Άρθρο Γιώργου Μουλκιώτη, Βουλευτή Βοιωτίας και Υπεύθυνου ΚΤΕ Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής στην εφημερίδα «Τα Νέα»
Τον Ιούλιο 2019 οι Έλληνες έδωσαν στην Νέα Δημοκρατία εντολή διακυβέρνησης, προκειμένου να εφαρμόσει το πρόγραμμά της για δημιουργία μιας οικονομίας με ισχυρή ανάπτυξη, που θα δημιουργούσε ευκαιρίες για όλους τους Έλληνες και καλές θέσεις εργασίας με υψηλές αποδοχές. Ισχυριζόταν δε, ότι η φτώχεια δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ουσιαστικά όσον οι θέσεις απασχόλησης που δημιουργούνται είναι επισφαλείς ή αντιστοιχούν σε εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς που δεν επαρκούν ούτε για τα στοιχειώδη.
Τον Δεκέμβριο του 2022, έχοντας διαμεσολαβήσει πάνω από τρία χρόνια κυβέρνησης Μητσοτάκη βρίσκεται στο πηδάλιο της εξουσίας και μία περίοδο «εκτάκτων συνθηκών» -όπου οι κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη και γίνονται κανονικότητα-, η ποιότητα ζωής έχει υποβαθμισθεί δραστικά τόσο ατομικά όσο και συλλογικά.
Η Κυβέρνηση διαχειρίστηκε την υγειονομική και στη συνέχεια την ενεργειακή κρίση, μοιράζοντας αφειδώς χρήματα ακόμη και σε δραστηριότητες και σε πρόσωπα που δεν είχαν ανάγκη. Πραγματοποίησε έτσι τη μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση, ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη, για μέτρα στήριξης, ενώ οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα παραμένουν στους πέντε πιο κακοπληρωμένους από τις χώρες του πλανήτη. Παρά τις αυξήσεις το 2022, ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι κάτω από το επίπεδο της αξιοπρεπούς διαβίωσης, με την απώλεια της αγοραστικής του δύναμης να είναι διαρκής. Το 72% των εργαζόμενων δηλώνει ότι το εισόδημα από την εργασία, δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες τους χωρίς άλλους πόρους, καθώς τα πραγματικά εισοδήματα όλο και συρρικνώνονται, λόγω αυξημένου κόστους ζωής.
Ταυτόχρονα, στην ελληνική αγορά εργασίας επικρατεί ένας διάχυτος βαθμός επισφάλειας και τα διαρθρωτικά της προβλήματα παραμένουν αμετάβλητα. Το β’ τρίμηνο του 2022, το ποσοστό απασχόλησης ήταν το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ, ενώ η συμμέτοχη των γυναικών στην αγορά εργασίας ήταν κατά 22,1% χαμηλότερη του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Επιπλέον, επί της ουσίας, ο ιδιωτικός τομέας συνεχίζει να δημιουργεί θέσεις απασχόλησης σε κλάδους που παράγουν χαμηλή προστιθεμένη αξία, είναι χαμηλής παραγωγικότητας και προσφέρουν χαμηλούς μισθούς. Ταυτόχρονα, η προστασία των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι περιορισμένη και σύμφωνα με σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα ως «ελλειμματική» πρέπει να αυξήσει το ποσοστό κάλυψης των συλλογικών συμβάσεων κατά 54,2%.
Σήμερα, η Κυβέρνηση ασχολούμενη μόνο με τις εκλογές, προσφεύγει σε κάλπικες στρατηγικές, κυρίως με επιδοματικού τύπου πολιτικές, που δεν συγκροτούν αξιόπιστες λύσεις ούτε για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους ούτε για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Καλός ο αυτοθαυμασμός περί δήθεν επιτευγμάτων, όμως, κύριε Μητσοτάκη, «το θέμα είναι τώρα τι λες», όταν ο λαός βιώνει καθημερινά τις δυσμενείς συνέπειες των πολιτικών της Νέας Δημοκρατίας.
Ουσιαστικά, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει τίποτα άλλο να πει στην ελληνική κοινωνία. Πλείστα «έπραξε».
Χρειάζεται πολιτική ανατροπή, με ισχυρή τη Δημοκρατική Παράταξη για να δώσει όραμα και ρεαλιστική προοπτική στις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, ώστε να διαμορφώσουν ένα ασφαλές περιβάλλον για όλη την κοινωνία.
Το αξιώνει η επόμενη ημέρα.