Συνέντευξη εφ΄όλης τη ύλης έδωσε ο πρόεδρος του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών και Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς Γιώργος Παπανδρέου, στην δημοσιογράφο του “CNN GREECE” Όλγα Παναγιωτίδου, μιλώντας για τα μέχρι τώρα δεδομένα στην Ελλάδα, την ανάπτυξη που δεν έρχεται και τα συνεχόμενα μέτρα που λαμβάνονται, καθώς επίσης και την Κεντροαριστρά…….
Όλγα Παναγιωτίδου: Το εγχείρημα για τη συσπείρωση του Κεντροαριστερού χώρου μοιάζει αβέβαιο σήμερα. Από την άλλη πλευρά, κάποιοι λένε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί στρατηγοί με άκαμπτες προσωπικές φιλοδοξίες, αλλά λίγος στρατός και κυρίως απουσία προγραμματικού λόγου. Εσείς τι λέτε;
Γιώργος Α. Παπανδρέου: Δεν είμαι απαισιόδοξος. Το αντίθετο, μάλιστα. Ο χώρος συρρικνώθηκε μέσα στο τσουνάμι της κρίσης. Μιας κρίσης που δεν είχε προηγούμενο στην πρόσφατη ελληνική ιστορία. Που βρήκε την ΕΕ ανέτοιμη. Μιας κρίσης, όπου η άρνηση των εταίρων μας και η τιμωρητική τους διάθεση μπορούσε να μας αναγκάσει να χρεοκοπήσουμε και να φύγουμε από το ΕΥΡΩ ή ακόμα και την ΕΕ μονομιάς.
Όμως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, έχουν διαφανεί καθαρά οι αιτίες της κρίσης, οι εναλλακτικές που υπήρχαν και ποιες πολιτικές δυνάμεις έδειξαν υπευθυνότητα και ειλικρίνεια.
Με την απόσταση του χρόνου φαίνεται πόσο σημαντική ήταν η δημιουργία από το μηδέν ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης και μαζί, του μεγαλύτερου ιστορικά προγράμματος στήριξης για την Ελλάδα.
Με την απόσταση του χρόνου, φαίνεται πόσο σημαντική ήταν η μεταρρυθμιστική προσπάθεια που κάναμε, η σύγκρουση με τα κακώς κείμενα της χώρας. Τη διαφθορά, την κακοδιοίκηση, το πελατειακό σύστημα που ευνοεί τον ισχυρό και όχι τον πολίτη.
Οι επιλογές αυτές είχαν ένα μεγάλο κόστος. Όμως, όλοι πια καταλαβαίνουμε ότι αν δεν αγγίξουμε αυτά τα φαινόμενα δεν θα μπορέσουμε να αλλάξουμε την Ελλάδα. Η επιλογή μιας επιφανειακής διαχείρισης της κρίσης με κύριο γνώμονα την πολιτική επιβίωση που επέλεξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είναι σαφές ότι δεν βελτιώνει αλλά χειροτερεύει την κατάσταση. Τουλάχιστον, την κατάσταση όπως τη βιώνει η Ελληνική κοινωνία.
Ούτε η ΝΔ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ θέλησαν να καταλάβουν, ούτε καν να αναγνωρίσουν το βάθος των αιτιών που έχουν φέρει την Ελλάδα σε μια τραγική εποχή εξάρτησης και ανέχειας. Και έτσι, καταλήγουν να πουλάνε υποσχέσεις χωρίς αντίκρυσμα.
Η Κεντροαριστερά έχει τώρα την ευκαιρία να συζητήσει σε βάθος και να πείσει ότι μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Μπορούμε να πείσουμε τους πολίτες που αρκετά ψέματα και μύθους έχουν ακούσει τα τελευταία χρόνια. Με την αλήθεια και το θάρρος μας, θα πείσουμε.
Και για να μπορεί να γίνει αυτή η σε βάθος συζήτηση, στη Δημοκρατική Συμπαράταξη προχωράμε – και σε αυτό και εγώ και άλλοι επέμεναν-, προχωράμε όλοι μαζί, αλλά ταυτόχρονα διατηρώντας την αυτονομία του κάθε φορέα.
