα συνεχιστούν για «εκτεταμένη περίοδο χρόνου» αφότου αρχίσει η αύξηση των επιτοκίων.


Πηγή