Προϋπόθεση απονομής δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος

Ποια είναι η προϋπόθεση απονομής δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος και η εξαίρεση

 

Ανεξάρτητα από τα γενικώς ισχύοντα για την απονομή πρώτης κύριας σύνταξης, ειδικά για την απονομή δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του ασφαλισμένου ανεξαρτήτως φύλου, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα.

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ 33° ΤΡΙΜΕΛΕΣ

Αριθμός Απόφασης: 31/2022

 

Απόσπασμα

3. Επειδή, στο άρθρο 17 παρ. 1 του ν.δ. 4114/1960 («Περί του Κωδικός περί Ταμείου Νομικών», Φ.Ε.Κ. Α’ 164), προβλέπονται οι περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων του Ταμείου αυτού ανάλογα με τον χρόνο ασφάλισης τους, μεταξύ δε των ασφαλισμένων αυτών περιλαμβάνονται όσοι έχουν συμπληρώσει 25 έτη ασφάλισης και ηλικία 60 ετών (περ. β) ή 20 έτη ασφάλισης και ηλικία 65 ετών (περ. γ), καθώς και οι εξερχόμενες ασφαλισμένες γυναίκες, αν απομακρυνθούν μετά τη συμπλήρωση 25 ετών χρόνου ασφάλισης (περ.ζ). Περαιτέρω, στο άρθρο 43, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 20 του ν. 730/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’ 309) ορίζεται ότι: « Ησφαλισμέναι αποχωρούσαι της υπηρεσίας δικαιούνται συντάξεως, εφ’ όσον έχουν συμπληρώσει χρόνον πραγματικής ασφάλισης 15 ετών, άνευ συνυπολογισμού πλασματικής υπηρεσίας και είναι έγγαμοι. […]».

4. Επειδή, περαιτέρω, στην παρ. 3 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. Α’ 165) ορίζεται ότι: «Για τους άνδρες, που έχουν υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης μέχρι 31.12.1982 και συμπληρώνουν τον προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις των φορέων συντάξιμο χρόνο από 01.01.1998 και μετά, καθώς και για τους υπαγόμενους στην υποχρεωτική ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης από 01.01.1983 μέχρι 31.12.1992, ο συντάξιμος χρόνος δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 25 ετών.». Η παρ. 7 του άρθρου 48 του ίδιου ν. 2084/1992 ορίζει ότι: «Όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ασφαλισμένων φορέων κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων, μικρότερα του 65ου έτους για άνδρες, του 60ού έτους για τις λοιπές γυναίκες και του 50ού έτους για τις μητέρες με ανήλικα ή σωματικώς ή πνευματικώς ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά, κατά ποσοστό 50% και άνω ή ανίκανο σύζυγο κατά ποσοστό 67% και άνω, αυξάνονται προοδευτικά ανά 6 μήνες κατ’ έτος αρχής γενομένης από 01.01.1998 μέχρι συμπληρώσεως των παραπάνω ορίων. […] Όπου από τις οικείες διατάξεις των παραπάνω φορέων προβλέπεται συνταξιοδότηση μητέρων με ανήλικα ή ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία παιδιά, χωρίς όριο ηλικίας η συνταξιοδότηση γίνεται με τη συμπλήρωση του 42ου έτους της ηλικίας. Το παραπάνω όριο ηλικίας αυξάνεται από 01.01.1993 ανά έξι (6) μήνες κάθε έτος μέχρι του 50ού. […]». Εξάλλου, στο άρθρο 58 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Οι διατάξεις των άρθρων 44 έως 58 του παρόντος νόμου έχουν εφαρμογή για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις. […] 2. Για τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά θέματα, που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του τετάρτου μέρους του παρόντος νόμου (άρθρ. 44 έως 58) εξακολουθούν να ισχύουν οι υφιστάμενες γενικές η ειδικές διατάξεις των φορέων.».

5. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011 (Φ.Ε.Κ. Α’ 170) ορίζεται ότι: «Η περίπτωση 2 της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1902/1990 (Φ.Ε.Κ. Α’ 138), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992 (Φ.Ε.Κ. Α’ 165) τροποποιήθηκε με την παρ. 10 του ίδιου άρθρου του ίδιου νόμου και την παρ. 6 του άρθρου 19 του ν. 2150/1993 (Φ.Ε.Κ. Α’ 98) και αντικαταστάθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010, αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από άλλο ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο, πλην Ο.ΓΑ, και των αναπήρων και θυμάτων πολέμου και μητέρων, που συνταξιοδοτήθηκαν με το άρθρο 63 παρ. 4 του ν. 1892/1990 (Φ.Ε.Κ. Α’ 101) δικαιούται από το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. πλήρη σύνταξη γήρατος, εφόσον κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας που απαιτείται σε κάθε περίπτωση από τη νομοθεσία για την απονομή πλήρους σύνταξης και έχει πραγματοποιήσει τις αντίστοιχες προς το όριο ηλικίας πλήρους σύνταξης ελάχιστες ημέρες εργασίας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 6.000. Αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει 4.800 ημέρες ασφάλισης τουλάχιστον και έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, δικαιούται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά 50%. Προκειμένου για γυναίκες που έχουν πραγματοποιήσει τον ανωτέρω χρόνο ασφάλισης, το όριο ηλικίας των 60 ετών αυξάνεται κατά ένα έτος από 01.01.2011 και για κάθε επόμενο έτος μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. Η εκ μέρους των γυναικών άσκηση του δικαιώματος συνταξιοδότησης με τον ανωτέρω αριθμό ημερών ασφάλισης χωρεί, εφόσον συμπληρώνουν το 60ό έτος της ηλικίας τους μέχρι 3Τ.12.20Τ0. Στην ανωτέρω περίπτωση, οι ασφαλισμένες δικαιούνται σύνταξη με το όριο ηλικίας που ισχύει κατά το έτος συμπλήρωσης του 60ού έτους της ηλικίας. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο μείωση σύνταξης επέρχεται και στην περίπτωση όπου απονέμεται σύνταξη αναπηρίας από το Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 5 (εδάφια α’ – γ’) του α.ν. 1846/1951 (Α’ 179) εκτός αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. -Ε.ΤΛ.Μ. 3.600 ημέρες εργασίας εκ των οποίων 600 την τελευταία πενταετία.». Οι ανωτέρω διατάξεις έχουν εφαρμογή και στους λοιπούς πλην Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πλην Ο.ΓΑ, προκειμένου για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και αναπηρίας. Ειδικά για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος απαιτείται η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα. […]». Επίσης, στην περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.4 του άρθρου πρώτου του νεότερου ν. 4093/2012 («Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016», Φ.Ε.Κ. Α’ 222) ορίστηκε ότι: «Από 1.1.2013, όλα τα όρια ηλικίας της παραγράφου 1, καθώς και όλα τα ισχύοντα την 31.12.2012 όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου αυτά προβλέπονται, αυξάνονται κατά δύο (2) έτη».

6. Επειδή, τέλος, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 3996/2011 (Φ.Ε.Κ. ΑΊ70) υπό τον τίτλο «Συνταξιοδότηση γονέων, συζύγων και αδελφών αναπήρων», η παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 (Φ.Ε.Κ. Α’ 48), όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 6 του άρθρου 61 του ν. 3518/2006 και τροποποιηθεί με την παρ. 6 του άρθρου 53 του ν. 3518/2006 και το άρθρο 140 του ν. 3655/2008, αντικαταστάθηκε, εκ νέου, ως εξής: «4.α. Γονείς και αδέλφια ατόμων άγαμων με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, τα οποία δεν εργάζονται και δεν νοσηλεύονται σε ιδρύματα με δαπάνη ασφαλιστικού ή άλλου δημόσιου φορέα, καθώς και σύζυγοι αναπήρων με ποσοστό 80% και άνω, εφόσον έχουν διανύσει τουλάχιστον δεκαετή έγγαμο βίο, ασφαλισμένοι σε φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης με τη συμπλήρωση 7.500 ημερών εργασίας ή 25 ετών πραγματικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση. […] Το δικαίωμα συνταξιοδότησης ασκείται διαζευκτικά από τον ένα γονέα ή, στην περίπτωση των αδελφών, από έναν αδελφό/ή σε έναν φορέα κύριας και σε έναν φορέα επικουρικής ασφάλισης, υπό τους όρους και προϋποθέσεις των επόμενων περιπτώσεων και δεν ισχύει για χορήγηση δεύτερης σύνταξης. […]».

 

 

7. Επειδή, από τις εκτεθείσες στη σκέψη 5 διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 5 του ν. 3996/2011, με ημερομηνία ισχύος αναδρομικά από την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 3863/2010, ήτοι από 15.07.2010, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της περ. 2 της υποπαρ. ΙΑ.4 του άρθρου πρώτου του νεότερου ν. 4093/2012, συνάγεται ότι, ανεξάρτητα από τα γενικώς ισχύοντα για την απονομή πρώτης κύριας σύνταξης, ειδικά για την απονομή δεύτερης κύριας σύνταξης γήρατος από τους λοιπούς, πλην του Ι.Κ.Α. -Ε.Τ.Α.Μ. φορείς, όπως το Ε.ΤΛ.Α. – ΤΑ.Ν., είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εξηκοστού έβδομου (67ου) έτους της ηλικίας του ασφαλισμένου, ανεξαρτήτως φύλου, με εξαίρεση την περίπτωση άσκησης θεμελιωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε περισσότερους του ενός φορείς κύριας ασφάλισης, ταυτόχρονα ή μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη της συνταξιοδότησης από τον πρώτο φορέα.

Το πλήρες κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στο dsanet.gr


Πηγή

Leave a Reply