Είναι ένας τρόπος να υποστηρίξουμε την ενοποίηση του χώρου, μέσα από το διάλογο, την όσμωση – όχι επιφανειακά και πρόσκαιρα. Φέρνουμε έναν πλουραλισμό ιδεών και αυτό είναι το θετικό. Παράλληλα, διαμορφώνουμε μια βάση αρχών και αξιών που μας ενώνει στο όραμα και στη δράση. Είναι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για το χώρο μας, που παρά τα όποια άλλα προβλήματα, προσθέτει, δεν αφαιρεί.
Προτεραιότητές μας είναι οι νέες ιδέες, το σχέδιο για την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, ο διάλογος με τους πολίτες, η κατανόηση όχι μόνο των αριθμών, αλλά της ανάγκης σεβασμού κάθε ανθρώπου και της δυνατότητας συμμετοχής του σε όσα αφορούν στη ζωή του.
Η μεγάλη αλλαγή που οραματιστήκαμε στον τρόπο που λειτουργεί το κράτος και οι θεσμοί, διακόπηκε απότομα από την κρίση και τις συνέπειές της.
Τώρα, ο προοδευτικός χώρος μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να συνεχίσει αυτήν την αναγκαία για τη χώρα προσπάθεια, προσαρμοσμένη στις νέες προκλήσεις.
ΟΠ: Στο ΠΑΣΟΚ επικρατεί ένα κλίμα εσωστρέφειας και αντιπαλότητας που «ανάγκασαν» την Φώφη Γεννηματά να πάει σε έκτακτο συνέδριο. Σας προβληματίζει αυτή η εικόνα;
ΓΠ: Δεν μπορώ να μιλήσω για τις εσωτερικές διεργασίες στο ΠΑΣΟΚ. Σε κάθε περίπτωση η αναγέννηση του χώρου, όπως και κάθε γέννα, έχει τον πόνο της.
Για μένα πρωτεύει, μέσα από τις αρχές και τις αξίες μας, να επικεντρωθούμε στην επεξεργασία λύσεων, πραγματικά προοδευτικών και αλληλέγγυων για τον πολίτη.
Ο προοδευτικός χώρος θα ανακάμψει δυναμικά όσο δίνουμε χώρο στην ουσιαστική αυτή συζήτηση.
Γι’ αυτό, σημασία και αξία έχει η ουσιαστική αντιπαράθεση ιδεών γύρω από πολιτικές και προτάσεις. Στο χώρο της κεντροαριστεράς υπάρχουν διαφορές που αφορούν ιδέες και πολιτικές. Υπάρχουν και διαφορές που αφορούν προσωπικούς ανταγωνισμούς και συσχετισμούς δυνάμεων.
Όλα τα διαδικαστικά και οργανωτικά θέματα, που εντείνουν τις άγονες αντιπαραθέσεις μηχανισμών, κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στην ενίσχυση του προοδευτικού χώρου.
Ας ξεφύγουμε από αυτά. Όταν κυριάρχησαν, το αποτέλεσμα ήταν τραγικό για τον προοδευτικό χώρο.
Έχουμε τόσα πολλά να κάνουμε και τόσα να αλλάξουμε με γνώμονα τα πραγματικά συμφέροντα του λαού και της χώρας. Ας επικεντρωθούμε σε αυτά.
ΟΠ: Ενώ όμως από τη μια συμβαίνουν αυτά, από την άλλη η κα Γεννηματά, στη συνεδρίαση της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, έδειξε να επιταχύνει το βηματισμό για τη μετεξέλιξη της Συμπαράταξης σε ένα ενιαίο κόμμα.
ΓΠ: Η Φώφη Γεννηματά δεν είπε τίποτα διαφορετικό ή περισσότερο από όσα έχουν ειπωθεί μέχρι σήμερα. Και μακάρι κάποια στιγμή να βρεθούμε σε ένα σημείο που να έχουμε υπηρετήσει με συνέπεια και να έχουμε φέρει σε πέρας το στρατηγικό στόχο της πολιτικής μας ενότητας. Προφανώς και υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για τον τρόπο που πρέπει να προχωρήσουμε. Αλλά σε γενικές γραμμές υπάρχει προσέγγιση.
