Το προς συζήτηση Ν/Σ «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις», που την περασμένη βδομάδα κατατέθηκε στη Βουλή εν μέσω πανδημίας και μέτρων καραντίνας αποτελεί μια μείζονα αντιπεριβαλλοντική τομή σε σχέση με όλα τα μέχρι σήμερα ισχύοντα. Αποτελεί συνέχεια σε όλα τα επίπεδα του Νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης «Επενδύω στην Ελλάδα» μια που διαπνέεται από την ίδια ακριβώς φιλοσοφία – της με κάθε κόστος εκχώρησης δικαιωμάτων, και φυσικού περιβάλλοντος στο κεφάλαιο για να προχωρήσει απρόσκοπτα στην κερδοφορία του. Και φυσικά δε θα περιοριστεί σε αυτό. Σύντομα θα συνοδευθεί και από νέο Σχέδιο Νόμου για τη Χωροταξία και τη Δόμηση με πρόσθετες πολεοδομικές και χωροταξικές διευκολύνσεις ώστε παραλίες, ρέματα, βουνά, αλλά και οι πόλεις να δοθούν βορά στο κεφάλαιο και ειδικά στο Τουριστικό.
Ενδεικτικό είναι ότι το αφήγημα της ανάπτυξης που προέβαλαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις ως διέξοδο από την κρίση, συνδεόταν σχεδόν αποκλειστικά με την τουριστικοποίηση και την υπερεκμετάλλευση του χώρου και του φυσικού πλούτου. Αυτή η κατεύθυνση ωστόσο, δείχνει ήδη τα όρια της όσον αφορά στην σχέση που υπάρχει με τις υγεονομικές κρίσεις, όσο και στις τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις που θα υπάρξουν το επόμενο διάστημα σε βάρος των εργαζόμενων στρωμάτων. Η ανάπτυξη της πανδημίας που βιώνουμε σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ανταγωνιστική σχέση που αναπτύσσει ο σύγχρονος καπιταλισμός με το περιβάλλον, όπως ενδεικτικά το μοντέλο ανάπτυξης του αγροτοβιομηχανικού συμπλέγματος, το οποίο εξαλείφει με ραγδαίο τρόπο τα ενδιαιτήματα της άγριας ζωής, αλλά και την υπερεντατική εκμετάλλευση και την μαζική κτηνοτροφία με επιδεινούμενες συνθήκες υγιεινής. Αλλά αναδεικνύει και τις αντιφάσεις του νεοφιλελευθερισμού και όλων των ιδεολογημάτων για τον ρυθμιστικό ρόλο της αγοράς και την βελτιωμένη παραγωγικότητα του ιδιωτικού έναντι του δημοσίου τομέα. Σε συνθήκες κρίσης αποδείχθηκε ότι η κρατική παρέμβαση εγγυάται εν μέρει την συνέχιση στοιχειωδών κοινωνικών λειτουργιών, σε αντίθεση με το μύθο ότι «θα τα ρυθμίσει η αγορά».
Η τελική μορφή του αντιπεριβαλλοντικού Νομοσχεδίου διαφέρει ριζικά σε σχέση με αυτή που αναρτήθηκε το Μάρτη προς διαβούλευση μια και τα μισά άρθρα του (64) δεν δημοσιοποιήθηκαν ποτέ στη σύντομη φάση της διαβούλευσης. Η δε συγκυρία επίσπευσης της «συζήτησης» και ψήφισης του εν μέσω πανδημίας έχει μια ειδική πρόσθετη σημασία, καθώς αναδεικνύει πως το κεφάλαιο και η κυβέρνηση βρίσκουν ως τεράστια ευκαιρία την υγειονομική κρίση, ώστε να επιβάλλουν την αναδιάρθρωση του δημόσιου χώρου.
