Απρίλιος 1974. Τίποτα δεν προμηνύει όσα επρόκειτο ν’ ακολουθήσουν πολύ σύντομα. Η στρατιωτική δικτατορία Ιωαννίδη έμοιαζε πιο σταθερή από ποτέ, το φοιτητικό κίνημα είχε εξουδετερωθεί, η Ελλάδα ζούσε στους συνήθεις ρυθμούς εσωστρέφειας μιας μικρής και απομονωμένης χώρας με ένα αυταρχικό καθεστώς που έκανε διαρκώς επιδείξεις πυγμής, με συλλήψεις αντιφρονούντων, βασανισμούς, φυλακίσεις και εξορίες, αλλά και με ενέργειες εντυπωσιασμού όπως η παραπομπή και καταδίκη πρώην στελεχών του για διαφθορά (υπόθεση Μπαλόπουλου για τα σάπια κρέατα από την Αργεντινή). Η έβδομη επέτειος από την επιβολή της δικτατορίας εορτάστηκε μάλλον σεμνά, με τις συνήθεις δοξολογίες και τους τυποποιημένους, πληκτικούς, πανηγυρικούς λόγους.
Η Ιερά Σύναξη του Αγίου Όρους ασχολούνταν με την ανταρσία της μονής Εσφιγμένου και η σύγκλητος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ομόφωνα αποφάσιζε και διεκδικούσε την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης των καθηγητών πανεπιστημίου στα 70 χρόνια. Μια χώρα εσωστρεφής, απομονωμένη, μια χώρα σε αφασία.
Οι πολιτικοποιημένες φοιτητοπαρέες στη Θεσσαλονίκη, διαβάζουν με μανία Χέρμπερτ Μαρκούζε και Βίλχελμ Ράιχ (το Άκου Ανθρωπάκο κάνει θραύση), ενώ αναζητούν και μαρξιστικά βιβλία που κυκλοφορούν, ημιπαράνομα, σε μικρά βιβλιοπωλεία όπως η Θυμέλη της Καίτης Σακέτα στην Καμάρα και η Βιβλιοθήκη του Μανόλη Αναγνωστάκη στη Χρυσοστόμου Σμύρνης. Διασκεδάζουν σε ταβέρνες στα κάστρα –η Δόμνα και ο Καφετζίδης, τα πλέον δημοφιλή στέκια–, δίνουν ραντεβού για λουκουμάδες στον Γκιγκιλίνη της Τσιμισκή και ανταλλάσσουν χέρι χέρι παράνομες κασέτες με ηχογραφήσεις τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη. Πότε πότε, και κάποιες προκηρύξεις αντιδικτατορικών οργανώσεων. Σνομπάρουν τους απολιτίκ που συχνάζουν στις ντίσκο, όπως του Καλκάνα, και στα «καθώς πρέπει» στέκια όπως του Φλόκα, το Κορφού και το Τίφανις. Ανθούν οι μπουάτ, όπως η Κατμαντού και το Λιόγερμα, με τραγουδιστές του Νέου Κύματος. Αγαπημένοι μου, ο Λάκης Παπάς, ο Νίκος Μωραϊτόπουλος και ο αδελφός του, Τίμων.
Στα 18 μου χρόνια, έχοντας έλθει στη Θεσσαλονίκη από την Καλαμάτα για να σπουδάσω χημικός μηχανικός, είχα αποφασίσει, στα τέλη του 1973, ότι δεν υπήρχε περίπτωση να περάσω την υπόλοιπη ζωή μου ανακατεύοντας υγρά σε εργαστήρια και δοκιμαστικούς σωλήνες. Με το θράσος του εφήβου, είχα πάει στον διευθυντή της εφημερίδας Θεσσαλονίκη, Αντώνη Κούρτη, και του είχα πει να με δοκιμάσει, γιατί ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Εκείνος, αφού σχολίασε ότι πρέπει να είμαι πολύ μαλάκας για να θέλω αντί για χημικός μηχανικός να γίνω δημοσιογράφος, μου έδωσε να κάνω κάποια ρεπορτάζ, που δημοσιεύτηκαν, και μου ανέθεσε να φροντίζω τα σταυρόλεξα, τα διανυκτερεύοντα φαρμακεία και τα ωροσκόπια της εφημερίδας (τα έβρισκα από παλαιότερα φύλλα της εφημερίδας, τα οποία τεμάχιζα με κοπίδι). Στη συνέχεια, η τύχη μού χαμογέλασε, με την αποχώρηση ενός «παλιού», και έγινα υπεύθυνος φοιτητικού ρεπορτάζ και ελεύθερος ρεπόρτερ. Μισθός με «μπλοκάκι».
Γύριζα σε όλες τις σχολές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μάζευα υλικό για τις ημερομηνίες των εξετάσεων, τις υποτροφίες, τις διπλωματικές, τις διανομές συγγραμμάτων, τους διορισμούς νέων καθηγητών. Εκεί γνώρισα τον Θωμά Βασιλειάδη, που δούλευε ως μεταφραστής στη Θεσσαλονίκη, όταν δεν μπαινόβγαινε στις φυλακές της δικτατορίας, και «στρατολογήθηκα» στον Ρήγα Φεραίο. Το κλίμα της εποχής στη Θεσσαλονίκη καταγράφει με εξαιρετικό τρόπο ο Χρίστος Ζαφείρης στο Αντεθνικώςδρώντες 1971-1974.
Η πορτογαλική Άνοιξη και η Ισπανία
Στα τέλη Απριλίου του 1974, η ραστώνη διαλύεται με τις ειδήσεις από την Πορτογαλία. Ανατροπή του καθεστώτος Καετάνο, αποκατάσταση πολιτικών ελευθεριών, αποκαθήλωση του σαλαζαρισμού, εκλογές, συντακτική εθνοσυνέλευση, αποφυλάκιση κρατουμένων, επιστροφή εξορίστων, γενική αμνηστία, κάθαρση. Η Επανάσταση των Γαρυφάλλων. Ό,τι θα θέλαμε να γίνει στην Ελλάδα. Πορτογαλία, η νέα γη της Ελευθερίας.
Πολύ σύντομα, ο πορτογαλικός ιός χτυπάει την Ισπανία. Απεργίες, κινητοποιήσεις, δηλώσεις εξορίστων, εμφάνιση των «εργατικών επιτροπών», απαγωγές βιομηχάνων, ο Φράνκο βαριά άρρωστος, μεταβιβάζει τις εξουσίες του στον Χουάν Κάρλος.
Στις φοιτητικές παρέες δεν υπάρχει άλλο θέμα συζήτησης. Για ποιον χτυπάει η καμπάνα της πορτογαλικής άνοιξης και των εξελίξεων στην Ισπανία; Όλοι ελπίζουμε για την Ελλάδα. Ακόμα και το Μουντιαλ του 1974, που το κατέκτησε η Γερμανία του Μπεκενμπάουερ εναντίον της Ολλανδίας του Κρόιφ, περνάει για τους περισσότερους απαρατήρητο. Όσο και η κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδος από τον ΠΑΟΚ, στα πέναλτι, με αντίπαλο τον προαιώνιο εχθρό του, τον Ολυμπιακό.
Στην εφημερίδα τρελαινόμαστε. Πυκνώνουν τα δημοσιεύματα, μεταφράσεις από άρθρα ευρωπαϊκών εφημερίδων, για την Πορτογαλία. Στη Μακεδονία, τη συντηρητική ομογάλακτη της Θεσσαλονίκης, δημοσιεύονται ανταποκρίσεις από την Πορτογαλική Άνοιξη «ειδικού συνεργάτη», που αργότερα μάθαμε ότι ήταν ο Τάκης Λαμπρίας. Στην τρίτη σελίδα της εφημερίδας με τίτλο «αναλύσεις στα γεγονότα» δημοσιεύονται μεταφράσεις κειμένων του ευρωπαϊκού Τύπου για την Πορτογαλία, και όχι μόνο. Ο Χρήστος Μεμής, που έχει την ευθύνη της σελίδας, επιλέγει και δημοσιεύει κείμενα για τη Χιλή, τον Φρανσουά Μιττεράν που είχε αποτύχει για λίγο να εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, τον Μαρκούζε, τον Ντυβερζέ, το Μπέρκλεϊ, το «αυταρχικό καθεστώς της Νότιας Κορέας». Στον Ρήγα, ο Θωμάς μάς ειδοποιεί να είμαστε σε «εγρήγορση και επιφυλακή» γιατί αναμένονται ραγδαίες εξελίξεις. Το νιώθουμε, το βιώνουμε, το αναπνέουμε. Το ίδιο και η δικτατορία, με τον πρωθυπουργό Ανδρουτσόπουλο να δηλώνει ότι «δεν υποκείμεθα εις εκβιασμούς». Μοιάζει να έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση.
