Ο κ.Τσίπρας προσπαθεί να στήσει ένα νέο αφήγημα. Σε αυτούς που τον πίστεψαν και τον στήριξαν λέει: «Εντάξει είχα αυταπάτες, έκανα πολλά λάθη, αλλά το πάλεψα, φθάνοντας ακόμη και στα άκρα και είμαι έντιμος. Τώρα είμαι αυτός που θα οδηγήσω τη χώρα στην έξοδο από την κρίση».
Στους συνομιλητές του εκτός Ελλάδος επίσης θα συνεχίσει να λέει «εγώ παίρνω μέτρα (συντάξεις, αφορολόγητο, συνδικαλιστικοί νόμοι, δημόσια περιουσία) που καμία κυβέρνηση δεν είχε τολμήσει να πάρει και όλα αυτά χωρίς να “ανοίξει” μύτη». Ελπίζει ότι με αυτό τον τρόπο και ποντάροντας στην επιστροφή της χώρας με αργούς ρυθμούς στην κανονικότητα (με καθυστέρηση τριών χρόνων, λόγω των επιλογών του), θα κατορθώσει να κρατήσει ένα ποσοστό που θα του επιτρέψει να αποτελεί τον ένα πόλο του πολιτικού συστήματος, να παραμείνει αξιωματική αντιπολίτευση και να είναι στο παιχνίδι εξουσίας στις μεθεπόμενες εκλογές που θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Μετά και την ψήφιση των μέτρων του Ιουνίου, η μετάλλαξη είναι μονόδρομος γι’ αυτόν. Δεν μπορεί πλέον να πλασάρεται ως ριζοσπάστης αριστερός. Θέλει να εμφανίζεται ως αριστερός σοσιαλδημοκράτης, που είναι υπέρ της οικονομίας της αγοράς, δίνει έμφαση όμως και σε ζητήματα αναδιανομής του πλούτου (εξού και το σύνθημα «Δίκαιη Ανάπτυξη»).
Ο Αλέξης Τσίπρας με βάση την παραπάνω στρατηγική έχει αρχίσει να αλλάζει παρέες στην Ευρώπη. Οι σχέσεις του με τους σοσιαλιστές πυκνώνουν και οι αναφορές του στην ευρωπαϊκή αριστερά αραιώνουν. Όλα αυτά, όχι επειδή άλλαξε μυαλά, αλλά για λόγους πολιτικής επιβίωσης. Ο ίδιος και ο στενός κύκλος του είναι διατεθειμένοι να φορέσουν οποιοδήποτε κοστούμι τους κρατάει στην εξουσία. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό.
Η αναγκαία προσαρμογή δεν έχει αλλάξει το βασικό πυρήνα των αντιλήψεων της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό φαίνεται στους τομείς που δεν εμπίπτουν στις μνημονιακές υποχρεώσεις. Αντί για μια σύγχρονη, αξιοκρατική διοίκηση επιχειρούν να στήσουν το δικό τους πελατειακό κράτος. Αντί να ενισχύσουν τη θεσμική λειτουργία επιχειρούν να την αποδυναμώσουν, υιοθετώντας αυταρχικές τριτοκοσμικές επιλογές (Δικαιοσύνη, ΜΜΕ). Στην Παιδεία, αντί για βήματα εκσυγχρονισμού και σύνδεσης των Πανεπιστημίων με τις ανάγκες της Οικονομίας, επιστρέφουμε σε ρυθμίσεις που απηχούν ιδεολογικά στερεότυπα της δεκαετίας του ’80. Οι έννοιες κέρδος και επιχειρηματικότητα σηματοδοτούν κάτι αρνητικό γι΄αυτούς. Την ίδια στιγμή που μιλούν για στροφή στο ρεαλισμό γίνεται προσπάθεια να διατηρηθεί επαφή με τους μπαχαλάκηδες του λεγόμενου αντιεξουσιαστικού χώρου.
Ο κ.Τσίπρας προσπαθεί να πατήσει σε δύο βάρκες: Από τη μια να διατηρήσει επαφή με το παραδοσιακό αριστερό ακροατήριό του και από την άλλη να προσπαθήσει να κερδίσει νέους οπαδούς μετακινούμενος στο χώρο της κεντροαριστεράς. Ρισκάρει να μην πετύχει τίποτα από τα δύο. Και η δυσκολία του αυτή γίνεται ακόμη μεγαλύτερη λόγω της αναγκαίας διατήρησης ως το τέλος της συμμαχίας με τον κ. Καμμένο και τους ΑΝΕΛ.
Από τη μια λοιπόν το παραδοσιακό του ακροατήριο τον εγκαταλείπει θεωρώντας ότι «συμβιβάστηκε με το σύστημα» (ο τρόπος με τον οποίο υποδέχθηκαν τον Νίκο Φίλη και τον Νίκο Ξυδάκη σε συγκέντρωση είναι χαρακτηριστικός) και από την άλλη είναι πολύ δύσκολο να πείσει αυτούς που έχουν σοσιαλδημοκρατική αντίληψη, ότι άλλαξε μυαλά, αφού αντιλαμβάνονται ότι η μεταμόρφωση είναι εξ’ ανάγκης κι όχι επειδή ο κ.Τσίπρας κατάλαβε ότι ο πυρήνας των αντιλήψεών του είναι λάθος και από θαυμαστής του Μαδούρο και του Κάστρο, άρχισε να εκτιμάει τον Βίλι Μπραντ, τον Μιτεράν και τον Μακρόν. Αυτό το ξέρουν και στην Ευρώπη γι΄αυτό είναι πολύ πιθανόν κάποια στιγμή να του πουν: «Ευχαριστούμε που έκανες αυτά που δεν μπορούσαν να περάσουν οι προηγούμενοι, τώρα δε σε χρειαζόμαστε άλλο».
Ο ίδιος δείχνει διατεθειμένος να αναλάβει το ρίσκο. Είναι το μόνο που έχει να κάνει. Ως ριζοσπάστης αριστερός αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει μέλλον. Θέλει πλέον να κάνει καριέρα ως αριστερός σοσιαλδημοκράτης. Αλλά το νέο κοστούμι δεν του πάει. Ακόμη κι αν φορέσει γραβάτα.
Του Δημήτρη Τσιόδρα-Εκπρόσωπος τύπου του Ποταμιού