Τα δύο μοντέλα επιδημιολογικής επιτήρησης θα τεθούν σε εφαρμογή αυτήν την εβδομάδα, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, στο πλαίσιο της επαγρύπνησης για τις επιπτώσεις του κορωνοϊού, ακόμη και χωρίς την αύξηση των κρουσμάτων.
Πρακτικά θα εφαρμοστούν συστήματα επιτήρησης για τον κορωνοϊό, κατ’ αναλογίαν εκείνων που εφαρμόζονται τα τελευταία δέκα χρόνια για την εποχική γρίπη. «Το ένα σύστημα αφορά την εργαστηριακή επιτήρηση, η οποία θα γίνεται στα σοβαρά περιστατικά τα νοσηλευόμενα σε ΜΕΘ. Όταν έχεις κάποιον στη Μονάδα που όλα τα τεστ είναι αρνητικά, θες να βεβαιωθείς ότι δεν υπάρχει κορωνοϊός και για να θεραπεύσεις και για να δράσεις προληπτικά στον πληθυσμό. Αυτός είναι ο κύριος λόγος. Ο δεύτερος τρόπος είναι ένα σύστημα με το οποίο επιτηρούμε τη γρίπη στην κοινότητα και βάσει αυτού θα λαμβάνονται δείγματα προς εξέταση για Covid-19 σε ποσοστό ασθενών» ανέφερε ο κ. Τσιόδρας.
Τα μοντέλα επιδημιολογικής επιτήρησης θα επιτρέψουν στους ειδικούς μια πρώτη, αμυδρή χαρτογράφηση της επίπτωσης της κυκλοφορίας του νέου κορωνοϊού στην κοινότητα. Όπως γνωρίζουμε πλέον πως τουλάχιστον το 15% του πληθυσμού νοσεί κάθε χρόνο από την εποχική γρίπη, εκ των οποίων ένα ποσοστό βαρύτερα και χρειάζεται νοσηλεία, αυτήν την εικόνα θέλουμε να αποκτήσουμε και για τον νέο ιό, εξήγησε ο ειδικός.
«Θέλουμε να προλάβουμε να τελειώσει η γρίπη»: αυτή η αποστροφή του ειδικού, κ. Τσιόδρα συμπυκνώνει τη μάχη που δίνουν οι επαγγελματίες υγείας μέσα στο σύστημα προκειμένου αφενός να μην τους «ξεφύγουν» τα κρούσματα του κορωνοϊού, αφετέρου να μην πιεστεί περαιτέρω το σύστημα με την ταυτόχρονη κυκλοφορία των ιών και μια πιθανή ταυτόχρονη έξαρση των αντίστοιχων νόσων.
«Αν τελειώσει η γρίπη, δίνουμε περισσότερο χώρο στο σύστημα υγείας να ανταποκριθεί. Είμαστε περισσότερο έτοιμοι, σε ένα ήδη υπερφορτωμένο σύστημα υγείας» είπε και εξήγησε ότι για τον λόγο αυτό «λαμβάνονται μέτρα καθ’ υπερβολή, για να κερδίσουμε χρόνο έως ότου τελειώσει η περίοδος της γρίπης». Σημειώνεται πως ενώ στην περίπτωση της γρίπης ένας ασθενής μπορεί να κολλήσει άλλον έναν, στην περίπτωση του κορωνοϊού ένας ασθενής μπορεί να κολλήσει άλλους δύο.
Μάλιστα ανέφερε για τα αυστηρά μέτρα πως υπάρχουν ενδείξεις ότι όπου αυτό έγινε με πυγμή και με καθ’ υπερβολή μέτρα, περιορίστηκε ο ιός. «Αν δεν πάρεις καθόλου μέτρα, μπορεί να έχεις πολύ γρήγορα εκατοντάδες κρούσματα, όπως έγινε στη γείτονα χώρα» είπε χαρακτηριστικά.
Η αγωνία των επιστημόνων, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως, για την πορεία του κορωνοϊού συσχετίζεται και με τις καιρικές συνθήκες. «Μπορεί να έχει μία επίπτωση ο καιρός. Δεν το ξέρουμε. Δεν είμαστε σίγουροι για αυτό. Θα το δούμε. Ξέρουμε ότι έγινε με τον ιό SARS. Τον Μάιο και τον Ιούνιο μηδενίστηκαν τα περιστατικά. Εάν συνεχίσει ο ιός να είναι παρών και το καλοκαίρι, βεβαίως και θα συνεχιστεί και η πίεση στο σύστημα υγείας, βεβαίως θα έχουμε ένα κύμα το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε» περιέγραψε και το πιο δύσκολο σενάριο, τόσο για την Ελλάδα όσο και για τις άλλες χώρες.
Η χώρα βρίσκεται ακόμη στη λεγόμενη φάση 1, δηλαδή υπάρχει ελεγχόμενη μετάδοση. Από την περασμένη Τετάρτη μέχρι σήμερα εντοπίστηκαν εγκαίρως τα πρώτα κρούσματα και ξεκίνησε η επιχείρηση της ιχνηλάτησης, του ελέγχου δηλαδή των στενών επαφών που είχαν και τον κίνδυνο της μετάδοσης. Συνολικά, έχουν εντοπιστεί τέσσερα εισαγόμενα κρούσματα και τρία με δευτερογενή μετάδοση. Έχουν ιχνηλατηθεί 270 άνθρωποι και έχουν ελεγχθεί 571 δείγματα.
