Ομιλία Κώστα Σκανδαλίδη στην Ολομέλεια της Βουλής για το Νομοσχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις».
Παρακολούθησα με πολλή προσοχή το πρωί τον Πρωθυπουργό, ο οποίος παρουσίασε το νομοσχέδιο. Στο μυαλό μου είναι ότι φιλοτεχνεί συστηματικά μια εικόνα Κυβέρνησης αποτελεσματικής, με επίγνωση και τεχνοκρατική επάρκεια. Αφού πήρε τα εύσημα από την υγειονομική αντιμετώπιση της πανδημίας -όχι ακόμα βέβαια για την οικονομική κρίση, που τα αποτελέσματά της θα κριθούν, πολύ φοβάμαι, τους επόμενους μήνες και θα είναι πολύ δύσκολο το διαγώνισμα-, μας προειδοποίησε ότι σε διάστημα λίγων εβδομάδων, λιγότερο από δώδεκα, θα καταθέσει και θα ψηφίσει είκοσι έξι σημαντικά νομοσχέδια και μάλιστα με πλήρη κοινοβουλευτική διαδικασία.
Το πρώτο είναι το σημερινό, για ένα θέμα κρίσιμο που κουβαλάει διαχρονικά δουλείες, αλλά και συγκαιρινά για τη συγκυρία που έρχεται, βρίσκεται στην καρδιά των γεγονότων και των εξελίξεων και των ερωτημάτων.
Το πρώτο ερώτημα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ποια είναι άραγε η πλήρης κοινοβουλευτική διαδικασία; Με αυτόν τον τρόπο θα ψηφίσει μεθαύριο και το μεταναστευτικό, το οποίο διάβασα και νομίζω ότι έχει ακόμα περισσότερα προβλήματα από αυτό; Μιλάμε για ένα πρότυπο κακής νομοθέτησης. Ανύπαρκτη διαβούλευση, άλλο νομοσχέδιο στη διαβούλευση, άλλο στη Βουλή, διπλάσιο σε μέγεθος και αριθμό άρθρων, ατέρμονη παράθεση άρθρων με περιεχόμενο «ψιλικατζίδικου», όπως εξόρυξη υδρογονανθράκων, χωροταξικές τακτοποιήσεις, ενσωμάτωση οδηγιών Ευρωπαϊκής Ένωσης, «φωτογραφικές» διατάξεις, ρυθμίσεις, διευθετήσεις, αλλαγές, αλλά και κάποια πολύ θετικά σημεία που εμπεριέχονται και τα οποία θα ψηφίσουμε.
Όμως, στην ουσία του, πρόκειται για γονατογράφημα. Αν από πλευράς κοινοβουλευτικού έργου είναι η πρώτη πράξη επιστροφής στην κανονικότητα, είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο, κατά τη γνώμη μου, πάσχει από την άποψη της δημοκρατίας και της διαδικασίας και της κοινοβουλευτικής ουσιαστικής λειτουργίας.
Νομίζω ότι τόσο η Πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής όσο και ο Κοινοβουλευτικός μας Εκπρόσωπος και ο Εισηγητής μας ανέλυσαν πολύ συστηματικά όλα τα άρθρα και τις αντιρρήσεις μας που αφορούν στο νομοσχέδιο, όπως επίσης είπαν και ποια είναι τα άρθρα που θα ψηφίσουμε.
Εγώ θα περιοριστώ σε τέσσερις γενικές παρατηρήσεις. Ποιοι υποτίθεται ότι είναι οι στόχοι ενός τόσο σημαντικού για τις σύγχρονες ανάγκες θεσμικού πλαισίου; Ο πρώτος στόχος είναι να λύσει υπάρχουσες αδυναμίες. Παραδείγματος χάρη, στην Όλυμπο της Καρπάθου ή στο Μεσοχώρι ένας μετανάστης που γυρίζει μετά από σαράντα χρόνια βρίσκει μερικά χορτολιβαδικά, όπως τα λένε, στο χωράφι του και δεν μπορεί να αξιοποιήσει την περιουσία του. Αυτό για να λυθεί έπρεπε να έλθει σε αποφάσεις στο κέντρο και σε υπογραφές των Υπουργών.
Σήμερα αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται, κύριε Υπουργέ. Δεν λύνεται διότι επανέρχεται από την τοπική κοινωνία, η οποία δεν έχει πια κανένα λόγο στο περιφερειακό επίπεδο. Δεν συγκεντρώνονται οι διαδικασίες. Αυτό πιστεύω ότι είναι ένα σημαντικό σημείο, όπως ένα δεύτερο σημείο που αφορά τις υπάρχουσες αδυναμίες είναι η περιβόητη υπόθεση των αυθαιρέτων. Βρήκαμε το πρόβλημα, που πραγματικά δεν έλυσαν ούτε οι προηγούμενες κυβερνήσεις, μέσα στις δασικές εκτάσεις, το προσπερνάμε, το αναβάλλουμε για το μέλλον και προφανώς δεν πρόκειται να λυθεί.
Η ουσία είναι λοιπόν, ότι δεν λύνει βασικά θέματα που θα ταλανίζουν για πολλές ακόμα και δεκαετίες τα θέματα που έχουν σχέση με το περιβάλλον.
Tο δεύτερο είναι να αντιμετωπίσει τη γραφειοκρατία. Σε κάποιες περιπτώσεις τα ψιλοκαταφέρνει, όμως γενικά συγκεντρώνει τις αποφάσεις και αυτό το πράγμα φαίνεται και στο επόμενο νομοσχέδιο και με τον τρόπο που θα καταστήσει το Υπουργείο Μετανάστευσης. Θα το δούμε στην πράξη σε λίγες ώρες.