Η δε διαβούλευση των Φορέων ήταν χαρακτηριστική. Οι εκπρόσωποι του Κεφαλαίου (ΣΕΒ, ΣΜΕ, Επιχειρήσεις Α/Γ και Φ/Β) και των Επιμελητηρίων (ΤΕΕ, ΓΕΩΤΕΕ, ΚΕΔΕ) ήταν αναφανδόν υπέρ του Νομοσχεδίου και πίεζαν για ακόμα πιο αντιδραστικές αλλαγές (πχ τάχθηκαν κατά του αποκλεισμού εξορυκτικών δραστηριοτήτων από τους πυρήνες προστατευόμενων περιοχών, ζήτησαν την εξαίρεση των χορτολιβαδικών εκτάσεων από τους δασικούς χάρτες, πρότειναν να τεθεί προθεσμία αυστηρή 60 ημερών στην αρχαιολογική υπηρεσία για την υπόδειξη τρόπου συνέχισης των εργασιών σε μια επένδυση, να μην αποκλείονται οι εξορυκτικές δραστηριότητες από τους πυρήνες των προστατευόμενων περιοχών, να θεωρούνται οριστικές οι αποφάσεις των ιδιωτών που τυχόν θα χρησιμοποιηθούν κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, δηλαδή να μην μπορεί… η δημόσια αδειοδοτική αρχή να τροποποιήσει τις εισηγήσεις τους!). Αντίθετα οι εκπρόσωποι περιβαλλοντικών οργανώσεων (WWF, Greenpeace, 130 περιβαλλοντικές οργανώσεις) και εργαζομένων (Δασολόγοι, ΕΜΔΥΔΑΣ) ήταν αρνητικοί.
Παρουσιάζοντας συνοπτικά το πλήθος των ρυθμίσεων που περιλαμβάνουν τα 130 άρθρα του αυτά χωρίζονται στις παρακάτω μεγάλες κατηγορίες:
Κεφάλαιο Α («Απλοποίηση Περιβαλλοντικής αδειοδότησης»): Όλο το Νομοσχέδιο αντιμετωπίζει τις διαδικασίες Περιβαλλοντικού Ελέγχου και της Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης σαν βαρίδι που πρέπει να το ξεφορτωθεί το κράτος. Σε συνέντευξη που παραχώρησε ο Υπουργός ΥΠΕΝ στο Αθην. Πρακτορείο Ειδήσεων στις 26.4.20, αναφέρει: «.. Δεν είναι δυνατόν η Δημόσια Διοίκηση να αδιαφορεί για την επενδυτική διαδικασία στη χώρα, τη μόνη διαδικασία που μπορεί να δημιουργήσει δουλειές και ανάπτυξη στον τόπο. Αν είναι αντίθετη η Διοίκηση σε μια αδειοδότηση ας το πει!..». Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν Περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις των 6 και 8 χρόνων, προφανώς ο Υπουργός αναφέρθηκε σε συνεχιζόμενες διαδικασίες, Τροποποιήσεις, Ανανεώσεις και σύνθετα έργα με πολλές συνοδές δραστηριότητες. Όπως πολύ σωστά ανέφερε η εκπρόσωπος της WWF στην ακρόαση φορέων «Την τελευταία δεκαετία η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης δέχεται ανηλεή σφυροκόπηση, με δικαιολογία την απλοποίηση των διαδικασιών. Η δική μας εμπειρία δείχνει ότι τα έργα για τα οποία καθυστερεί η αδειοδότηση έχουν πρόβλημα: ή έχουν ελλιπείς μελέτες ή ζητούν χωροθέτηση κάπου που δεν επιτρέπεται», ανέφερε, παραθέτοντας πρόσφατα παραδείγματα αδειοδότησης βαρέων βιομηχανικών δραστηριοτήτων εντός ή εκτός Natura μέσα σε λίγους μήνες».
