Εξαρχής Πολιτική Προστασία και Επιτροπή έχουν πρόβλημα «σημαίνοντος» και «σημαινομένου» και πλήρη απουσία πολιτικών Δημόσιας Υγείας που θα έθεταν τη βάση ώστε οι πολίτες να μπορούν τώρα να εφαρμόσουν μέτρα μετά από 10-12 εβδομάδες αδικαιολόγητης χαλάρωσης, αντί να δέχονται καταιγισμό άχρηστων πληροφοριών ενώ είναι ένα που δεν ακούμε, το ποια είναι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα, αν δηλαδή οι θάνατοι είναι μόνο αυτοί που ανακοινώνονται ή υπάρχουν άλλοι, αυτών που δεν πήγαν στα νοσοκομεία άργησαν να πάνε επειδή φοβόντουσαν, που επιβαρύνθηκαν από το στρες, που παραμελήθηκαν, χρειαζόμαστε γυαλιά να διορθώσουμε την μυωπία αυτή, είπε ο ομότιμος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας Γιάννης Κυριόπουλος μιλώντας Στο Κόκκινο και τον Νίκο Ξυδάκη.
Πιστοποιείται ένα ρήγμα ανάμεσα στην επιτυχή πρώτη φάση αντιμετώπισης της πανδημίας και την σημερινή κατάσταση, είπε ο κ. Κυριόπουλος, σημειώνοντας ότι και το lockdown μπορούσε να έχει διαφορετική διάρκεια και τοπικότερα χαρακτηριστικά αντί της οριζόντιας εφαρμογής σε όλη τη χώρα, ώστε να έχει μικρότερο οικονομικό και κοινωνικό κόστος.
Το ρήγμα με όσα ακολούθησαν οφείλεται στο έλλειμμα κουλτούρας Δημόσιας Υγείας και πολιτικής Δημόσιας Υγείας. Γιατί στην Δημόσια Υγεία δεν ισχύει το «όλα ή τίποτα». Η έξοδος από το lockdown πρέπει να συνοδεύεται με ισοδύναμα, αλλά πιο ελαφρά μέτρα. Αλλά ισοδύναμα ως προς την αποφυγή μετάδοσης ενός ιού με υψηλή μεταδοτικότητα.
Από την αρχή η προσέγγιση ήταν κλινικοθεραπευτική, έγινε κυρίως από κλινικούς γιατρούς, τους λεγόμενους «ειδικούς», με κύριο εργαλείο την Πολιτική Προστασία, δηλαδή την καταστολή, αντί των εργαλείων της Δημόσιας Υγείας. Είναι κάτι που παρατηρήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του Δυτικού Κόσμου, αν εξαιρέσει κανείς τις χώρες της Άπω Ασίας και της Ωκεανίας που κινητοποίησαν τις δομές Δημόσιας Υγείας και εισέπραξαν τα οφέλη. Ο υπόλοιπος Δυτικός Κόσμος παραπαίοντας μεταξύ Υγείας και Οικονομίας, αλλά και στον πειρασμό με τα μέσα πειθάρχησης να περάσει και κουλτούρα εξουσίας και διαχείρισης δημοσίων πραγμάτων. Και στην μία και στην άλλη περίπτωση, εισέπραξε ως και πολύ αρνητικά αποτελέσματα.
Δεν μπορείς να ζητάς συμμόρφωση από την κοινωνία όταν δεν εξηγείς και δεν συζητάς, δεν διαβουλεύεσαι, υπογράμμισε ο κ. Κυριόπουλος. Γι` αυτό πολλά μέτρα στην χώρα μας ενώ φαίνονται αυτονόητα, αποτυγχάνουν. Μεταξύ της γνώσης μίας πληροφορίας μέχρι την μεταβολή της συμπεριφοράς, μεσολαβεί ένα τεράστιο κενό, που μόνο με εργαλεία Δημόσιας Υγείας και Συμπεριφορικής Συμβουλευτικής καλύπτεται. Η Ελλάδα έχει μεγάλο έλλειμμα πολιτικής και μεγάλο έλλειμμα κουλτούρας.