Η Κυπριακή Τραγωδία και η Μεταπολίτευση
Στις 15 Ιουλίου 1974 ανατρέπεται ο Μακάριος στην Κύπρο. Καταφέρνει να επιζήσει και να διαφύγει. Ακολουθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο και η γενική επιστράτευση που αποδεικνύεται φιάσκο. Τα μπακάλικα αδειάζουν από προμήθειες. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι πολύ σύντομα κάτι θα συμβεί και στην Ελλάδα.
Στην εφημερίδα επικρατεί πολεμική ατμόσφαιρα. Πηγαίνω στις 5 το πρωί και φεύγω το μεσημέρι (τότε οι απογευματινές εφημερίδες ήταν πραγματικά απογευματινές). Όλοι κάνουμε όλα. Η πραγματική δουλειά άρχιζε γύρω στις 3 τα ξημερώματα όταν οι ανταποκριτές της Αθήνας πήγαιναν στην πλατεία Ομονοίας και αγόραζαν τα πρωινά φύλλα των αθηναϊκών εφημερίδων. Υπαγόρευαν τα κύρια θέματα στο τηλέφωνο και ακολουθούσε απομαγνητοφώνηση και διόρθωση. Κάτι σαν το σημερινό copy paste.
Τρίτη 23 Ιουλίου 1974. Από το πρωί στην εφημερίδα. Διαβάζω ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου που διαψεύδει «επισήμως» τις «σπερμολογίες περί μεταβολών εις την εσωτερικήν κατάστασιν». Διαρκής ροή πληροφοριών περί συσκέψεων. Τελικά, η χούντα, υπό το βάρος της κυπριακής τραγωδίας, καταρρέει. Ο «Πρόεδρος της Δημοκρατίας» στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης διαπραγματεύεται την παράδοση της εξουσίας στους πολιτικούς. Εξουθενωμένος, φεύγω και πέφτω να κοιμηθώ.
Νωρίς το απόγευμα με ξυπνάει ο Θωμάς. Έπεσαν, έρχεται ο Καραμανλής, τρέχα στην Αγγελάκη, θα κάνουμε διαδήλωση. Ντύνομαι σε μηδενικό χρόνο, κατηφορίζω με το σολεξάκι μου από τη Φιλίππου για την Αγγελάκη και βρίσκομαι, χωρίς να το καταλάβω, ανάμεσα σε δεκάδες, που πολύ σύντομα γίνονται εκατοντάδες, διαδηλωτές που φωνάζουν «δημοκρατία». Μερικοί κρατούν ελληνικές σημαίες. Όποιον βλέπουμε δίπλα μας τον φιλάμε. Από τις πολυκατοικίες ανοίγουν πόρτες και μπαλκόνια, σημαίες ανεμίζουν. Μια ανείπωτη χαρά, αδύνατο να περιγραφεί. Το πώς βρεθήκαμε από την Αγγελάκη στην Τσιμισκή δεν το κατάλαβα. Ίδια ατμόσφαιρα. Ο Θωμάς δίνει οδηγίες για αυτοσυγκράτηση. Αν αρχίσουν οι του ΚΚΕ και οι αριστεριστές, οι γκωσίστες όπως τους έλεγε, ακραία συνθήματα, εμείς φωνάζουμε «λαός ενωμένος ποτέ νικημένος» για να τους καλύψουμε.
Κάποια στιγμή αποφασίζω να πάω στην εφημερίδα. Για ύπνο ούτε λόγος. Ο Κούρτης με προπηλακίζει, επειδή ο κόσμος καίγεται και εγώ τρέχω στους δρόμους. «Πήγα για ρεπορτάζ», του απαντάω. «Γράψ’ το αμέσως και τρέχα στα τέλεξ», μου απαντάει. Το δωμάτιο με τα τέλεξ ήταν το δωμάτιο του διαβόλου στην εφημερίδα. Τα μηχανήματα των διεθνών ειδησεογραφικών πρακτορείων πολυβολούσαν ειδήσεις μ’ έναν διαβολικό θόρυβο, σε χαρτί συνεχούς ροής. Από τα εκατοντάδες μέτρα χαρτιού, ξεχωρίζαμε όποια είδηση είχε να κάνει με Ελλάδα και ακολουθούσε αξιολόγηση και μετάφραση.