Αν κάτι έχει σημασία, είναι τα πράγματα να γίνουν με τη σωστή σειρά. Θα το πω απλά. Πρώτα πρέπει να ξέρεις τι πιστεύεις και τι θέλεις και εν προκειμένω, τι προτείνεις, ποια πρόταση προοδευτικής διακυβέρνησης καταθέτεις προς τους πολίτες και ακολούθως αναζητάς το πώς θα το πετύχεις.
Όλα πρέπει να υπηρετούν αυτήν την ανάγκη, τους Έλληνες και τη χώρα. Τα άλλα έπονται.
Το γεγονός ότι, αυτή η απλή λογική δεν υπερίσχυσε στις προηγούμενες προσπάθειες, κατέστησε τα εγχειρήματα εκείνα ατελέσφορα.
Ελπίζω και πιστεύω ότι αυτή τη φορά θα μπορέσουμε να τα καταφέρουμε.
ΟΠ: Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί μεγάλη φθορά και ότι οι προοδευτικοί ψηφοφόροι που τον ψήφισαν, τον εγκαταλείπουν. Πως εξηγείται το γεγονός ότι η Κεντροαριστερά δεν μπορεί να τους προσεγγίσει, αφήνοντας έτσι περιθώρια και για αυτοδυναμία της ΝΔ;
ΓΠ: Είναι πρόωρο να βγάζουμε συμπεράσματα για τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων στις επόμενες εκλογές. Ο χώρος μας έχει μια σταθερά ανοδική τάση, που δείχνει ότι έχει τις προϋποθέσεις να δημιουργήσει εκπλήξεις. Το κάλεσμά μας δεν είναι ψηφοθηρικό.
Το κάλεσμα είναι για συμμετοχή σε μια κοινή πορεία όπου όλοι θα συνδιαμορφώσουν τη νέα πλατφόρμα πολιτικής για τη χώρα.
Το Εθνικό μας Σχέδιο.
Πάντα βασισμένο στις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύουμε. Και με σεβασμό στις δημιουργικές απόψεις όλων όσων θέλουν να συμβάλουν.
Το κάλεσμα είναι για τη συγκρότηση μιας ισχυρής συμμαχίας κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα μπορεί να προωθήσει την εναλλακτική προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης της χώρας απέναντι στη συντηρητική. Μια ισχυρή προοδευτική συμμαχία που θα μπορεί να επιβάλει τη συνεννόηση των πολιτικών και παραγωγικών δυνάμεων, από την οποία και έχει ανάγκη ο τόπος.
Έτσι, θα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την απογοήτευση απέναντι στην πολιτική. Αυτή η απογοήτευση οδηγεί σε μια μοιρολατρεία για το μέλλον της χώρας. Αυτό πρέπει να αλλάξει. Η ανύψωση ή η καταβαράθρωση της χώρας εξαρτάται από τη συμμετοχή τελικά των Ελλήνων – εντός και εκτός της χώρας, στην κοινή προσπάθεια.
Και αυτό διαφέρει ριζικά από την πολιτική αντίληψη που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια. Ότι δηλαδή, θα βρούμε ένα νέο σωτήρα, μια μαγική λύση, κάτι που τελικά οδηγεί στο λαϊκισμό, τον αυταρχισμό, και τον δήθεν πατριωτισμό. Πατριωτικό είναι το αληθές, και μαζί, η ουσιαστική συμμετοχή όλων μας και η συμβολή μας στην αναζήτηση αποτελεσματικών λύσεων σε πραγματικά προβλήματα.
Πολλοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ νόμισαν ότι υπήρχε μια μαγική συνταγή που θα μπορούσε να εξαφανίσει τις συνέπειες της κρίσης. Στην πορεία ανακάλυψαν ότι αυτό δεν ειναι εφικτό. Ότι δεν υπάρχει από μηχανής Θεός. Άλλοι πίστεψαν ότι με το ΣΥΡΙΖΑ, σε πολλά ζητήματα θα υπερισχύσουν οι αξίες της αριστεράς. Στην πορεία διαπίστωσαν μια διολίσθηση σε λογικές και πολιτικές περισσότερο ΑΝΕΛ παρά ΣΥΡΙΖΑ, περισσότερο δεξιάς πελατειακής αντίληψης, που ενισχύει τους κρατούντες και όχι τον πολίτη.
Πολλοί οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ είδαν τι σημαίνει «εναλλακτική» αλήθεια, πολύ πριν την εποχή Τραμπ.
Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία διέψευσε τις ελπίδες όσων ήθελαν να μετεξελιχθεί σε ένα κεντροδεξιό σύγχρονο κόμμα.
Με αυτά τα δεδομένα, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις ο προοδευτικός χώρος να αποκτήσει ένα νέο δυναμισμό, και ελπίζω όχι μόνο επειδή οι άλλες επιλογές είναι κακές αλλά επειδή οι προτάσεις που έχουμε είναι καλύτερες.
ΟΠ: Οι εξεταστικές επιτροπές βγάζουν εκτός διερεύνησης τη διακυβέρνηση της χώρας από τη ΝΔ, θεωρείτε ότι υπάρχει δίαυλος επικοινωνίας ΣΥΡΙΖΑ- Καραμανλή;
ΓΠ: Μα σκόπιμα διαστεβλώνεται η ιστορική αλήθεια. Βολεύει φαίνεται και τις δύο πλευρές να ξεχάσουμε τις ευθύνες της διακυβέρνησης Καραμανλή στην αποδυνάμωση της χώρας, στη δημιουργία των προϋποθέσεων που έκαναν την Ελλάδα αδύναμο κρίκο της Ευρώπης, όταν ξέσπασε η κρίση. Αυτή η αντίληψη έχει οπαδούς πέρα από τη Νέα Δημοκρατία και στην κυβέρνηση ΑΝΕΛ- ΣΥΡΙΖΑ. Και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Γιατί; Γιατί έτσι, έμφαση δίνεται στις συνέπειες της κρίσης και όχι στις αιτίες που την προκάλεσαν. Με αυτόν τον τρόπο, η δεξιά και οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, επιχειρούν να συμπιέσουν τον προοδευτικό χώρο, αλλά και να δικαιολογήσουν την αντιμνημονιακή ρητορεία τους, με την οποία δημαγωγούσαν την πρώτη περίοδο της κρίσης. Κάτι που και τώρα συνεχίζουν, προκειμένου να αποσιωπήσουν τις δικές τους ευθύνες σε σχέση με τις δικές τους επιλογές.
Έτσι όμως, το κακό γίνεται διπλό. Από τη μια χάνεται η αλήθεια και από την άλλη, όσοι υπηρετούν αυτή την αντίληψη, δεν έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των πραγματικών αιτιών της κρίσης.
Το αποτέλεσμα, λοιπόν, είναι κακό για τους Έλληνες και τη χώρα, καθώς και οι δύο αυτές πολιτικές δυνάμεις παραμένουν μέρος του προβλήματος, όχι της λύσης του – σε μια κρίσιμη περίοδο που η χώρα έχει ανάγκη τη συνεννόηση όλων των πολιτικών και παραγωγικών δυνάμεων και μάλιστα, με όρους αλήθειας όσον αφορά τουλάχιστον την προσέγγιση και επίλυση του ελληνικού προβλήματος.
Και δεν χρειάζεται να ακούσετε μόνο εμάς για τις πραγματικές ευθύνες, διαβάστε την Έκθεση της Ευρωβουλής ή για τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, διαβάστε την Έκθεση GRECO του 2015. Το αναφέρω γιατί, αν δεν αναδείξουμε τις πραγματικές αιτίες της κρίσης, δεν θα δώσουμε ουσιαστική λύση.