Επίσης επεκτείνεται η ισχύς της περιβαλλοντικής άδειας από 10 σε 15 χρόνια, σε αντίθεση με τις σύγχρονες πρακτικές που απαιτούν τακτικότερο έλεγχο τους ιδιαίτερα ως προς τις σωρευτικές επιπτώσεις, ώστε να λαμβάνουν υπόψη τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας που αφορά τον εκσυγχρονισμό, την κλιματική κρίση και κάθε άλλο παράγοντα επηρεάζει τους περιβαλλοντικούς δείκτες για την προστασία του περιβάλλοντος (ISO, πιστοποιητικά κλπ). Ειδικά στην περίπτωση έργων με σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η διάρκεια ΑΕΠΟ δεν θα έπρεπε να αυξηθεί αλλά, να μειωθεί ριζικά αλλά και να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι τήρησης των όρων. Έχει ενδιαφέρον η τοποθέτηση του Συνηγόρου του Πολίτη, στην ακρόαση φορέων όπου σημείωσε «ότι η επέκταση της ισχύος της περιβαλλοντικής αδειοδότησης (ΑΕΠΟ) από τα 10 στα 15 χρόνια ενδεχομένως να είναι αντισυνταγματική» Στη «Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς και υπηρεσίες…», ο χρόνος μειώνεται από 45 μέρες σε 30 μέρες, μειώνοντας τις μέρες διαβούλευσης, μειώνεται και η δυνατότητα συμμετοχής της ενδιαφερόμενης τοπικής κοινωνίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων καθώς δεν θα υπάρχει χρόνος ούτε για την ενημέρωσή της. Την ίδια στόχευση έχει και η αναφορά ότι «η μη απάντηση φορέων πρέπει να θεωρείται ως θετική γνωμοδότηση κατά το νόμο». Αυτό δεν βοηθάει ούτε τις Υπηρεσίες που καλούνται να γνωμοδοτήσουν, ούτε το περιβάλλον, ούτε τις τοπικές κοινωνίες. Αντίστοιχα περιορίζει τους χρόνους ανανέωσης και τροποποίησης των ΑΕΠΟ όπου ειδικά στις τροποποιήσεις (μια πιο σύνθετη εργασία όπου ελέγχεται «ο ουσιώδης ή μη χαρακτήρας μίας μεταβολής περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη λειτουργία έργου ή δραστηριότητας») οι 3 ημέρες δεν επαρκούν ούτε για τη γραφειοκρατία έγκρισης κίνησης εκτός έδρας για επί τόπου έλεγχο του έργου! Ενώ μειώνει και τα περιεχόμενα του Φακέλου αδειοδότησης με αποτέλεσμα να λείπουν απαιτούμενες για την αδειοδότηση πληροφορίες.
Βασικό σημείο είναι ότι, ανατίθεται όλη ή τμήμα της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης (μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, διατύπωση περιβαλλοντικών όρων κλπ) σε ιδιώτες αξιολογητές, περιορίζοντας την όποια διαφάνεια και την όποια αντικειμενική εποπτεία του Δημόσιου Τομέα, της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Στο σημείο αυτό το υπουργείο προχώρησε σε μια μικρή διόρθωση σε σχέση με την αρχικά ακραία πρόβλεψη, όπου ο ιδιώτης θα ήταν επιλογή του επενδυτή αλλά και θα πληρωνόταν και από αυτόν!!! Τώρα ο ιδιώτης ελεγκτής δεν θα επιλέγεται από την εταιρεία που θέλει να αδειοδοτηθεί αλλά από το ΥΠΕΝ με κλήρωση(;) (σε ένα μητρώο) και δεν θα πληρώνεται απευθείας από την εταιρεία, αλλά μέσω του υπουργείου. Η αξιολόγηση των γνωμοδοτήσεων που κατατίθενται παραμένει κατά βάση στο ΥΠΕΝ όπως και οι ποινικές ευθύνες στους Υπαλλήλους! Φυσικά η υποκατάσταση των μόνιμων υπαλλήλων, από ιδιώτες, κάθε άλλο παρά εξασφαλίζει εγκυρότητα στη διαδικασία μια και τα πολλαπλά φαινόμενα αλληλεξαρτήσεων μεταξύ επενδυτή και ελεγκτή δεν αντιμετωπίζονται. Η κεντρική ιδέα και εδώ είναι δώστε τα όλα σε ιδιώτες απαξιώνοντας τις γνώσεις και την εμπειρία των υποστελεχωμένων (άνω του 40% κενές οργανικές θέσεις), χωρίς σύγχρονα μέσα και γερασμένων (70% άνω των 50 ετών χωρίς καμία ανανέωση υπαλλήλων) Δημόσιων Υπηρεσιών, ώστε οι αποφάσεις να παίρνονται εύκολα, γρήγορα και απορροφητικά. Γιατί είναι βασικό στοιχείο μιας πολιτικής με επίκεντρο το περιβάλλον και τα κοινωνικά δικαιώματα το να μπορεί να πει και δια μέσου του κράτους να πει Όχι σε επενδύσεις ή να μπορεί να επιβάλλει αυστηρούς περιοριστικούς όρους όπου κρίνει, αλλά και να ελέγχει ότι τηρούνται.
Τέλος αναφέρεται ότι με το παρόν, «κατά την έκδοση των ΑΕΠΟ ή την υπαγωγή σε ΠΠΔ έργου ή δραστηριότητας, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των εκτάσεων κατασκευής δεν εμπίπτει στον έλεγχο της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής». Δηλαδή, η περιβαλλοντική αρχή δεν θα έχει αρμοδιότητα ελέγχου του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της έκτασης στην οποία θα πραγματοποιηθεί η υπό αδειοδότηση επένδυση. Έχει αποδειχτεί ότι οι μεγάλες καταστροφές με ανθρώπινες απώλειες οφείλονταν σε καταπατήσεις και γενικά σε προβλήματα που είχαν σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επένδυσης λόγω «χαλαρής» σχετικής Νομοθεσίας. Μέχρι σήμερα το Δημόσιο είχε προστατευθεί από αρκετές κακοτοπιές (λ.χ. διακατεχόμενες εκτάσεις) χάρη στην πρόβλεψη αυτή.