Τα χαράματα της Τετάρτης 24 Ιουλίου, Καραμανλής πρωθυπουργός. Επιστρέφω στο φοιτητικό μου διαμέρισμα, κάνω ένα μπάνιο και κατηφορίζω στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην Τσιμισκή. Στη στοά Χρυσικοπούλου υπήρχε ένα δισκάδικο που, για τους φοιτητές, αντέγραφε δίσκους σε κασέτες. Είχα γνωριστεί με τον ιδιοκτήτη και του είχα παραγγείλει διάφορες κασέτες με κλασική μουσική. «Τρεις κασέτες Θεοδωράκη και σε ένα δίωρο να είναι έτοιμες», τον προστάζω. «Είσαι τρελός», μου απαντάει· σε τρεις ώρες θα είναι έτοιμες. Περιπλανιέμαι στην πόλη, παίρνω τις κασέτες, νιώθω ότι στα χέρια μου κρατάω τον θησαυρό της ελευθερίας, έχω απογειωθεί, τραγουδάω μόνος μου, γυρίζω στο διαμέρισμα, τις βάζω στο δημοσιογραφικό κασετόφωνο και τις ακούω, τις ακούω ξανά, τις ακούμε και τις ακούμε ξανά, αφού στο μεταξύ το διαμέρισμα έχει γεμίσει από φίλους, από γνωστούς και από αγνώστους.
Όσα ακολουθούν, είναι πέρα από κάθε φαντασία και κάθε προσδοκία. Ο Καραμανλής ανακοινώνει με διάγγελμά του την επάνοδο στη συνταγματική τάξη. Αρχίζουν να αφαιρούνται από παντού τα σύμβολα της δικτατορίας, αυτό το μισητό πουλί με τον στρατιώτη. Αυτοεξόριστοι επιστρέφουν. Μίκης Θεοδωράκης, Γεώργιος Μαγκάκης, Δημήτρης Τσάτσος, Μελίνα Μερκούρη και πολλοί άλλοι. Πολιτικοί κρατούμενοι απολύονται από τις φυλακές. Όταν επιμελούμαι την είδηση ότι ελευθερώθηκαν 44 κρατούμενοι από τη Γυάρο (ανάμεσά τους Νίκος Κιάος, Τάκης Μπενάς, Νίκος Ψαρουδάκης, Γιάννης Χοτζέας, Νίκος Μανιός, Ανδρέας Νεφελούδης), δεν μπορώ να συγκρατηθώ και κλαίω. Ο Ηλίας Ηλιού δηλώνει ότι η υπό σχηματισμό κυβέρνηση είναι «μεγάλο θετικό βήμα, άνοιγμα του δρόμου για τη δημοκρατία», ενώ ο Ανδρέας Παπανδρέου μιλάει για «νατοϊκή αλλαγή φρουράς».