ΟΠ: Η Βουλή καλείται τις επόμενες ημέρες να ψηφίσει τη συμφωνία με τους δανειστές. Η κυβέρνηση τη χαρακτηρίζει «ισορροπημένη» και προτάσσει τα λεγόμενα αντίμετρα. Η αντιπολίτευση θα την καταψηφίσει στο σύνολό της. Ορθώς πράττει;
ΓΠ: Η κυβέρνηση είχε πολλές ευκαιρίες να λειτουργήσει συναινετικά σχετικά με τη στρατηγική και τις συμφωνίες που γίνονται με τους δανειστές. Ξεκινώντας από τότε που ήταν αντιπολίτευση. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσω τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της Νέας Δημοκρατιάς την εποχή της πρώτης δανειακής σύμβασης. Είναι κάτι που προσωπικά, κυριολεκτικά έζησα στο πετσί μου και πλήρωσα ακριβά όταν επέλεξα να προτάξω το εθνικό συμφέρον και να αναλάβω τις ευθύνες μου.
Τώρα πληρώνει ο Ελληνικός λαός πολλά περισσότερα λόγω της μικροκομματικής και θα έλεγα μη πατριωτικής πολιτικής της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, μετά από αυτή τη στάση και την έλλειψη οποιασδήποτε ουσιαστικής ενημέρωσης και συνεργασίας με την αντιπολίτευση για τα μέτρα αυτά, είναι ώρα πρώτα οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες.
Είναι απαράδεκτο η χώρα να έχει εγκλωβιστεί σε ατελείωτα μνημόνια ως αποτέλεσμα αδιέξοδων επιλογών.
Η χώρα πρέπει και μπορεί να ανακάμψει.
Αλλά μέσω αυτής της βαριάς συμφωνίας, ακόμη και αν οι αγορές αντιδράσουν κάπως καλύτερα και η χώρα πάρει μια ανάσα μετά από δύο χαμένα χρόνια, που οι πολίτες τα πλήρωσαν με τεράστιο κόστος, ουσιαστική διέξοδος για την Ελληνική κοινωνία δεν θα έχει δημιουργηθεί.
Θα μπορέσει κανείς να δώσει πίσω στους Έλληνες όσα έχασαν αυτά τα δύο χρόνια χωρίς να υπάρχει λόγος; Φοβάμαι πως όχι – και η ευθύνη βαραίνει τόσο τη σημερινή κυβέρνηση όσο και τη ΝΔ.
ΟΠ: Τι τελικά φταίει και η Ελλάδα παραπαίει και μετά από θυσίες τόσων ετών δεν βγαίνουμε από τη δίνη της κρίσης;
ΓΠ: Από την αρχή της οικονομικής κρίσης τόνιζα ότι δεν θα μπορέσουμε να ανακάμψουμε αν όλη η έμφαση δίνεται στις οριζόντιες περικοπές κι όχι στις μεταρρυθμίσεις. Και τι είδους μεταρρυθμίσεις; Αυτές που χτυπούν την σπατάλη και τη διαφθορά μέσα από την καλύτερη διακυβέρνηση. Ένα χτυπητό παράδειγμα είναι αυτό που πετύχαμε με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Κερδίζουμε περίπου 3 δις τον χρόνο. Όσο δηλαδή ένας ολόκληρος ΕΝΦΙΑ. Αυτές τις μεταρρυθμίσεις έπρεπε ως χώρα να συνεχίσουμε αντί να επιβαρύνουμε τον Έλληνα πολίτη με νέους φόρους και περικοπές για να συντηρηθεί ένα παρασιτικό και πελατειακό σύστημα, που βολεύει τους λίγους και ισχυρούς.
Σκεφτείτε, αν αυτές οι αλλαγές είχαν συνεχιστεί αντί να σταματήσουν μετά από δύο χρόνια, δηλαδή το 2011, πόσο διαφορετικά και πολύ καλύτερα θα ήταν τα πράγματα.
Το πρόβλημα της χώρας ήταν και είναι πρωτίστως πολιτικό, είναι πρόβλημα Δημοκρατίας και λειτουργίας των θεσμών. Το ότι βρεθήκαμε ο αδύναμος κρίκος την εποχή που η παγκόσμια οικονομική κρίση έπληξε την Ευρώπη, ήταν αποτέλεσμα αυτού του προβλήματος. Αυτό το έλλειμμα Δημοκρατίας, είναι που επέτρεψε στην τότε κυβέρνηση της δεξιάς να υπερδιπλασιάσει το χρέος και να αφήσει την τελευταία μόνο χρονιά, το 2009, ένα τεράστιο έλλειμμα.
