Σχεδόν 1,5 αιώνας έχει περάσει από τις αιματοβαμμένες εξεγέρσεις στο Σικάγο. Αλλά τα προβλήματα και οι προκλήσεις… παραμένουν. Ποιες είναι οι σύγχρονες διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος.
«Οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ανάπαυση, οκτώ ώρες ύπνο». Αυτό ήταν το βασικό σύνθημα των εργατών του Σικάγο, τον Μάιο του 1886. Και αυτό εξακολουθεί να είναι το βασικό σύνθημα των εργαζομένων σε αρκετές χώρες ακόμη και σήμερα — σχεδόν 1,5 αιώνα μετά τις αιματοβαμμένες εξεγέρσεις στον αμερικανικό βορρά.
Άλλωστε, παρά την οικονομική, τεχνολογική και εκπαιδευτική πρόοδο, η οποία έχει συντελεστεί και συνεχίζει να συντελείται σ’ όλο τον κόσμο, οι έρευνες των διεθνών οργανισμών για το μέλλον της εργασίας μόνο αισιοδοξία δεν εμπνέουν.
Εργασιακή ανασφάλεια, χαμηλοί μισθοί, ανεργία, «ξεχειλωμένα» ωράρια εργασίας, χαμηλός ρυθμός εργασιακής ανέλιξης είναι μερικά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Έλληνας — και όχι μόνο — εργαζόμενος.
«Τα συνθήματα του Σικάγο είναι πιο επίκαιρα και απαιτητά από ποτέ. Ειδικά τώρα, που σε όλο τον πλανήτη, η τάση των μεγάλων εταιρειών θέλει αύξηση του ωραρίου απασχόλησης» δηλώνει στο Sputnik, με αφορμή τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας (ΟΙΥΕ) και εκπρόσωπος Τύπου της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), Δημήτρης Καραγεωργόπουλος.
Παράλληλα, δεν παραλείπει να αναφερθεί στα προβλήματα που ανακύπτουν από τον σύγχρονο κόσμο της εργασίας και να διερωτηθεί ποιες θα ήταν οι διεκδικήσεις μίας νέας «Πρωτομαγιάς».
Οικογενειακή ζωή Vs εργασιακή ζωή
Ένα από τα μείζονα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί ο Έλληνας εργαζόμενος συνίσταται, αναμφίβολα, στην ορθή ισορροπία μεταξύ εργασιακής και οικογενειακής ζωής, η οποία (σ.σ. ισορροπία) — κατά τον εκπρόσωπο της ΓΣΕΕ — τείνει προς… εκτροχιασμό.
Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, επικαλείται τα συμπεράσματα έρευνας του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας, στην οποία διαπιστώνεται ότι «αντί η οικογενειακή ζωή να διευκολύνεται από τις συνθήκες εργασίας, στην ουσία έχει προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της εργασίας».
«Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν διαρκώς ότι η σχέση αυτή (σ.σ. οικογενειακή — εργασιακή ζωή) επηρεάζεται αρνητικά από την κόπωση που νιώθουν εξαιτίας των μη ικανοποιητικών συνθηκών εργασίας, αλλά και των πολλών ωρών εργασίας» τονίζει χαρακτηριστικά.
Ο ρόλος της κρίσης
Την ίδια ώρα, η πολυετής οικονομική κρίση που έπληξε και εξακολουθεί να πλήττει μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού έχει μεταβάλει προς το χειρότερο τις συνθήκες εργασίας, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται ιδίως στο υψηλό ποσοστό ανεργίας των νέων.
«Η κρίση έθεσε σε κίνδυνος αυτούς που εργάζονται, κατακρήμνισε τα όνειρα και τις προσδοκίες των νέων ανθρώπων. Η δουλειά έγινε δυσεύρετη, η εργασία δεν απελευθερώνει πλέον τον άνθρωπο και ο εργασιακός χώρος δεν βοηθάει στην κοινωνικοποίησή του» επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο κ. Καραγεωργόπουλος.
Η λιτότητα που επιβλήθηκε και εφαρμόστηκε, είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο το «ψαλίδισμα» του αριθμού των θέσεων εργασίας, αλλά και την επιδείνωση της ποιότητας των διαθέσιμων θέσεων εργασίας, ενώ φαινόμενα — όπως η ανασφάλιστη, η απλήρωτη και η κακοπληρωμένη εργασίας — έχουν γιγαντωθεί και πληθύνει.
«Πάνω από 900.000 είναι οι εργαζόμενοι με καθυστέρηση πληρωμής μισθού» σπεύδει να υπενθυμίσει ο εκπρόσωπος της ΓΣΕΕ, ο οποίος εκτιμάει ότι η οικονομική κρίση κατάφερε, μ’ έναν πολύ ύπουλο τρόπο, να ανοίξει τον δρόμο για την επιστροφή στον Μεσαίωνα.
Ο φόβος των… ρομπότ
Λαμβάνοντας υπόψη τα εργασιακά προβλήματα του παρόντος, το παγκόσμιο συνδικαλιστικό κίνημα είναι υποχρεωμένο να κοιτάξει και προς το μέλλον. Ένα μέλλον, το οποίο δεν προδιαγράφεται τόσο λαμπρό, όσο θα επιθυμούσαμε.
Κατά τον κ. Καραγεωργόπουλο, η επόμενη μεγάλη «μάχη» θα δοθεί ενάντια στις συνέπειες της αυτοματοποίησης και της «επέλασης» των ρομπότ.