Στη διαδικασία αδειοδότησης των ΑΠΕ προστέθηκε: ότι οι «περιοχές αποκλεισμού» (αυτές δηλαδή στις οποίες δεν επιτρέπονται οι ΑΠΕ) λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν οριοθετηθεί κατά συγκεκριμένο τρόπο και η οριοθέτηση έχει αναρτηθεί στο γεωπληροφοριακό σύστημα του φορέα αδειοδότησης. Τέτοια πληροφορία είναι αμφίβολο αν υπάρχει διαθέσιμη με αυτό τον τρόπο στο υπουργείο Περιβάλλοντος για τις προστατευόμενες περιοχές, τη γη υψηλής παραγωγικότητας κλπ, επομένως πρόκειται για έμμεση «παράκαμψη» των απαγορεύσεων. Φυσικά ο τρόπος επιτάχυνσης της αδειοδότησης έργων ΑΠΕ, εγκυμονεί κινδύνους για τα έργα κατηγορίας Α να χωροθετηθούν σε περιοχές NATURA 2000 (τι να κάνουμε είπε ο εκπρόσωπος της ΕΛΕΤΑΕΝ στα βουνά που φυσάει είναι NATURA). Έλα όμως που δεν μπορεί να ζητούν εκπτώσεις από τη νομοθεσία οι εταιρείες ΑΠΕ. Ακόμα και τα αιολικά πάρκα μπορεί να έχουν πολύ βαρύ περιβαλλοντικό αποτύπωμα όπως αποδεικνύεται καθημερινά από τις Βιομηχανικού τύπου εγκαταστάσεις που φυτρώνουν σε όλα τα βουνά. Αντίστοιχες διευκολύνσεις και εδώ στις Βιομηχανικές ΑΠΕ με περιορισμό της διαβούλευσης και απουσία ελέγχων στο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Γενικά το Ν/Σ καταργεί την ουσία της προστασίας των περιοχών Natura 2000 και προωθεί ακόμα και μεταλλευτικές δραστηριότητες και εξορύξεις υδρογονανθράκων σε περιοχές προστασίας της φύσης. Ορίζει χρήσεις γης που τις καθιστούν επέκταση του αστικού χώρου, καθορίζοντας 4 κλιμακούμενες ζώνες προστασίας και δίνοντας έτσι τη δυνατότητα βαρέων επενδυτικών δραστηριοτήτων (πχ εξορύξεις), τουριστικής/εμπορευματικής «αξιοποίησής» τους και δημιουργίας μη αναγκαίων υποδομών μέσα σε αυτές (δρόμων, κτιρίων κλπ).
Όσον αφορά στο Κεφάλαιο Γ για τη Διαχείριση προστατευόμενων περιοχών έχουμε τη συγχώνευση των πολύπαθων Φορέων Διαχείρισης σε μία ακόμη υδροκέφαλη Δομή στο ΥΠΕΝ. Τα πολλαπλά προβλήματα των Φορέων αυτών (ελλιπής στελέχωση, έλλειψη πόρων, προβληματική μισθοδοσία των στελεχών της, αδυναμία να καθοριστούν οι αρμοδιότητές τους), δε θεραπεύονται με την κατάργησή τους. Οι Μονάδες που θα παραμείνουν στις ίδιες τις προστατευόμενες περιοχές, θα είναι αποδυναμωμένες, δίχως αρμοδιότητες γνωμοδοτικές, ασχολούμενες αποκλειστικά με τη φύλαξη, ενημέρωση- ευαισθητοποίηση και διαβούλευση με την τοπική κοινωνία… η οποία όμως θα είναι πιά πολύ μακριά από τις Αποφάσεις που θα παίρνονται για τον Τόπο τους και το Μέλλον τους.
