Σε ηλικία 99 ετών, τα ξημερώματα της Δευτέρας 29 Μαΐου 2017, έφυγε από τη ζωή ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πρώην πρωθυπουργός και επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ένας από τους τελευταίους μεγάλους πολιτικούς της χώρας. Πέθανε πέντε χρόνια και 23 μέρες μετά τη σύντροφο της ζωής του, Μαρίκα Μητσοτάκη.
Εδώ και πολύ καιρό, η υγεία του πρώην πρωθυπουργού ήταν πολύ κλονισμένη. Ο θάνατος της αγαπημένης του συζύγου Μαρίκας, τον κατέβαλε ακόμη περισσότερο. Μαζί είχαν αποκτήσει τέσσερα παιδιά (Κατερίνα, Αλεξάνδρα, Ντόρα και Κυριάκο), πολλά εγγόνια και δισέγγονα.
Ήταν 6 Ιουνίου 1953 όταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παντρεύτηκε τη Μαρίκα Γιαννούκου, κόρη πλούσιας οικογένειας των Αθηνών. Έμειναν μαζί μέχρι το θάνατό της, στις 6 Μαΐου του 2012.
Ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους πολιτικούς, για πολλούς το αντίπαλο δέος του Ανδρέα Παπανδρέου, χρησιμοποιούσε πολύ συχνά (και δέχτηκε ανελέητη σάτυρα γι’ αυτό) τη φράση “γιατί να το κρύψομεν άλλωστε”. Δεν τον πείραξαν ποτέ οι κακίες πως ήταν γκαντέμης και πάντα τις αντιμετώπιζε με χιούμορ.
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: Ο τελευταίος μεγάλος
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης γεννήθηκε στα Χανιά, στις 18 Οκτωβρίου 1918. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του δημοσιογράφου και πολιτικού Κυριάκου Μητσοτάκη (1883-1944) και της Σταυρούλας Πλουμιδάκη, γόνου πολιτικής οικογένειας των Χανίων και μικρανιψιάς του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στα Χανιά, όπου ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές τον Ιούνιο του 1935 από το Πρακτικό Λύκειο της πόλης. Στη συνέχεια σπούδασε νομικά, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), από το οποίο αποφοίτησε τις παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής πρωτοστάτησε στη δημιουργία αντιστασιακών οργανώσεων στην Κρήτη, συνελήφθη από τους Γερμανούς και καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο
Μέλος οικογένειας με παράδοση στην πολιτική, δεν άργησε να εμπλαξεί στα κοινά. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1946. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Κέντρου και πήρε μέρος στον λεγόμενο “Ανένδοτο Αγώνα” (1961-1963) κατά της κυβέρνησης Καραμανλή. Ακολούθησε η κρίση του Ιουλίου 1965, όταν ήρθε σε ρήξη με τον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και αποχώρησε, μαζί με άλλα στελέχη από την κυβέρνηση. Χαρακτηρίστηκαν αποστάτες και προδότες της Ένωσης Κέντρου και οι κυβερνήσεις που σχημάτισαν χαρακτηρίστηκαν “κυβερνήσεις των Αποστατών”.
Για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη η περίοδος των «Ιουλιανών» θα αποτελέσει μόνιμη πηγή επιθέσεων από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι όχι μόνο δεν θέλησε να ανατρέψει τον Γεώργιο Παπανδρέου, αλλά προσπάθησε ως την τελευταία στιγμή να τον αποτρέψει από τη σύγκρουση με τον βασιλιά και την παραίτηση. Μία σύγκρουση που κινδύνευε να φέρει αντιμέτωπη την κυβέρνηση με τις Ένοπλες Δυνάμεις, τις οποίες έλεγχε απόλυτα ο βασιλιάς με ευθύνη και του Γεωργίου Παπανδρέου, όπως έχει δηλώσει. Από την ώρα, όμως, της παραίτησης Παπανδρέου, ο Μητσοτάκης στήριξε τις κυβερνήσεις των «Αποστατών», σε μία προσπάθεια εκτόνωσης της κατάστασης. «Ήταν μια δύσκολη πολιτική απόφαση, με προβλεπόμενο μεγάλο προσωπικό κόστος. Έκανα, όμως, εκείνο που μου υπαγόρευε η συνείδησή μου».
Όταν έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 συνελήφθη και έφυγε στο εξωτερικό με την οικογένειά του, όπου ανέπτυξε αντιδικτατορικό αγώνα. Εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συμμετείχε στον αντιδικτατορικό αγώνα. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1973, μετά την άρση του στρατιωτικού νόμου, συνελήφθη και πάλι, από τη χούντα του Ιωαννίδη, και αποφυλακίστηκε με τη μεταπολίτευση.
Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, ίδρυσε το «Κόμμα Νεοφιλελευθέρων» που εξέλεξε στις εκλογές του 1977 δυο βουλευτές, τον ίδιο και τον Παύλο Βαρδινογιάννη.
Το 1978 όμως εντάχθηκε στη Νέα Δημοκρατία και την 1η Σεπτεμβρίου 1984 εξελέγη αρχηγός της, επικρατώντας του Κωστή Στεφανόπουλου. Ηγήθηκε του κόμματος στις εκλογές του 1985, στις οποίες και ηττήθηκε. Μετά την ήττα παραιτήθηκε και έθεσε εκ νέου θέμα ηγεσίας. Στις εσωκομματικές εκλογές που ακολούθησαν επανεξελέγη πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, με την νέα εκλογή του να είναι η αιτία που αποχώρησε από το κόμμα ο Κωστής Στεφανόπουλος για να ιδρύσει τη ΔΗΑΝΑ.
Στις δύο βουλευτικές εκλογές του 1989 δεν κατάφερε να κερδίσει την αυτοδυναμία. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαπραγματεύεται με την ηγεσία του Συνασπισμού της Αριστεράς τον σχηματισμό κυβέρνησης υπό τον Τζανή Τζανετάκη, με πρωταρχικό στόχο την «κάθαρση», τη μη παραγραφή των σκανδάλων κατά τη διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ (το γνωστό πλέον «βρώμικο ’89»).
Το Νοέμβριο του 1989 έγιναν νέες εκλογές, στις οποίες η ΝΔ και πάλι δεν εξασφάλισε κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Τότε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υποστήριξε οικουμενική κυβέρνηση με πρωθυπουργό των Ξενοφώντα Ζολώτα με τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού.
Τελικά, ότι δεν πέτυχε το ’89, το πέτυχε στις εκλογές της 9ης Απριλίου του 1990, οπότε και σχημάτισε κυβέρνηση υπό την προεδρία του. Ήταν 72 ετών όταν έγινε πρωθυπουργός. Έμεινε στο Μαξίμου μέχρι το 1993 όταν έπεσε γιατί απέσυρε την υποστήριξή του ο ο βουλευτής Κιλκίς, Γιώργος Σιμπιλίδης. Είχε προηγηθεί βέβαια και η φυγή Σαμαρά…
Στις εκλογές του Οκτωβρίου του 1993 ηττήθηκε και παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΝΔ, του απονεμήθηκε δε ο τίτλος του Επιτίμου Προέδρου του κόμματος.
Από τότε εκλεγόταν βουλευτής μέχρι το 2004. Παρά την παύση της κοινοβουλευτικής του δράσης εξακολουθούσε μέχρι την τελευταία στιγμή να προβαίνει σε πολιτικές παρεμβάσεις διαμέσου των μέσων ενημέρωσης ή της επαφής του με πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες.