Του Βαγγέλη Δουράκη
«Κρας τεστ» συνιστούν και για την παγκόσμια οικονομία τα επόμενα 24ωρα, καθώς η υφήλιος εισέρχεται σε αχαρτογράφητα ύδατα. Η εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στο πολεμικό μέτωπο, που άνοιξε ανάμεσα σε Ισραήλ και Ιράν, ενίσχυσε το ρίσκο και τις αβεβαιότητες πόσο μάλλον όταν είναι άγνωστο πως θα αντιδράσει η Τεχεράνη. Αν και οι χειρότεροι εφιάλτες των αγορών -αλλά και των πολιτών- φαίνεται να παίρνουν «σάρκα και οστά» εντούτοις υπάρχουν «βαλβίδες ασφαλείας».
«Κλειδί» φυσικά για την περαιτέρω πορεία της οικονομίας συνιστούν οι τιμές ενέργειας και εν προκειμένω το κόστος του πετρελαίου.
Πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στην αγορά πετρελαίου
Μόλις πριν λίγες ημέρες σε έκθεση του o Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, υπογράμμιζε πως η παγκόσμια αγορά μοιάζει να είναι καλά εφοδιασμένη εφέτος, εφ’ όσον δεν υπάρξουν σημαντικές διαταραχές, καθώς η αύξηση της προσφοράς κατά 1,8 εκατ. βαρέλια την ημέρα υπερβαίνει την αύξηση της ζήτησης που εκτιμάται σε 720 χιλιάδες βαρέλια. Η πλεονάζουσα προσφορά είναι ο λόγος που οι τιμές είχαν υποχωρήσει έντονα τους τελευταίους μήνες – ιδιαίτερα μετά τις αυξήσεις δασμών από τις ΗΠΑ – και κινούνταν κάτω από τα 70 δολάρια μέχρι τις 13 Ιουνίου.
Και αυτός είναι ο λόγος που οι «φουσκωμένες» τιμές των τελευταίων ημερών δεν αναμένεται να διατηρηθούν επί μακρόν, εκτός αν αναφλεγεί ολόκληρη η Μέση Ανατολή και πληγούν η παραγωγή και οι εξαγωγές όχι μόνο του Ιράν αλλά και των άλλων χωρών της περιοχής.
Η παραγωγή και οι εξαγωγές αργού πετρελαίου από την περιοχή του Περσικού Κόλπου συνεχίζονται χωρίς ουσιαστικό πρόβλημα, καθώς δεν κτυπήθηκαν πετρελαϊκές υποδομές του Ιράν, το οποίο αύξησε μάλιστα τις εξαγωγές του, κυρίως προς την Κίνα, κατά περίπου 40% την τελευταία εβδομάδα σε 2,4 εκατ. τόνους την ημέρα.
Όλα αυτά βεβαίως είναι «ασκήσεις επί χάρτου», καθώς «επί του πεδίου» εκείνο που κυριαρχεί είναι το απρόβλεπτο: Και ένα από αυτά μπορεί να αποτελέσει πιθανό «σφράγισμα» των περιβόητων Στενών του Ορμούζ, πόσο μάλλον όταν το Ιρανικό Κοινοβούλιο ήδη άναψε «πράσινο φως» για μια τέτοια κίνηση.
Αλλά και αυτό δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, πρωτίστως γιατί θα πλήξει και την ίδια την Τεχεράνη.
Ο «εφιάλτης» των διεθνών αγορών
Το κλείσιμο των Στενών είναι ένας από τους «πονοκεφάλους» που έχουν να αντιμετωπίσουν οι αγορές, αλλά θα δημιουργούσε πρόβλημα όχι μόνο στις υπόλοιπες χώρες του Κόλπου – Σαουδική Αραβία, Κατάρ, Κουβέιτ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κουβέιτ -που εξάγουν περίπου 20 εκατ. βαρέλια την ημέρα μέσω αυτής της θαλάσσιας διόδου ή περίπου το 20% της παγκόσμιας παραγωγής, αλλά και το ίδιο το Ιράν.
Σε κάθε περίπτωση η Τεχεράνη για να διαταράξει σοβαρά ή να μπλοκάρει το Στενό του Ορμούζ, θα έπρεπε να τοποθετήσει νάρκες σε όλο το μήκος του Στενού, το οποίο έχει πλάτος 55 χλμ. (34 μίλια) στο στενότερο σημείο του.
Επίσης, ο στρατός της χώρας ή οι Φρουροί της Επανάστασης θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να χτυπήσουν ή να καταλάβουν πλοία στον Κόλπο, μια μέθοδο που έχουν χρησιμοποιήσει σε αρκετές περιπτώσεις τα τελευταία χρόνια.
Επιπλέον, ενώ το Ορμούζ δεν έχει ποτέ αποκλειστεί πλήρως, έχει διαταραχθεί αρκετές φορές. Η διακοπή της θαλάσσιας κυκλοφορίας στον Κόλπο από το Ιράν δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο, αλλά οποιαδήποτε απόπειρα θα αντιμετωπιζόταν πιθανώς με μια γρήγορη και ισχυρή αντίδραση από το αμερικανικό ναυτικό, περιορίζοντας την πιθανότητα μιας παρατεταμένης διαταραχής στην προσφορά.
Ο αντίκτυπος των αυξήσεων του «μαύρου χρυσού» στην Ελλάδα
Τι αντίκτυπο θα είχε όμως στην ελληνική οικονομία πιθανή περαιτέρω άνοδος των τιμών του «μαύρου χρυσού»; Όπως εκτιμά, εγχώριο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα:
Κάθε αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 10 δολάρια ανά βαρέλι μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 0,4%.
Κάθε αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου κατά 10 ευρώ ανά MWh ενδέχεται να προκαλέσει μείωση του ΑΕΠ κατά 0,3%.
Εντούτοις, η ελληνική οικονομία δείχνει να διαθέτει για τα επόμενα χρόνια έναν «ελεύθερο διάδρομο» ανάπτυξης σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας υπό την αίρεση ότι δεν θα υπάρξει μεγαλύτερη κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή ή άλλες απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις στο ταραγμένο γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η κρίση βρίσκει τα δημοσιονομικά της χώρας σε καλή κατάσταση, με 43 δισ. ευρώ ταμειακά διαθέσιμα. Το 2024 καταγράφηκε για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια μεταστροφή του αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης από έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ σε πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σημαντικά την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού.
Με άλλα λόγια, η εγχώρια οικονομία μοιάζει να είναι σε θέση να αντέξει τους κλυδωνισμούς που θα προκληθούν, αρκεί βεβαίως να μην προκύψουν πολύ μεγαλύτερες «φουρτούνες».
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.