Στη φάση 2 καταγράφεται περισσότερη μετάδοση, ενώ υπάρχουν και άλλες δύο φάσεις 3 και 4, όπου διαδοχικά αυξάνεται η μετάδοση στον πληθυσμό. «Βλέπεις, για παράδειγμα, όχι τις μικρές εξάρσεις που είδαμε, ας πούμε το να κολλάει ο ασθενής που ήρθε από την Ιταλία το παιδάκι του ή το συνάδελφό του, το φίλο ή τη φίλη του. Είναι σενάρια στα οποία βλέπεις περισσότερη μετάδοση, πιο εκτεταμένη. Και εκεί δεν σταματάς την προσπάθεια ανίχνευσης των επαφών και να τους περιορίσεις. Αλλά εκεί λαμβάνεις και άλλα μέτρα» είπε ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας.
Το κύριο μέτρο της επόμενης φάσης θα είναι η διαφορά στη διαχείριση των κρουσμάτων. Σύμφωνα πάντοτε με όσα ανέφερε ο κ. Τσιόδρας, όσοι έχουν ελαφρά συμπτώματα θα μένουν σπίτι τους, όπως μένουν και τώρα για την γρίπη, ενώ μόνο τα σοβαρά περιστατικά θα πηγαίνουν στα νοσοκομεία.
Αυτό σημαίνει πως «αχρηστεύονται» οι θάλαμοι αρνητικής πίεσης. «Οι θάλαμοι αρνητικής πίεσης έχουν τη σημασία τους αυτή τη στιγμή στη χώρα, στα μεμονωμένα σποραδικά περιστατικά που αντιμετωπίζουμε» εξήγησε ο ειδικός. Το σύστημα υγείας για να καλύψει τα σοβαρά περιστατικά θα πρέπει να διαθέτει θαλάμους μονώσεως ή ειδικούς χώρους, στους οποίους θα απομονώνονται πολλαπλά περιστατικά ασθενών μαζί – ένα μοντέλο νοσηλείας που ακολουθήθηκε εφέτος σε πολλά νοσοκομεία της χώρας για τη γρίπη. Υπήρχαν ειδικοί θάλαμοι γρίπης για να μην «περάσει» η γρίπη από τους νοσηλευόμενους με γρίπη, στους υπόλοιπους νοσηλευόμενους ασθενείς.
Παράλληλα, τα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας έχουν λάβει οδηγίες για να έχουν ειδικό χώρο διαλογής για περιστατικά που είναι ύποπτα, ώστε να ανιχνευθούν εγκαίρως και να μην υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης μεσα στο νοσοκομείο.
Έχει ήδη γίνει πρόβλεψη για τη διάθεση, σε συνεργασία πάντα με ιδιωτικά θεραπευτήρια, κάποιων κλινών, ιδιαίτερα κλινών ΜΕΘ, αν και εφόσον χρειαστεί.
Έχει προβλεφθεί η λειτουργία νοσοκομείων στη χώρα για να νοσηλεύσουν έναν αρχικό αριθμό περιστατικών, που μπορεί να είναι κάποιες δημόσιες δομές υγείας που θα παραχωρηθούν αποκλειστικά για την κάλυψη των αναγκών των ασθενών με κορωνοϊό.
Έχει αναπτυχθεί ακόμη πλάνο στα νοσοκομεία για την απουσία του προσωπικού, αν και εφόσον αυτό χρειαστεί.
Τέλος, ο ειδικός διαβεβαίωσε πως υπάρχει διαθέσιμη και θεραπεία για την πιθανή δεύτερη και πιο βαριά φάση της επιδημίας. «Ο συνδυασμός φαρμάκων που έχει προκριθεί ως ο καλύτερος υπάρχει στην Ελλάδα σε αποθήκευση στα Νοσοκομεία Αναφοράς και σε άλλα νοσοκομεία, εφόσον αυτά χρειαστούν. Αυτός ο συνδυασμός φαρμάκων θα συζητηθεί και από ειδική επιτροπή λοιμωξιολόγων, υπό τον Πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρίας Λοιμώξεων, τον κ. Γαργαλιάνο, θα συζητηθεί άμεσα και θα δοθούν θεραπευτικές οδηγίες» είπε ο κ. Τσιόδρας. Η θεραπεία θα αφορά τους ασθενείς των ευπαθών ομάδων, που, με βάση τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι τώρα από την πορεία της νόσου στην Κίνα και σε άλλες χώρες, πιθανόν να χρειάζονται έγκαιρα ιατρική βοήθεια. Οι μέχρι τώρα μελέτες έχουν δείξει πως η επίπτωση της νόσου που προκαλεί ο ιός Cοvid -19 είναι μεγάλη σε όσους πάσχουν από καρδιαγγειακά και αναπνευστικά νοσήματα, από σακχαρώδη διαβήτη, από υπέρταση και άλλα χρόνια νοσήματα.