Άρθρο του Χάρη Δούκα, Καθηγητής Ε.Μ.Π. και Γραμματέας Τομέα Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, στην εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής»
Η Ρωσία χρησιμοποιεί φυσικό αέριο και πετρέλαιο ως γεωπολιτικά όπλα για να διχάσει την Ευρώπη. Η κλιματική κρίση επιτείνει το πρόβλημα, καθώς περιορίζει τις επιλογές. Η ξηρασία έχει αποστραγγίσει ποτάμια και λίμνες της Ευρώπης, μειώνοντας πολύ την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, θέτοντας σε κίνδυνο την χρήση πυρηνικών σταθμών (λόγω αδυναμίας ψύξης), και δυσκολεύοντας την πλωτή μεταφορά άνθρακα σε θερμοηλεκτρικούς σταθμούς. Η εντεινόμενη ενεργειακή κρίση δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες ακρίβειας και ανασφάλειας στην Ευρώπη, με ενίσχυση του λαϊκισμού, που επανεμφανίζεται δριμύτερος, πιέζοντας για (ενεργειακό) προστατευτισμό, ο οποίος μπορεί, αυτή τη φορά, να αποβεί μοιραίος για την πολιτική ενότητα της Ευρώπης.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν μπορούν να μένουν με σταυρωμένα τα χέρια. Πρέπει τώρα να προετοιμάσουν την αντεπίθεσή τους για τον δύσκολο χειμώνα.
Πώς; Με μια νέα, μεγάλη ενεργειακή συμφωνία.
Ευρωπαϊκοί φορείς και δεξαμενές σκέψεις τονίζουν εδώ και καιρό την αναγκαιότητά της. Ποιες όμως διαστάσεις θα πρέπει να περιλαμβάνει μια τέτοια συμφωνία συντονισμού της ενεργειακής πολιτικής; Η πρώτη διάσταση είναι σίγουρα η χρηματοδότηση. Ένα χρηματοδοτικό ταμείο είναι απαραίτητο, που θα αποζημιώνει τις χώρες που πραγματοποιούν επώδυνους ενεργειακούς συμβιβασμούς. Μέσα από ένα διαφανές σύστημα αρχών, κανόνων και κριτηρίων δύναται να προσδιορίζεται η οικονομική ενίσχυση που θα αποδίδεται σε όσους παρέχουν ενέργεια στο κοινό ενεργειακό αποθεματικό. Ποιοι θα είναι οι επωφελούμενοι; Οι πολίτες για παράδειγμα που ζουν κοντά στο μεγάλο κοίτασμα φυσικού αερίου του Groningen της Ολλανδίας θα αποζημιώνονται για τον αυξημένο κίνδυνο σεισμών που θα προκύψει από την αύξηση της παραγωγής φυσικού αερίου. Η ολλανδική κυβέρνηση έχει τώρα ελάχιστα κίνητρα να αυξήσει την παραγωγή, αφού η αύξηση αυτή δεν θα ωφελήσει την ίδια αλλά χώρες που εξαρτώνται περισσότερο από το αέριο, όπως η Γερμανία. Η Αλγερία μπορεί να είναι σε θέση να ανακατευθύνει τις ροές φυσικού αερίου από την Ισπανία προς την Ιταλία, που το έχει περισσότερο ανάγκη. Η Ισπανία, όμως, θα συμφωνήσει να παραιτηθεί από το φθηνότερο αλγερινό φυσικό αέριο μόνο εάν αποζημιωθεί αντίστοιχα για την αγορά ακριβότερου υγροποιημένου αερίου. Η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει πολύ περισσότερο τους λιγνίτες της και να παρέχει την περίσσεια του υγροποιημένου αερίου που εισάγει από τη Ρεβυθούσα σε γειτονικές χώρες (όπως η Βουλγαρία), αν διασφαλίσει περισσότερα χρήματα και εγγυήσεις για το διάστημα επαναλειτουργίας των εργοστασίων της. Οι ενεργειακές βιομηχανίες θα μπορούν να αποζημιώνονται για να μειώνουν την ζήτησή τους για αέριο. Φυσικά, το ταμείο θα πρέπει να δίνει έμφαση στους οικονομικά ασθενέστερους όλων των χωρών, οι οποίοι είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στην ενεργειακή φτώχεια, ενισχύοντας το εισόδημά τους. Χώρες που ευθύνονται σε μεγαλύτερο βαθμό για την τρέχουσα κρίση και έχουν σήμερα την μεγαλύτερη ανάγκη, όπως η Γερμανία, θα πρέπει να συνεισφέρουν τα μέγιστα σε αυτό το ταμείο.
Η δεύτερη διάσταση είναι η από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές. Η ιδέα αυτή είχε προταθεί ήδη από το 2014 από τον Ντόναλντ Τουσκ, τον τότε πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, αλλά δεν εφαρμόστηκε επειδή η Γερμανία και άλλες χώρες ανησυχούσαν ότι θα έχαναν την προνομιακή τους πρόσβαση στη ρωσική ενέργεια. Τώρα, οι συνθήκες άλλαξαν. Οι κοινές προμήθειες βελτιώνουν τη διαπραγματευτική ισχύ της Ευρώπης έναντι των εξωτερικών προμηθευτών και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να μειώσουν το οικονομικό και πολιτικό κόστος. Το από κοινού προμηθευόμενο αέριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί κυρίως για εξυπηρέτηση των πλέον ευάλωτων καταναλωτών.
Όμως, μια μεγάλη συμφωνία για την ενέργεια πρέπει να αντιμετωπίζει όχι μόνο την προσφορά αλλά και την ζήτηση. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να καταβάλουν ειλικρινείς προσπάθειες για μείωση της ζήτησης. Στις 26/7, οι χώρες της ΕΕ έλαβαν ιστορική απόφαση να συντονίσουν μια μείωση κατά 15% της ζήτησης αερίου. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να σταματήσουν να επιδοτούν άμεσα και οριζόντια την κατανάλωση ενέργειας. Αντίθετα, θα πρέπει να επιδοτούν στοχευμένα αυτούς που το έχουν περισσότερο ανάγκη και να επικροτούν τη μείωση της ενέργειας. Για παράδειγμα, τα ενεργειακά αποδοτικά νοικοκυριά μπορούν να λαμβάνουν σημαντικές εκπτώσεις στους λογαριασμούς τους και φορολογικά κίνητρα.
Μία τέτοια συμφωνία, ισχύος 2 – 4 ετών, θα μπορούσε να δρομολογήσει με ασφάλεια την απελευθέρωση της Ευρώπης από τους εκβιασμούς του Κρεμλίνου. Το καταλυτικό σημείο επισημοποίησης της είναι η Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αρχές Οκτώβρη. Θα μπορέσει η ΕΕ να δείξει την ενωσιακή της δυναμική, απέναντι στις δεδομένες δυσκολίες και τα εμπόδια; Τα χρονικά και ουσιαστικά περιθώρια είναι περιορισμένα αλλά υπαρκτά.