Στο Κεφάλαιο Στ για τις Οικιστικές Πυκνώσεις και αφού το ΣτΕ ακύρωσε την εξαίρεσή τους από τους Δασικούς χάρτες, επιχειρείται η νομιμοποίησή τους, μέσα από την γνωστή ιστορία της υπαγωγής των κατοικιών στο νόμο (εξαίρεση από κατεδάφιση για 30 χρόνια, επιβολή προστίμου), μετά από Οικονομοτεχνικές μελέτες ανά Περιφέρεια που θα καταλήξουν σε Π.Δ/τα για τις περιοχές των οικιστικών πυκνώσεων (και θα στηρίζουν την παραμονή των αυθαιρέτων!). Ο εμπαιγμός και η αυθαιρεσία συνεχίζονται, η καταστρατήγηση του Συντάγματος καλά κρατεί. Επίσης εξαιρούνται από τους δασικούς χάρτες (εκτός από τους αναδασμούς) και εγκαταστάσεις βιομηχανίας ή τουρισμού, ακόμα και αν δεν είχαν νόμιμη άδεια αλλά κάποιο άλλο πληροφοριακού τύπου έγγραφο από δασαρχείο.
Άρθρο 54 (Τροποποίηση του ΠΔ 59/18-Χρήσεις γης): Οι προστατευόμενες περιοχές εκτιμούμε ότι αντιμετωπίζονται με όρους αστικού σχεδιασμού, χρησιμοποιώντας ένα εργαλείο του πολεοδομικού σχεδιασμού – τις «επιτρεπόμενες χρήσεις γης» – και με επίκληση στις «ad hoc αυθαίρετες ρυθμίσεις που ισχύουν σήμερα για κάθε περιοχή NATURA». Οι ΕΠΜ (Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες) των προστατευόμενων περιοχών θα πρέπει να επιλέξουν χρήσεις από τις νέες κατηγορίες : «Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης – Ζώνη προστασίας της φύσης – Ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών – Ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων», ανοίγοντας έτσι τους ασκούς του Αιόλου για ακόμη μεγαλύτερες αυθαιρεσίες. Είναι κοινή διαπίστωση, ότι σε κάθε περιοχή NATURA, οι προαναφερόμενες Ζώνες έχουν πολύ ιδιαίτερα και μοναδικά χαρακτηριστικά, που Πρέπει να διαφοροποιούνται ως προς τις δραστηριότητες που θα επιτρέπονται σε αυτές. Τα εγγενή τους χαρακτηριστικά: της βιοποικιλότητας, των οικοτόπων, της χλωρίδας, της πανίδας, του Τοπίου κa, σε συνάρτηση και αλληλεπίδραση με την ανθρωπογενή δραστηριότητα, την εγγύτητα ή μη με τον αστικό ιστό, κάνουν κάθε μία από τις περιοχές αυτές Μοναδική. (πχ. Η Ζώνη Προστασίας την περιοχή της Πίνδου και Ζώνη Προστασίας σε μια περιοχή με τα αστικά χαρακτηριστικά του Υμηττού, δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται το ίδιο όσον αφορά στις επιτρεπόμενες δραστηριότητες στην έκτασή τους).
Στο Άρθρο 99 με τις Ρυθμίσεις θεμάτων πολεοδομικού χαρακτήρα όπου έχουμε και την καταστρατήγηση του Χωρικού Σχεδιασμού -Χωροταξικού και Πολεοδομικού- που πηγάζει από την ιεραρχία των επιπέδων και την ανωτερότητα του υπερκείμενου σχεδιασμού με την εισαγωγή της «ευελιξίας» και της «διαβάθμισης των δεσμεύσεων». Στην ουσία δηλαδή, ευκαιριακά και κατά το δοκούν, επιτρέπεται οριζόντια – χωρίς καμία πρόβλεψη στον Νόμο για μετέπειτα εξειδίκευση – ορισμένοι Όροι, Προϋποθέσεις, Απαγορεύσεις της πολεοδομικής νομοθεσίας να μην θεωρούνται τόσο …δεσμευτικοί και αυτομάτως να παρακάμπτονται. Έτσι, π.χ., το Περιφερειακό Χωροταξικό Δυτικής Μακεδονίας – Θράκης επιτάσσει τον περιορισμό των εξορύξεων, κάτι που μπορεί τώρα να πάει στην άκρη αν εκπονηθεί άλλο σχέδιο σε κατώτερο επίπεδο (ειδικό, τοπικό κ.λπ.).