Επικαλούμενος διάφορες έρευνες, εξηγεί ότι το 20% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού κινδυνεύει να τεθεί εκτός απασχόλησης έως το 2030, καθώς «χιλιάδες παραδοσιακές εργασίες, οι οποίες μέχρι σήμερα επιτελούνταν από ανθρώπους, θα αντικατασταθούν από εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης και ρομπότ».
«Σε λίγο θα υπάρχουν όλο και λιγότερες δουλειάς, τις οποίες τα ρομπότ δεν θα τις κάνουν καλύτερα από τους εργαζόμενους. Και οι εργαζόμενοι θα καλούνται να γίνουν ανταγωνιστικότεροι από τα ρομπότ και να αυξάνουν τις δεξιότητές τους» συμπληρώνει, χαρακτηριστικά.
Δεν παραλείπει μάλιστα, να προειδοποιήσει ότι «το επερχόμενο κύμα αυτοματοποίησης θα κοστίσει μακροπρόθεσμα πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας, όχι μόνο χαμηλής αλλά και υψηλής εξειδίκευσης, στον τριτογενή τομέα». Δηλαδή θέσεις εργασίας, οι οποίες μέχρι στιγμής θεωρούνται «θωρακισμένες» έναντι της εισόδου της τεχνητής νοημοσύνης στον κόσμο της εργασίας.
Και πώς στοχεύει να αντιδράσει το εργατικό κίνημα; «Σ’ αυτό το περιβάλλουν καλούμαστε να αναθεωρήσουμε τις παραδοσιακές στρατηγικές αντίδρασης και κοινωνικής διαπραγμάτευσης. Θα πρέπει να λειτουργήσουμε σε συνθήκες διαχείρισης κρίσεων, με υψηλή αντιληπτική ικανότητα και έγκαιρες παρεμβάσεις, καθώς τα νέα διακυβεύματα για την εργατική τάξη θα είναι καταιγιστικά» επισημαίνει ο κ. Καραγεωργόπουλος.
Οι προκλήσεις του εργατικού κινήματος
Στο πλαίσιο αυτό, όπως υποστηρίζει ο εκπρόσωπος της ΓΣΕΕ, «τα συνδικάτα πρέπει να διαψεύσουν την προσδοκία ότι η μετεξέλιξη της ελληνικής και ευρωπαϊκής οικονομίας σε κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς φθηνού κόστους εργασίας και εργασιακής ανασφάλειας, θα οδηγήσει σε βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και σε μείωση της ανεργίας».
Πιο συγκεκριμένα, τα συνδικάτα θα πρέπει να αποδείξουν ότι οι ευρωπαϊκές «οδηγίες» για «απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποίηση του συστήματος κοινωνικής προστασίας, μείωση του μισθού και καθορισμού ενός μίγματος ευελιξίας και ασφάλειας από τους εργοδότες, δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ταχύτερη προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας στις νέες εξελίξεις της τεχνολογίας και της πληροφορικής».
Έτσι, ο κ. Καραγεωργόπουλος στέλνει μήνυμα υπέρ της εξασφάλισης των «κατάλληλων οργανωτικών και λειτουργικών προϋποθέσεων για τη διαμόρφωση και τη μαζική διεκδίκησης μίας εναλλακτικής πρότασης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης», η οποία (σ.σ. πρόταση) θα εδράζεται σε αποτελεσματικότερες οικονομίες και αλληλέγγυες κοινωνίες.
Ο εναγκαλισμός κομμάτων — συνδικαλισμού
Τι πρέπει να πράξει όμως, σήμερα το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα; Πώς πρέπει να αντιδράσει και κυρίως, ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματά του;
«Σήμερα οι αγώνες θα πρέπει να γίνουν περισσότερο εναλλακτικοί και περισσότερο αποτελεσματικοί» σπεύδει να απαντήσει ο κ. Καραγεωργόπουλος,, θέτοντας ως άμεσο στόχο την αποτροπή της συντελούμενης κοινωνικής και συνδικαλιστικής αποδιοργάνωσης.
Προτάσσει δε, την συγκρότηση μίας εναλλακτικής πρότασης προοπτικής με «ποιότητα, καινοτομία, εργασιακή ασφάλεια, αναδιανομή του εισοδήματος και ενδυνάμωση της κοινωνικής προστασίας και συνοχής».
«Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να χαράξει νέες πολιτικές, να επιδιώξει τη μαζικοποίηση των συνδικάτων, αλλά και να καταπολεμήσει την τάση της πολιτικής απάθειας και της μειωμένης συμμετοχής των εργαζομένων στα συνδικαλιστικά δρώμενα» συνεχίζει.
Και πώς αυτό μπορεί να καταστεί πραγματικότητα; «Μόνο μέσω της συστηματικής καλλιέργειας συνδικαλιστικής συνείδησης, η οποία επιτυγχάνεται με την περαιτέρω ανάπτυξη της συνδικαλιστικής εκπαίδευσης, ώστε τα στελέχη των σωματείων να λειτουργούν αποτελεσματικά».
Ταυτόχρονα, δεν παραλείπει να αναφερθεί στον εναγκαλισμό κομμάτων — συνδικαλιστών, καθιστώντας αναγκαία την «ανεξαρτητοποίηση της συνδικαλιστικής από την κομματική δράση, προκειμένου να αποτραπεί η οικειοποίηση και το “καπέλωμα” των συνδικαλιστικών αγώνων».
«Αν καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε ορθά τα εργαλεία που διαθέτουμε, αν καταφέρουμε να απαλλαγούμε από δογματισμούς, σεχταριστικές συμπεριφορές, κομματικές — εργοδοτικές — κυβερνητικές εξαρτήσεις, τότε οι προοπτικές που διανοίγονται για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, θα είναι τεράστιες» καταλήγει ο κ. Καραγεωργόπουλος.