Για να έχουμε ευημερία, χρειαζόμαστε θεσμούς – ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής

Άρθρο Παναγιωτη Δουδωνή, Γραμματέα Πολιτικού Σχεδιασμού ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, στο ένθετο Reporter της εφημερίδας Πρώτο Θέμα (02/01)

Είναι γνωστό πως στο περίφημο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη», οι οικονομολόγοι James Robinson και Daron Acemoglou εξηγούν πως ο δρόμος της οικονομικής επιτυχίας ή αποτυχίας καθορίζεται από το θεσμικό πλαίσιο κάθε χώρας. H κριτική που έχει ασκηθεί στο εν λόγω βιβλίο στη μια δεκαετία που έχει μεσολαβήσει από την κυκλοφορία του, έγκειται στο ότι ίσως μας λέει κάτι που ξέραμε, κάτι αυτονόητο. Στη χώρα μας όμως δυστυχώς δεν είναι καθόλου έτσι. Τα αποθέματα λογικής φαίνεται πως έχουν στερέψει στην κυβέρνηση και η μεγάλη ευθύνη ενός σοβαρού, θεσμικού κόμματος της αντιπολίτευσης όπως είμαστε εμείς, το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, είναι κατ’ αρχάς η επαναφορά στον δημόσιο διάλογο εννοιών που για ένα κράτος δικαίου θα έπρεπε να είναι αυτονόητες. 

Η υπόθεση των παρανόμων παρακολουθήσεων είναι η κορωνίδα της θεσμικής αποσάθρωσης της χώρας, η δε εικόνα μιας κυβέρνησης που σχεδόν περιγελά το σύνολο των Ελλήνων νομικών και ιδίως συνταγματολόγων, με διασπορά ψευδών ειδήσεων και με μια εμμονική προσπάθεια απαξίωσής τους, προκαλεί εντονότατο προβληματισμό. Στο επίπεδο των ανεξαρτήτων αρχών, η αντιμετώπιση της ΑΔΑΕ από κυβέρνηση και Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου παραπέμπει σε ανελεύθερες δημοκρατίες, χωρίς αποτελεσματικές εγγυήσεις προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών, ενώ η καταχρηστική επίκληση των απορρήτων έναντι του Κοινοβουλίου εκμηδενίζει κάθε δυνατότητα πραγματικού κοινοβουλευτικού ελέγχου. 

Η θεσμική διολίσθηση όμως δεν έλαβε χώρα χθες. Είναι η απολύτως συνεπής συνέχεια, «εν ετέρα μορφή» της απόπειρας της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ελέγξει τους «αρμούς της εξουσίας», τον τύπο και το τηλεοπτικό τοπίο. Απόπειρα που συνάντησε τη σθεναρή αντίδραση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με την απόφαση 95/2017 κήρυξε τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες αντισυνταγματικό. Έρχεται δε να προστεθεί σε χρόνιες παθογένειες της ελληνικής πολιτείας, όπως η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης στα όρια της αρνησιδικίας, η πολυνομία και η κακονομία, δημιουργώντας ένα περιβάλλον απόλυτης τοξικότητας.

Μιλώντας για τοξικότητα, δε μπορεί κανείς να μην αναφερθεί στον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η σύγκρουση κυβέρνησης-αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι εκπρόσωποι της μιας ή της άλλης πλευράς παραπέμπει όχι σε πολιτικούς αντιπάλους αλλά σε προσωπικούς εχθρούς, η δε απόπειρα να μειωθεί ή και να εκμηδενιστεί το πολιτικό και ηθικό status του συνομιλητή σε ένα debate, επηρεασμένη από την υποκουλτούρα του twitter και των trolls, υποσκάπτει τα ίδια τα θεμέλια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως «πολιτεύματος της συνύπαρξης». Επιπλέον, λειτουργεί υπονομευτικά σε κάθε προσπάθεια επίτευξης ενός minimum συναίνεσης για την αντιμετώπιση των μεγάλων, επίμονων και διαχρονικών προβλημάτων του τόπου. 

Την υποβάθμιση του επιπέδου του δημοσίου διαλόγου και των θεσμών και τον κίνδυνο που αυτή εγκυμονεί για «αρνητικές οικονομικές συνέπειες μακροπρόθεσμα» τονίζει στην πρόσφατη έκθεσή του και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, όπως και σειρά ανεξάρτητων φορέων καθώς και προσωπικοτήτων του δημοσίου βίου. Φαίνεται όμως ότι κανείς εξ αυτών δεν βρίσκει ευήκοα ώτα σε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση.

Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, ένα κόμμα συνταυτισμένο με μια κουλτούρα μεταρρυθμίσεων και τομών, έχει επιλέξει να διαφέρει από αυτό το θεσμικά και οικονομικά τοξικό κλίμα. Έχει χαράξει έναν τελείως διαφορετικό δρόμο, στηριζόμενο στο πρόγραμμά του, το οποίο παρουσιάστηκε στην τελευταία Κεντρική μας Επιτροπή. Το πρόγραμμα ενός θεσμικού κόμματος όπως εμείς θα έχει διττό ρόλο: θα τεθεί υπόψιν των Ελλήνων πολιτών προ των εκλογών και ταυτοχρόνως θα αποτελέσει τη βάση στην οποία θα συζητήσουμε μετά από αυτές. Για μας, η αναστήλωση του κύρους των θεσμών και η δομική ανάταξη της ελληνικής οικονομίας πάνε μαζί. Για αυτό και το πρόγραμμά μας δίνει έμφαση και στα δύο αυτά σημεία. Γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως για να πετύχουμε την ευημερία, πρέπει να ενισχύσουμε τους θεσμούς. Και γιατί για μας δεν αρκούν μεμονωμένες εμβαλωματικές παρεμβάσεις αλλά μια ριζική αναδιάρθρωση του πολιτικού σκηνικού, που θα στηρίζεται στον προγραμματικό και όχι στον συνθηματικό λόγο.


Πηγή

Leave a Reply