Η επέτειος της 25ης Μαρτίου 1987 βρήκε πιο επικίνδυνα διχασμένη την ελληνική πολιτεία από ποτέ.
Η κρίση στις ελληνοτουρκικες σχέσεις σε συνδυασμό με την έξοδο του τουρκικού ερευνητικού” Σισμικ” στο Αιγαίο οδήγησε την χώρα στα πρόθυρα της πολεμικής αναμέτρησης. Το μεσοδιάστημα από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούνιο και την εξαγγελία της συμφωνίας για μη πόλεμο από τον Ανδρέα Παπανδρέου τα όσα διαδρματιστηκαν δοκίμασαν την κοινή γνώμη και κοινωνία της χώρας, καθώς σε ένα ζήτημα που απαιτούσε κοινή σύμπνοια και ετοιμότητα από όλες τις πολιτικές δυνάμεις και θεσμούς, η κυβέρνηση του Ανδρέα βρέθηκε μόνη της απέναντι στην εξωτερική απειλή και σε μια πρωτοφανή εσωτερική κρίση στην χώρα με αποκορύφωμα τον Μάρτιο του ίδιου έτους.
Ήδη από τον Φεβρουάριο του 1987 ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε δώσει το μήνυμα της πολεμικής ετοιμότητας. Σε επίσκεψη του στο πεντάγωνο, στην επίσημη παρουσίαση της νέας ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων δηλώνει: “Είναι βέβαιο ότι διανύουμε μια περίοδο έντασης με την Τουρκία. Εγω χαίρομαι που έχω μια ηγεσία αντάξια των δύσκολων στιγμών που περνάει η Πατρίδα.. Είμαι βέβαιος πως θα κάνετε τα πάντα ώστε και να υπερασπιστείτε την χώρα σε περίπτωση που αυτό χρειαστεί αλλά και να εδραιωσετε την Ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή. “. Ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν έλεγε πως τα σύνορα της Ελλάδας είναι αδιαοραγματευτα το εννοούσε… Πράγμα το οποίο κορυφώθηκε την Άνοιξη του ίδιου έτους με το κλείσιμο της Αμερικανικής Βάσης στην Ν. Μάκρη ώστε να ασκηθεί πίεση στον Αμερικανικό παράγωντα.
Στις 2 Μαρτίου 1987 μετά το πέρας του ΚΥΣΕΑ ο Ανδρέας Παπανδρέου κορύφωση την σκληρή του στάση απέναντι στους Τούρκους και εξερχόμενος από την αίθουσα του συμβουλίου απειλεί ευθέως την Τουρκία ότι θα βυθίσει το πλοιάριο : “Αν το τουρκικό ερευνητικό παραβίαση τα εθνικά μας χωρικά ύδατα τότε θα δοθεί στην Τουρκία σκληρό μάθημα..”. Ενώ ο Τούρκος πρωθυπουργός Οζαλ απαντά αμηχανα : “Εάν οι Ελληνικές έρευνες προχωρήσουν τότε θα προχωρήσουμε και εμείς πέραν των διεθνών χωρικών υδάτων. “.
Βέβαια στα μέσα του ίδιου έτους η κατάσταση δεν έμενε εύκολη και στο εσωτερικό καθώς η αντιπολίτευση εγκαλουσε την κυβέρνηση για επικίνδυνους ελιγμούς στα ελληνοτουρκικα και επεδίωκε μέσω της επιχειρηματολογιας της την διεθνοποιηση της κρίσης στην ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ.
Ενώ στο πεδίο των μετάρυθμίσεων και της οικονομίας τα πράγματα παρέμεναν δύσκολα αφού από τις αρχές του Φεβρουαρίου, είχε εισαχθεί στην Βουλή το Νομοσχέδιο του Αντώνη Τρίτση για την διαχείριση της εκκλησιαστικης περιουσίας από το κράτος και το οποίο είχε επικροτησει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τα όσα επακόλουθησαν με το άνοιγμα της συζήτησης σε κυβερνητικό και δημόσιο επίπεδο διαλόγου εκείνο το διάστημα υπήρξαν τραγελαφικα. Αρχιερείς και Μητροπολίτες καλούσαν σε συλλαλητήρια τους πιστούς, κατεφευγαν σε δημόσιες κατάρες και αφορισμούς, ενώ με λάβαρα και σημαίες ιερείς και φανατισμενοι πιστοί στις αντικυβερνητικες πορείες που πραγματοποιουσαν έψαλαν το “Υπερμαχω”.
Η εικόνα διάλυσης και εθνικής διχόνοιας κορυφώθηκε στους εορτασμούς της 25ης Μαρτίου του 1987 όταν κατά τις τελετές εορτασμού και δοξολογίας στο καθεδρικό ναό Αθηνών, σύσσωμη η πολιτική ηγεσία της χώρας μαζί με τον στρατό και την κρατική τηλεοραση είδαν να τελειτε δοξολογία με έναν μόνο Ιερέα και μια Χορωδία ψαλτων. Η επίσημη ιερα σύνοδος δεν θέλησε να παραστεί στην δοξολογία λόγο του επικείμενου νομοσχεδιου καλώντας τους πιστούς να κάνουν το ίδιο και να τιμωρησουν την κυβερνητική πολιτική, κλείνοντας έτσι το μάτι στην Αξιωματική Αντιπολίτευση. Μετά το πέρας της ιεράς δοξολογίας χιλιάδες φίλοι του κινήματος, περίμεναν έξω από τον ναό την πολιτική ηγεσία και τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου για να τον χειροκροτησουν και να τον επιδοκιμασουν με συνθήματα για την τολμηρή πολιτική του τόσο στα εθνικά όσο και στα κοινωνικά θέματα.