Θέλω να πω ότι στη συνέχεια του επιτελικού κράτους όλες οι διαδικασίες και οι λειτουργίες οδηγούνται στην ίδια κατεύθυνση. Συγκέντρωση στο γραφείο του Πρωθυπουργού της μεγάλης μερίδας των σημαντικών αποφάσεων που δεν μπορεί να τις πάρει ένα γραφείο Πρωθυπουργού και στη συνέχεια αφήνει στους Υπουργούς τις επιμέρους υποθέσεις, να αποφασίζουν κόντρα στους περιφερειακούς και τοπικούς θεσμούς.
Το τρίτο αφορά το αν προστατεύει το περιβάλλον. Ευτυχώς αποσύρατε το άρθρο 99, γιατί χύθηκε πολύ μελάνι τα παλιότερα χρόνια για το θέμα που έχει σχέση με τα ξενοδοχεία στο κέντρο της Αθήνας και στο Μεταξουργείο, το οποίο πιστεύω ότι δεν πρέπει να επανέλθει ούτε στο χωροταξικό νομοσχέδιο ούτε να αλλάξει η σημερινή δόμηση που υπάρχει στην περιοχή. Το ίδιο αναφέρεται και στις εξορύξεις στις περιοχές NATURA, όπως επίσης και πάλι εδώ η αδυναμία των τοπικών κοινωνιών να αρθρώσουν μια συγκεκριμένη άποψη γύρω από τα θέματα αυτά.
Τέταρτον, το οποίο αφορά τη σύνδεση της ανάπτυξης με την οικολογική ισορροπία και την ανανέωση των περιβαλλοντικών πόρων που πρέπει να γίνεται στις συνθήκες κοινωνικής συνοχής και να γίνει οργανικό σημείο και της περιφερειακής ανάπτυξης η περιβαλλοντική στρατηγική, ουσιαστικά κατανέμει, για παράδειγμα, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με κριτήριο καθαρά τις μεγάλες επιχειρήσεις. Πρόκειται για μια κλασική συντηρητική πολιτική η οποία δεν οδηγεί στην επανεκκίνηση της οικονομίας επί της ουσίας, αλλά στη διαιώνιση και την αναπαραγωγή των ίδιων προβλημάτων.
Θέλω να κάνω, πριν τελειώσω, και μια γενικότερη παρατήρηση. Διαβάζω στις εφημερίδες έναν φόβο από πολλούς αναλυτές ότι μετά από αυτήν την διαδικασία της πανδημίας, η ανάγκη της ενίσχυσης των υγειονομικών υπηρεσιών θα μεταθέσει τα θέματα που αφορούν το περιβάλλον στο μέλλον και θα υποβαθμίσει δηλαδή τις άλλες φυσικές καταστροφές που ζήσαμε στον Αμαζόνιο και όλα τα άλλα που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Εγώ αντίθετα πιστεύω ότι η προστασία της ζωής στον πλανήτη έχει έναν διπλό στόχο, από τη μία τον ανθρωπιστικό στόχο που είναι η προστασία της ζωής του ανθρώπου που απαιτεί ισχυρό κοινωνικό κράτος, συνυπάρχει με την οικολογική ισορροπία και ανανέωση των περιβαλλοντικών πόρων και απαιτεί μια αντίστοιχη και συνυφασμένη με την ανθρώπινη υπόσταση προστασία. Απαιτείται, δηλαδή, μια ευρύτερη στρατηγική, ειδικά τώρα που το οικουμενικό πρόταγμα γίνεται κυρίαρχο στην πολιτική ζωή όλων των κρατών. Η παγκοσμιοποίηση μέσα στα τόσα καλά και κακά της έχει και ένα καλό, ότι αυτήν τη στιγμή τα προβλήματα εννοιοποιούνται σε όλη την υφήλιο.
Πιστεύω ότι θα έπρεπε στα πλαίσια αυτού του αναπτυξιακού σχεδίου να υπάρχει μια πραγματική καινούρια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική που να βάζει προτεραιότητές που να συνδέονται μεταξύ τους στο οικονομικό, στο περιβαλλοντικό, στο οικολογικό, που να δίνει τη δυνατότητα στη χώρα να κάνει μια πραγματική μεταρρύθμιση στις περιβαλλοντικές δομές που θα συνδέονται με την ευρύτερη αυτή στρατηγική.
Όμως, όπως και στα προηγούμενα νομοσχέδια που φέρατε ως Κυβέρνηση, στο όνομα των μεταρρυθμίσεων φέρνετε μεταβατικά ουσιαστικά νομοσχέδια και αυτά τα μεταβατικά νομοσχέδια δεν δίνουν ουσιαστική απάντηση. Δημιουργούν μια εντύπωση, φαίνεται μια εργασιοθεραπεία, φαίνονται όλα αυτά, όμως αυτή δεν είναι η καλύτερη απόδειξη ότι υπάρχει μια Κυβέρνηση αποτελεσματική, με επίγνωση και με τεχνοκρατική επάρκεια.
Κλείνοντας, σκέφτομαι καμιά φορά ότι όταν μιλούσαμε για το θερμοκήπιο, για την κλιματική αλλαγή, για την εκπομπή του όζοντος, για «πράσινη» ανάπτυξη, μας κατηγορούσατε όλοι συλλήβδην ότι μιλούσαμε για «πράσινα άλογα» δέκα χρόνια πριν.
Θέλω να θυμίσω ότι η ιστορία ευτυχώς δεν συμβιβάζεται με την αμνησία και η μνήμη που φέρνω στο μυαλό μου είναι μια προσπάθεια που την κάναμε μονήρεις σε μια παράταξη που διεκδικεί να έχει λόγο στα πράγματα της χώρας και τα επόμενα χρόνια.