Την Παρασκευή το πρωί, 26 Ιουλίου, θυμάμαι ότι είμαι φοιτητικός συντάκτης και γράφω το πρώτο κείμενο σε συνθήκες ελευθερίας με τίτλο «Τα τωρινά συμβούλια δεν αντιπροσωπεύουν τον φοιτητικό κόσμο». Υποστηρίζω ότι «το σπουδαιότερο από τα φοιτητικά αιτήματα που χρειάζεται άμεση και σωστή αντιμετώπιση και λύση» είναι οι ελεύθερες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους. Αμέσως μετά, φεύγω για τις φυλακές Διαβατών για ρεπορτάζ. Από στιγμή σε στιγμή επίκειται η απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων, στελεχών της αντι-ΕΦΕΕ, και προσφέρομαι εθελοντικά να καλύψω το γεγονός. «Κουβαλάς μεγάλη τρέλα», μου λέει ο Κούρτης και με στέλνει με το αυτοκίνητο της εφημερίδας. Ειδοποιώ και φωτορεπόρτερ. Δεκάδες συγγενείς περιμένουν υπομονετικά, για ώρες. «Δεν έχουν ολοκληρωθεί οι απαραίτητες γραφειοκρατικές διατυπώσεις», μου λέει ο διευθυντής των φυλακών, τον οποίο προπηλακίζω. Τελικά, γύρω στις οκτώ το βράδυ, η βαριά πύλη ανοίγει και προβάλλουν οι κρατούμενοι. Ανάμεσά τους κάποιοι που είχαν ηγετικό ρόλο στην ΚΝΕ και το ΚΚΕ της μεταπολίτευσης, όπως ο Αλέκος Γκαγκανιάρας, ο Νίκος Καπλάνης, ο Γιάννης Βασιλειάδης. Όλοι χάνονται στις αγκαλιές των συγγενών τους. Όπως τους βλέπω να βγαίνουν από την πύλη αναρωτιέμαι τι να υπερισχύει στο μυαλό τους. Η ανάκτηση της προσωπικής ελευθερίας ή η πολιτική δικαίωση. Οι υψωμένες γροθιές τους, καθώς και το κοινό κείμενο που μου δίνουν δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι έχουν επιλέξει το δεύτερο. Κάποια στιγμή με πλησιάζει ένας από τους κρατούμενους και μου συστήνεται. Πέτρος Οικονόμου, «Με συνέλαβαν κατά λάθος με τους Κνίτες, εγώ είμαι με την ανανέωση», μου λέει και μου δίνει μια ξεχωριστή δήλωση. Με τον Πέτρο πορευτήκαμε για πολλά χρόνια μαζί και ήμασταν στο πρώτο μεταδικτατορικό Κεντρικό Συμβούλιο της ΦΕΑΠΘ. Δυστυχώς πέθανε πριν από τρία χρόνια. Στην κηδεία του ήταν οι περισσότεροι από τους συγκρατούμενούς του.
Το φοιτητικό κίνημα και ο πρύτανης των τανκς
Τις ημέρες που ακολουθούν οι εξελίξεις έχουν ρυθμό πολυβόλου. Στην Κύπρο έχουμε τον Αττίλα 2 και την κατάληψη της Αμμοχώστου. Η ελληνική κυβέρνηση αντιδρά εξαγγέλλοντας αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Στην Ελλάδα, ένας άνεμος ελευθερίας πνέει παντού. Σχεδόν καθημερινά γίνονται διαδηλώσεις, όπου επικρατεί ακραίος αντιαμερικανισμός. Η νεογέννητη μεταπολίτευση έχει ήδη ανακαλύψει τον μεγάλο εχθρό της, που δεν είναι άλλος από τους Αμερικανούς. Στον κοινό νου της μεταδικτατορικής Ελλάδας δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι Αμερικανοί είναι οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι τόσο για την επιβολή της δικτατορίας όσο και για την τραγωδία της Κύπρου. Το σύνθημα «φονιάδες των λαών, Αμερικάνοι», δονεί τη χώρα, απ’ άκρη σ’ άκρη.