Η μάχη επομένως, εκεί πρέπει να επικεντρωθεί. Στην αλλαγή ενός πολιτικο-οικονομικού συστήματος που παράγει αντί να λύνει προβλήματα και κρατά σε ομηρία τους πολίτες και τη χώρα. Οι υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου δεν μπορούν να αναπνεύσουν.
Για να βγούμε από τη δίνη της κρίσης χρειάζεται να γίνουν πολλά πράγματα παράλληλα. Χρειάζεται καταρχήν ένα συνολικό σχέδιο ανάπτυξης για τη χώρα. Χρειάζεται να προχωρήσουν άμεσα προοδευτικές, δομικές μεταρρυθμίσεις. Χρειάζεται να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία, η πελατειακή νοοτροπία, ώστε να προσελκύσουμε επενδύσεις. Όπως ανέφερα και πριν, η κυβέρνηση με την πολιτική που επέλεξε μας έκανε να χάσουμε πολύτιμο χρόνο και χρήμα. Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, από την άλλη πλευρά, λόγω της συντηρητικής πλειοψηφίας στα κέντρα λήψης αποφάσεων της ΕΕ, επέλεξαν το δρόμο της λιτότητας χωρίς αναπτυξιακή λογική.
Όμως, πρέπει να παλέψουμε.
Κρίσιμο είναι να αλλάξουμε την παραγωγική μας δομή ώστε να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα.
Την ανανεώσιμη ενέργεια, την ποιοτική αγροτική παραγωγή και μεσογειακή/κρητική διατροφή, τις ιχθυοκαλλιέργειες, την ερευνα και την καινοτομία, τον εφοπλισμό, την αναμόρφωση της παιδείας και της υγείας, ώστε να παρέχουμε σωστές υπηρεσίες όχι μόνο στους Έλληνες αλλά και να κερδίσουμε όπως και πολλές άλλες χώρες από την προσφορά υπηρεσιών σε αυτούς τους τομείς στην παγκόσμια αγορά. Δείτε τι έκανε η Κύπρος στον τομέα της παιδείας, όπου πια έχει δεκάδες χιλιάδες μη Κύπριους φοιτητές να φοιτούν επί πληρωμή στα δικά τους ιδρύματα.
Και τελικά, πρέπει να αξιοποιήσουμε και τα ελληνικά μυαλά εντός και εκτός Ελλάδας. Αυτό σημαίνει σύστημα αξιοκρατικό, επιχειρησιακά έξυπνο στον δημόσιο τομέα.
ΟΠ: Εδώ και χρόνια παρατηρείται αυτό το ιδιαίτερα ανησυχητικό φαινόμενο, το φαινόμενο «braindrain» ή αλλιώς φυγή μυαλών. Χιλιάδες άνθρωποι με ιδιαίτερα υψηλά προσόντα, που έχασαν την εργασία τους εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, μεταναστεύουν στο εξωτερικό. Μπορεί να γίνει κάτι για την ανάσχεση αυτού του φαινομένου;
ΓΠ: Όταν η αντίληψη που επικρατούσε για την εργασία ήταν να βρει ο νέος θέση στο δημόσιο, αλλά το δημόσιο το συντηρούσε ο ιδιωτικός τομέας και τα δάνεια, κάποια στιγμή το μοντέλο αυτό θα κατέρρεε.
Σύμφωνα με μια ανάλυση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, πρώτος λόγος για τη μετανάστευση είναι η αναξιοκρατία και διαφθορά. Δηλαδή, η έλλειψη σιγουριάς και προοπτικής. Πώς να μη φύγουν οι νέοι όταν δεν υπάρχει προοπτική εξέλιξης; Όταν δεν υπάρχει αξιοκρατία; Όταν υπάρχει υπερφορολόγηση που έχει τσακίσει πολλά επαγγέλματα; Είδαμε τι έγινε τελευταία με τους ελεύθερους επαγγελματίες και όσους έχουν ατομικές ή μικρές επιχειρήσεις.