Χρειαζόμαστε, τόνισε, νέο επιχειρησιακό σχέδιο και κυρίως παρεμβάσεις που θα στοχεύουν στην κοινότητα, δηλαδή παρεμβάσεις Δημόσιας Υγείας. Πάνω σε αυτές τις παρεμβάσεις είναι που μπορούν να «καθίσουν» μέτρα όπως αυτά που τώρα τρέχουμε ασθμαίνοντας να πάρουμε, μετά από μία περίοδο σιωπής και χαλάρωσης 10-12 εβδομάδων. Αυτό πρέπει να γίνει από μία απλώς «δημόσια», αλλά μία μικρή και ευέλικτη κρατική Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας. Είναι πολύ διαφορετικό πράγμα από το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την ιατρική περίθαλψη. Δυστυχώς, έχουμε υπολείμματα αυτής, αλλά θα μπορούσε να κινητοποιηθεί σε μικρό χρονικό διάστημα, να κάνει παρεμβάσεις, να εισάγει τα ισοδύναμα του lockdown μέτρα, αλλά πιο μαλακά, αυτά που χρειαζόμαστε. Και αυτό δεν έγινε…
Υπάρχουν προτεραιότητες, ο πληθυσμός υψηλής τρωτότητας, τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος κτλ. Δεν μπορείς να ζητάς κάποιος να κλείσει το μαγαζί του και να κινδυνεύει με χρεοκοπία, όταν δεν τον έχει επισκεφτεί ένας γιατρός, επόπτης, επισκέπτης Δημόσιας Υγείας, να του εξηγήσει περί τίνος πρόκειται. Αντίστοιχη χαλαρότητα και ελαφρότητα είδαμε και στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα πλοία, σημείωσε, την εισπράττουμε όπως δείχνουν τα στοιχεία.
Καυτηρίασε επίσης την παραπληροφόρηση και τον τεράστιο όγκο άχρηστων πληροφοριών που διανεμήθηκε από τα ΜΜΕ και τα social media, όταν το πρόβλημα, όπως επανέλαβε, δεν είναι πρόβλημα περίθαλψης αλλά Δημόσιας Υγείας. Αυτό έγινε ακριβώς γιατί υπήρχε κενό πληροφόρησης, τόνισε ο κ. Κυριόπουλος, το οποίο ήρθε να καλύψει η άχρηστη πληροφορία, όπως και η φλυαρία «ειδικών» για πράγματα που δεν αφορούν το κύριο θέμα.
Υπάρχει εξ αρχής στην Πολιτική Προστασία και την Επιτροπή ένα πρόβλημα «σημαίνοντος» και «σημαινομένου», όπως είπε, όπως με το μείζον θέμα της μάσκας όπου δεν μπορεί να ζητάς από 10 εκατομμύρια κατοίκους να φορέσουν πειθαρχημένα μάσκες, όταν το τελευταίο εξάμηνο έχεις εκπέμψει διαφορετικά μηνύματα.
Τόνισε επίσης ότι για να εφαρμόζονται τεκμηριωμένες πολιτικές απαιτείται διαχείριση δεδομένων. Ακούμε π.χ. καθημερινά διάφορα μεγέθη που δεν έχουν καμία σημασία. Δεν ακούμε ένα: ποια είναι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα αυτή την περίοδο, σε σχέση με την αναμενόμενη, που πηγάζει από τα στοιχεία των προηγούμενων ετών. Είναι 200 οι θάνατοι; Πόσοι είναι αυτοί που δεν πήγαν στα νοσοκομεία ή άργησαν να πάνε στα νοσοκομεία επειδή φοβόντουσαν τον ιό, άλλοι που επιβαρύνθηκαν από το στρες, που είχαν χρόνια νοσήματα και παραμελήθηκαν, κτλ. Χρειαζόμαστε… γυαλιά να διορθώσουμε την μυωπία αυτή, όπως είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κυριόπουλος. Η Επιτροπή είναι μονοδιάστατη, δεν έχει γιατρούς Δημόσιας Υγείας, Ψυχολόγους, Ψυχιάτρους, ανθρώπους που ασχολούνται με την κοινωνική συνοχή που διαταράσσεται, με τις ανισότητες που διευρύνονται. Έτσι, δεν μπορείς να έχεις παραγωγικές πολιτικές, κατέληξε.