Παράλληλα, επανεκδίδονται εφημερίδες που είχαν διακόψει την κυκλοφορία τους επί δικτατορίας, όπως η Καθημερινή της Ελένης Βλάχου. Στις 4 Αυγούστου, επέτειο της δικτατορίας Μεταξά, επανακυκλοφορεί Η Αυγή και λίγο αργότερα ο Ριζοσπάστης. Στις 10 Αυγούστου, κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του Θούριου, της δεκαπενθήμερης εφημερίδας του Ρήγα Φεραίου. Μαζική επανέκδοση όλων των έργων του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος δηλώνει την υποστήριξή του στον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Το ΚΚΕ αρχίζει να μιλάει απαξιωτικά για την «ομάδα Δρακόπουλου». Αρχίζει να συζητείται η πιθανότητα νομιμοποίησης των κομμουνιστικών κομμάτων. Ο Μπάμπης Δρακόπουλος και ο Κώστας Φιλίνης κάνουν σχετικό διάβημα στον υπουργό Προεδρίας Γεώργιο Ράλλη. Οργανώνεται «ανοιχτό αχτίφ στελεχών» του Ρήγα Θεσσαλονίκης στο σπίτι του Χρυσάφη Ιορδάνογλου, στην οδό Μακένζυ Κινγκ, με εισηγητή τον Μανόλη Αναγνωστάκη και θέμα τις διαφορές ανάμεσα στο ΚΚΕ εσωτερικού και το ΚΚΕ εξωτερικού. Ο Μανόλης είναι κατηγορηματικός στην εισήγησή του. Τα δύο ΚΚΕ είχαν αγεφύρωτες διαφορές. Μια άποψη που την υποστήριξε έκτοτε με σθένος. Ο Θωμάς έχει ήδη νοικιάσει γραφεία για το ΚΚΕ εσωτερικού στην πλατεία Αριστοτέλους, όπου και μαζευόμαστε, περιμένοντας τη νομιμοποίηση για ν’ ανεβάσουμε τις ταμπέλες. Οι ασφαλίτες που είναι μόνιμα εγκατεστημένοι απέναντι από τα γραφεία δεν μας πτοούν. Στη Λάρισα συλλαμβάνονται και καταδικάζονται δύο φοιτητές επειδή διένειμαν προκηρύξεις που ζητούσαν τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Παράλληλα, απομακρύνεται από τη θέση του ο υπεύθυνος σπουδαστικού της ασφάλειας, ο διαβόητος Κωνσταντίνος Καραπαναγιώτης. Οι αντιφάσεις μιας μεταβατικής και πρωτόγνωρης εποχής.
Στα εκπαιδευτικά, ο Δημήτρης Τσάτσος γίνεται υφυπουργός Παιδείας, αρμόδιος για θέματα ανώτατης εκπαίδευσης. Ο Δημήτρης Φατούρος, γενικός διευθυντής ανώτατης εκπαίδευσης και ο Δημήτρης Μαρωνίτης, ειδικός σύμβουλος. Οι συζητήσεις για ελεύθερες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους, καθώς και για τη Συντακτική Πράξη για την παιδεία, φουντώνουν. Απολύονται 46 καθηγητές πανεπιστημίου που είχαν διοριστεί παράνομα από τη δικτατορία.
Παρ’ ότι καλοκαίρι, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης βράζει. Μοιάζει με χύτρα έτοιμη να εκραγεί. Στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη αρχίζουν να εμφανίζονται διάφοροι περίεργοι τύποι με τζάκετ, αμπέχονα και αρβύλες, για να μου δώσουν, ως υπεύθυνο φοιτητικών θεμάτων, ψηφίσματα με σχοινοτενείς πολιτικές αναλύσεις, απαιτώντας να δημοσιευτούν αυτούσια, «χωρίς λογοκρισία». Αρχίζουν οι πρώτοι τσακωμοί, όταν τους λέω ότι η εφημερίδα δεν είναι δική τους και ότι υπάρχουν περιορισμοί χώρου. Ο Αντώνης Κούρτης τους κοιτάζει βλοσυρά και ο αρχισυντάκτης Αντώνης Πεκλάρης τους βλέπει σαν εξωγήινους. Οι αθλητικοί συντάκτες έκπληκτοι παρατηρούν μια άλλη «φυλή» να εισβάλει στον τρίτο όροφο της οδού Μοναστηρίου, όπου ήταν τα γραφεία της εφημερίδας, απέναντι από τον σιδηροδρομικό σταθμό. Ο ιδιοκτήτης Γιάννης Βελλίδης μαθαίνει τα καθέκαστα και δίνει εντολή να μην ανεβαίνουν οι φοιτητές στον τρίτο όροφο και να κατεβαίνω εγώ στο ισόγειο για να παραλαμβάνω τα κείμενά τους. Η εντολή εκτελείται για 2-3 ημέρες και καταργείται σιωπηλά, όταν ο Γεράσιμος Λιόντος, εμβληματική φυσιογνωμία της «Συνεπούς Αριστεράς», καταγγέλλει το συγκρότημα Βελλίδη για απόπειρα φίμωσης του λαϊκού κινήματος.
Την 21η Αυγούστου έρχεται στη Θεσσαλονίκη η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας με επικεφαλής τον υπουργό Νίκο Λούρο. Παρίσταται σε συνεδρίαση της συγκλήτου του πανεπιστημίου. Είμαι, μαζί με άλλους δημοσιογράφους, στον έβδομο όροφο του κτιρίου της διοίκησης και περιμένουμε να μάθουμε τι συζητήθηκε. Ξαφνικά, ανοίγει η πόρτα και βγαίνει κατακόκκινος ο Λούρος, συνοδευόμενος από τους Δημήτρη Τσάτσο, Δημήτρη Φατούρο, Δημήτρη Μαρωνίτη και Παύλο Κανελλάκη. Ο Τσάτσος μας ενημερώνει ότι αποχώρησαν από τη σύγκλητο λόγω απαράδεκτης συμπεριφοράς του πρύτανη Σδράκα, και μας καλεί σε μία ώρα στο ξενοδοχείο Μεντιτερανέ[4] για συνέντευξη Τύπου. Αναζητούμε τον Σδράκα που μας λέει, σε έξαλλη κατάσταση, ότι «όπως πολέμησα τη χούντα, έτσι θα πολεμήσω και αυτούς». Φεύγουμε για το Μεντιτερανέ, όπου μαθαίνουμε τι έχει συμβεί. Οι εκπρόσωποι του υπουργείου θέλησαν να γίνει συζήτηση για την αναδιοργάνωση των πανεπιστημίων, ενώ ο πρύτανης και οι συγκλητικοί ζήτησαν να συζητηθεί ως κύριο πρόβλημα η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης των καθηγητών πανεπιστημίου στα 70 χρόνια. Όταν ο Δημήτρης Μαρωνίτης επιχείρησε να πάρει το λόγο, ο Σδράκας είπε: «απαγορεύω στον υφηγητή Μαρωνίτη να μιλήσει». Το περιστατικό ήταν ενδεικτικό της απόλυτης ασυμβατότητας νοοτροπιών ανάμεσα σε μεγάλο αριθμό καθηγητών πανεπιστημίου και στη νέα πραγματικότητα της μεταπολίτευσης.
Για την ιστορία, εναντίον του Σδράκα κινήθηκε πειθαρχική διαδικασία και απομακρύνθηκε από τη θέση του. Συνέχισε να κάνει προκλητικές δηλώσεις και ήταν σε μόνιμη αντιδικία με τη εφημερίδαΘεσσαλονίκη και εμένα προσωπικά, γιατί είχα την έμπνευση να βάλω το πρόσωπό του στο στόμιο ενός τανκ και να τον ονομάσω «πρύτανη των τανκς». Η φωτογραφία (ένα είδος πρόδρομου photoshop) δημοσιεύτηκε πρωτοσέλιδη και έγινε αναπαραγωγή της από πολλά έντυπα. Ο Σδράκας, κάθε φορά που δημοσιευόταν, έκανε και μια μήνυση στην εφημερίδα, στον Αντώνη Κούρτη και σε μένα. Συνολικά πρέπει να έκανε πάνω από 15 μηνύσεις. Στο τέλος, βαρέθηκε και τις απέσυρε.
Το βράδυ εκείνης της απίστευτης ημέρας, ο Δημήτρης Φατούρος οργάνωσε μια συγκέντρωση στο σπίτι του, στην παραλιακή οδό Κέννεντυ. Εκεί, ο Δημήτρης Τσάτσος μου έδωσε συνέντευξη, που δημοσιεύτηκε την επόμενη ημέρα, όπου ανήγγειλε ελεύθερες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους και αποχουντοποίηση των πανεπιστημίων από καθηγητές που συνεργάστηκαν με τη δικτατορία. Μια νέα περίοδος άρχιζε για τα ελληνικά πανεπιστήμια, που ακόμα περιμένει την ψύχραιμη αποτίμησή της.
Κωνσταντίνος Καραμανλής και Ανδρέας Παπανδρέου
Ήδη από τις πρώτες ημέρες της μεταπολίτευσης ήταν εμφανές ότι οι δύο μεγάλοι πρωταγωνιστές της θα ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο τελευταίος είχε επιστρέψει στην Ελλάδα στις 16 Αυγούστου και είχε ξεκαθαρίσει την πολιτική του ατζέντα. Στόχος του είπε ότι ήταν να θέσει τέρμα στην εξάρτηση της Ελλάδας από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Η «εθνική απελευθέρωση» που επαγγέλθηκε αμέσως υιοθετήθηκε από μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και η υποδοχή του στο αεροδρόμιο της Αθήνας ήταν απίστευτη σε παλμό και όγκο.
