Του Στέφανου Νικολαΐδη
Η Ελλάδα κάνει σταθερά βήματα προς τη διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, διεκδικώντας τη θέση της στον παγκόσμιο ακαδημαϊκό χάρτη.
Στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας βρίσκεται ο οργανισμός Study in Greece (SiG), ο οποίος, από την ίδρυσή του το 2020, έχει αναλάβει να προωθήσει συντονισμένα και στρατηγικά τα ελληνικά πανεπιστήμια στο εξωτερικό, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ώστε η χώρα να καταστεί περιφερειακός κόμβος εκπαίδευσης.
Πρόσφατα, ο γενικός διευθυντής του SiG, Δρ. Θοδωρής Παπαϊωάννου, συμμετείχε στο πρόγραμμα International Visitor Leadership Program (IVLP) του U.S. State Department, ένα πρόγραμμα που επικεντρώνεται στις διεθνείς συνεργασίες πανεπιστημίων και την ανάπτυξη στρατηγικών δικτύων.
«Τα ελληνικά πανεπιστήμια έγιναν ορατά στον κόσμο»
«Τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν γίνει με συντονισμένο και συντεταγμένο τρόπο γνωστά στο εξωτερικό μέσω της συμμετοχής μας σε δεκάδες εκθέσεις και συνέδρια. Μέχρι πριν το Study in Greece, αυτό δεν υπήρχε», σημειώνει μιλώντας στο skai.gr ο κ. Παπαϊωάννου.
Όπως εξηγεί, πριν από τη σύσταση του οργανισμού, κανένα ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο δεν είχε συμμετάσχει σε διεθνή έκθεση εκπαίδευσης, εκεί όπου προβάλλονται τα προγράμματα σπουδών κάθε χώρας για την προσέλκυση φοιτητών.
Σήμερα, χάρη στη δράση του SiG, η Ελλάδα έχει διαρκή παρουσία σε κορυφαίες εκθέσεις και συνέδρια, ενώ συνεργάζεται με κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς, όπως η Studyportals, η Keystone και η QS — εταιρείες που εξειδικεύονται στην προώθηση πανεπιστημίων και στις διεθνείς κατατάξεις. «Διατηρούμε τη σελίδα της Ελλάδας με όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια στα portals αυτών των εταιρειών. Αυτό βοηθάει καθοριστικά στη διεθνή προβολή και στο visibility των ελληνικών ΑΕΙ», τονίζει.

Η πρόοδος και τα κενά
Παρά τη θεαματική πρόοδο, οι προκλήσεις παραμένουν.
«Μας λείπει η προσφορά. Δεν είχαμε πολλά διεθνή προγράμματα σπουδών, γιατί η ελληνική γλώσσα περιορίζει τη διεθνοποίηση. Είμαστε αναγκασμένοι να δημιουργήσουμε αγγλόφωνα προγράμματα, όπως κάνουν και χώρες με πολύ μεγαλύτερους πληθυσμούς, όπως η Γερμανία ή η Γαλλία», εξηγεί.
Σε σύγκριση με χώρες αντίστοιχου μεγέθους, όπως η Ουγγαρία ή η Τσεχία, η Ελλάδα διαθέτει πολύ λιγότερα αγγλόφωνα προγράμματα και υστερεί επίσης σε επενδύσεις και υποδομές. «Οι χώρες αυτές επενδύουν πολύ περισσότερα για τη διεθνή τους προβολή, συμμετέχουν σε περισσότερες εκθέσεις, κάνουν μεγαλύτερες εκστρατείες και έχουν πιο ανεπτυγμένες υπηρεσίες για διεθνείς φοιτητές», σημειώνει.