Τα καλύτερα φυσικά για το τέλος. Όπως κάθε Νομοσχέδιο που σέβεται τον εαυτό του, μέσα στις εκατοντάδες άρθρα και σελίδες του πρέπει να συνοδεύεται και από φωτογραφικές διατάξεις. Φυσικά το παρόν δεν αποτελεί εξαίρεση. Από τη μαζική τροποποίηση των προστατευτικών Προεδρικών Διαταγμάτων στο κέντρο της Αθήνας, όπου, λόγου χάρη, αίρεται στο Μεταξουργείο ο περιορισμός από τη χρήση γενικής κατοικίας για ξενοδοχεία έως 100 κλινών και απελευθερώνεται απολύτως έως αλλαγές επί τα χείρω στη δασική νομοθεσία έως χωροθετήσεις σταθμών μεταφόρτωσης αποβλήτων στην Αττική. Ένα μίνι νομοσχέδιο για τη διαχείριση των αποβλήτων, παρότι έχει εξαγγελθεί η αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου (ΕΣΔΑ) και έχει ανατεθεί η μελέτη του Περιφερειακού Σχεδίου αποβλήτων της Αττικής (ΠΕΣΔΑ) και ένα δεύτερο για τη λειτουργία του φορέα Ελληνικό Κτηματολόγιο και την κτηματογράφηση.
Ένα δώρο προς την Ελληνικός Χρυσός με το άρθρο 119, που την απαλλάσσει από τη βάσανο των αδειοδοτήσεων και την εντάσσει στο καθεστώς γνωστοποίησης. Στο άρθρο 102 προβλέπεται ότι βιομηχανικές εγκαταστάσεις που έγιναν σε δάση ή δασικές εκτάσεις και έχουν λάβει όλες τις απαιτούμενες άδειες πλην της έγκρισης επέμβασης μπορούν να τη λάβουν μέχρι τις 30 Απριλίου 2021, καθώς αποτελούν επιτρεπτές επεμβάσεις. Στις επιτρεπτές… φωτογραφικές επεμβάσεις τουριστικού χαρακτήρα σε δάση κατατάσσονται εφεξής «και τα συρματόσχοινα, που είναι αυτοτελή σε σχέση με άλλες εγκαταστάσεις (όπως ξενοδοχεία, κέντρα σκι κ.λπ.). Για το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο στο Μάτι και έκταση περίπου 2.500 στρεμμάτων σημειώνεται ότι είναι αγροτική και το Δημόσιο δεν προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί των εκτάσεων αυτών. Για τους Σταθμούς Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων (ΣΜΑ) προβλέπεται ότι θα είναι προσωρινοί… για πέντε χρόνια και χωροθετούνται, σε πλήθος Δήμων χωρίς ουδεμία διαβούλευση ενώ ιδιωτικοποιείται περαιτέρω το εθνικό δίκτυο διανομής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ).
Συμπερασματικά, βρισκόμαστε μπροστά σε μια περιβαλλοντική τομή και αναμφισβήτητα το κεφάλαιο προετοιμάζεται για την επόμενη φάση της υποβάθμισης της προστασίας και της ιδιωτικοποίησης του χώρου, των δημόσιων αγαθών και των φυσικών οικοσυστημάτων υπέρ των ίδιων πολυεθνικών οικονομικών συμφερόντων σε βάρος του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των πολιτών. Το νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί υλοποιεί ένα ευρύτερο αστικό σχεδιασμό για την καπιταλιστική ανάπτυξη της επόμενης μέρας, καθώς στο κυνήγι της υπέρβασης της κρίσης που βιώνουμε και της διασφάλισης της “ανταγωνιστικότητας” αναζητούνται νέα επενδυτικά πεδία.
Σε όλα τα παραπάνω οφείλουμε να οικοδομήσουμε το δικό μας μέτωπο. Της κοινωνίας, των εργαζομένων, των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Ένα πρώτο δείγμα του είναι το κείμενο με πάνω από εκατό υπογραφές οργανώσεων και χιλιάδων πολιτών που ζητά την απόσυρση του Ν/Σ και η στήριξη του από όσο γίνεται περισσότερους φορείς. Ένα δεύτερο είναι η παρουσία μας τη Δευτέρα 5/5/2020 στις 6μμ το απόγευμα έξω από τη Βουλή κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια του Νομοσχεδίου ζητώντας την απόσυρση του. Και το επόμενο να διαμορφωθεί ένας μόνιμος και δημοκρατικός χώρους συντονισμού και κοινής δράσης όσων αγωνίζονται ενάντια στη λεηλασία του περιβάλλοντος από την επέλαση της κερδοφορίας των ιδιωτικών συμφερόντων.
30/4/2020