Όμως και η αποδοχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν τεράστια. Ίσως το αποκορύφωμά της ήταν η μεγάλη συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, στις 31 Αυγούστου, όπου συμμετείχαν, χωρίς κομματικά πανό, πολίτες από όλο το πολιτικό φάσμα. Εμείς, του Ρήγα, ήμασταν εκεί, η πιο συγκροτημένη πολιτική ομάδα. Θυμάμαι κάποιους από εκείνους που στήσαμε μαζί τον Ρήγα στη Θεσσαλονίκη, τον Θωμά Βασιλειάδη, τον Λάκη Προγγίδη, τον Χρυσάφη Ιορδάνογλου, τον Πάνο Ερμείδη, τον Κόκα Αναγνωστόπουλο, τον Γιαννίκο Κοπιδάκη, τη Ρία Καλφακάκου, τη Ζωή Παπασιώπη, τον Γιώργο Καστούρα, τον Μιχάλη Τριανταφυλλίδη. Σίγουρα ξεχνάω αρκετούς και τους ζητώ να με συγχωρήσουν. Τα πανό μας τα είχαμε φτιάξει στο σπίτι του Λάκη Προγγίδη, πάνω από το Λιόπεσι, στην πλατεία Ναβαρίνου. Με κυρίαρχο σύνθημα «Λαός ενωμένος ποτέ νικημένος», ακούσαμε με ικανοποίηση τον Καραμανλή να μιλάει για την ανάγκη εθνικής ενότητας, για μια νέα Ελλάδα που θα την κτίζαμε όλοι μαζί και για την ανάγκη να γίνουμε μια δημοκρατία ευρωπαϊκού τύπου.
Όταν ο Καραμανλής επανέλαβε την απόφασή του να φύγει η Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ κάποιοι παγώσαμε, αλλά δεν μιλήσαμε. Η απόφαση αυτή, εκ των υστέρων γνωρίζουμε ότι ήταν απολύτως λανθασμένη, γι’ αυτό άλλωστε και ανακλήθηκε πολύ σύντομα. Όμως, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο «λαό» και επικροτήθηκε από το σύνολο του πολιτικού κόσμου, με εξαίρεση το ΚΚΕ, που ζήτησε αποχώρηση και από το πολιτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Όσο σκέπτομαι ξανά εκείνες τις ημέρες, τόσο καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με εκείνη του την απόφαση, για αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, μπορεί να ικανοποίησε το «λαϊκό αίσθημα» και να απέτρεψε τη μονοπωλιακή ιδιοποίηση του αντιαμερικανισμού από τον Ανδρέα Παπανδρέου, κάτι που τον οδήγησε σε θρίαμβο στις εκλογές που ακολούθησαν, ταυτόχρονα, παραχώρησε όμως την ιδεολογική ηγεμονία στον αντίπαλό του. Μια ιδεολογική ηγεμονία που οδήγησε στην πολιτική επικράτηση του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ λίγα χρόνια αργότερα, το 1981. Οι πολιτικές αναλογίες με τη σημερινή εποχή είναι εντυπωσιακές. Η αντιμνημονιακή ρητορική των κυβερνώντων μπορεί να τους προσπορίζει πρόσκαιρα οφέλη, είναι όμως σίγουρο ότι εδραιώνει την ιδεολογική ηγεμονία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο αντιαμερικανισμός έγινε η κυρίαρχη ιδεολογία στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης και καλλιέργησε τη νοοτροπία της διαρκούς επίρριψης των ευθυνών για ό,τι κακό συμβαίνει στη χώρα στους «άλλους», τους «κακούς». Ποτέ εμείς δεν φταίξαμε για τίποτα. Τότε ήταν οι Αμερικανοί, τώρα είναι η Μέρκελ. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εφημερίδες της εποχής έβριθαν από άρθρα με πηχυαίους τίτλους όπως «Όχι πια δούλοι» και «Ποτέ εξάρτηση από κανέναν».
Του Πέτρου Παπασαραντόπουλου, Συγγραφέας