Όμως, εάν η Ελλάδα αρχίσει να αλλάζει, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την επιστροφή πολλών από τους νέους που ξενιτεύτηκαν.
Αυτοί θα αποτελέσουν μια δυναμική μαγιά για μια σε βάθος αλλαγή του παραγωγικού ιστού. Αλλά θα εναι πολύτιμοι και στο δημόσιο έχοντας αποκτήσει τεράστια εμπειρία στο εξωτερικό. Αρκεί να αξιοποιηθεί πραγματικά η εμπειρία τους. Δηλαδή, να μην βρουν εμπόδια και προσκόμματα από κατεστημένα που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα.
Στόχος μας πρέπει να είναι, όσοι έφυγαν με την κρίση να γυρίσουν πίσω. Τους έχουμε ανάγκη. Και αυτό μπορεί να γίνει αν τους δώσουμε κίνητρα. Αν προωθηθεί η καινοτομία. Αν οι τράπεζες μπορέσουν να στηρίξουν πάλι την επιχειρηματικότητα. Αν δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και δυνατότητες εξέλιξης. Γι’ αυτό είπα και πριν ότι χρειάζονται πολλές παράλληλες πρωτοβουλίες, χρειάζεται σχέδιο.
ΟΠ: Βρεθήκατε στο Πεκίνο, προσκεκλημένος της κυβέρνησης για να συμμετάσχετε ως πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στο Διεθνές Συνέδριο «Μια ζώνη, ένας Δρόμος». Πώς βλέπετε το ρόλο της Κίνας στο παγκόσμιο ανταγωνισμό και ειδικότερα πώς εκτιμάτε να εξελίσσονται οι εμπορικές σχέσεις της Κίνας με την Ελλάδα;
ΓΠ: Η Κίνα παίζει έναν όλο και πιο σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Είναι σημαντικό λοιπόν, σε μια εποχή εσωστρέφειας και απομονωτισμού, το ότι προωθεί ένα σχέδιο εξωστρεφές, το «μια Ζώνη, ένας Δρόμος»(OBOR), εμπνευσμένο από τον ιστορικό Δρόμο του Μεταξιού. Το σχέδιο αυτό για να πετύχει, χρειάζεται τη σύμπραξη πολλών χωρών, διεθνών οργανισμών, της τοπικής αυτοδιοίκησης, μη κυβερνητικών φορέων, αλλά και την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.
Μέσα από την υλοποίησή του έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει τεράστιες αναπτυξιακές προοπτικές αλλά και να προωθήσει την ειρήνη μέσα από την αλληλοεξάρτηση και τη συνεργασία των λαών. Αξίζει να σημειωθεί, ότι η κινεζική ηγεσία υποστηρίζει ότι θα είναι ένα σχέδιο βασισμένο στη βιώσιμη ανάπτυξη, το σεβασμό του περιβάλλοντας και τη χρήση της τεχνολογίας στην υπηρεσία του ανθρώπου.
Η Σοσιαλιστική Διεθνής, τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει έναν υψηλού επιπέδου διάλογο με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας για σημαντικά θέματα, όπως η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και συμφωνήσαμε να τον συνεχίσουμε.
Στις συνομιλίες μου στο Πεκίνο, αναφερθήκαμε και στο πώς η Ελλάδα, με κέντρο τον Πειραιά μπορεί να αποτελέσει έναν σημαντικό κόμβο της πρωτοβουλίας αυτής. Αρκεί να αξιοποιήσουμε σωστά τις ευκαιρίες που ανοίγονται. Με την Κίνα μπορούμε να συνεργαστούμε στενά στον τουρισμό, τη ναυτιλία, τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την έρευνα και την καινοτομία. Είμαστε σε καλό δρόμο, είναι μια στρατηγική σχέση που πρέπει να χτίσουμε σταθερά, με σχέδιο και συνέπεια.