Κρίσιμο σημείο, σύμφωνα με τον κ. Παπαϊωάννου, είναι και η έλλειψη κεντρικής στρατηγικής διεθνοποίησης. «Κάποια προγράμματα, όπως της Ιατρικής, έχουν προοδεύσει, αλλά συνολικά τα πανεπιστήμια δεν έχουν ενιαία στρατηγική. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα».
Η ισορροπία μεταξύ εξωστρέφειας και πολιτιστικής ταυτότητας
Η διεθνοποίηση, όπως υπογραμμίζει, δεν πρέπει να σημαίνει απώλεια της ελληνικής ταυτότητας.
«Το ερώτημα είναι πώς μπορούμε να κάνουμε την Ελλάδα διεθνή εκπαιδευτικό προορισμό χωρίς να χάσουμε τη γλωσσική και πολιτισμική μας ταυτότητα. Αυτό είναι κρίσιμο, γιατί αφορά και τη διάσωση του πολιτισμού μας».

Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Παπαϊωάννου επισημαίνει την ανάγκη σοβαρής επένδυσης στην ελληνομάθεια. «Χρειάζεται εθνικό σχέδιο με στιβαρή επένδυση. Σχολεία, προγράμματα ελληνικών σπουδών στο εξωτερικό, έδρες στα πανεπιστήμια του κόσμου. Πρέπει να γίνουν πιο θελκτικά μέσω επένδυσης – δεν γίνεται αλλιώς», λέει χαρακτηριστικά.
Αναφέρει, επίσης, το παράδειγμα της Γαλλίας, όπου υπάρχουν ταχύρρυθμα προγράμματα εκμάθησης γλώσσας για ξένους φοιτητές, πριν ξεκινήσουν σπουδές σε γαλλικά πανεπιστήμια. «Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει και στην Ελλάδα», προσθέτει.
Από το brain drain στο brain gain
Παρά τα προβλήματα, ο επικεφαλής του SiG βλέπει την πρόοδο ως εντυπωσιακή. «Πριν από 5 χρόνια δεν είχαμε κανένα προπτυχιακό στα αγγλικά, τώρα έχουμε δεκαπέντε. Πάνω από 250 μεταπτυχιακά είναι πλέον αγγλόφωνα, ενώ οι διεθνείς συνεργασίες των ελληνικών πανεπιστημίων έχουν αυξηθεί κατά 70% μέσα σε 5 χρόνια».
Όπως λέει, η διεθνοποίηση δεν είναι μόνο προσέλκυση ξένων φοιτητών, αλλά και επιστροφή του ανθρώπινου δυναμικού που έφυγε τα προηγούμενα χρόνια. «Και κάπως έτσι το brain drain γίνεται brain gain. Δεν φέρνεις μόνο διεθνείς φοιτητές – φέρνεις πίσω και Έλληνες που κάποτε είπαν “σηκώνομαι και φεύγω”».

Από τη συμμετοχή του στο IVLP στις ΗΠΑ ο κ. Παπαϊωάννου αποκόμισε πολύτιμη τεχνογνωσία, όπως αναφέρει.
«Είδαμε πώς τα αμερικανικά πανεπιστήμια αναπτύσσουν διεθνείς στρατηγικές συνεργασίες, πώς κάνουν στοχευμένη διεθνοποίηση του campus τους και, κυρίως, πώς συνδέουν την εκπαίδευση και την έρευνα με την αγορά εργασίας. Είναι αυτό το τρίπτυχο που κάνει τη διαφορά».

Η πορεία, ωστόσο, είναι ακόμη μακρά. Όπως αναγνωρίζει, η Ελλάδα βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο σε σχέση με ανταγωνίστριες χώρες αντίστοιχου μεγέθους, όπως η Ουγγαρία και η Τσεχία, οι οποίες κατάφεραν μέσα σε μια δεκαετία να θεωρούνται υπολογίσιμες δυνάμεις στη διεθνή εκπαίδευση.
«Χρειάζεται συντονισμός, στρατηγική, συγκεκριμένη στοχοθεσία και στοχευμένες κινήσεις. Αν κινηθούμε έτσι, η διεθνοποίηση στην Ελλάδα έχει όλα τα φόντα να πετύχει. Γιατί η χώρα μας είναι από μόνη της ελκυστική — όχι μόνο για τις υποδομές της, αλλά για τον τρόπο ζωής, τον πολιτισμό, το κλίμα και τις αξίες της».
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.









