Δήλωση βουλευτή Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Γιώργου Καμίνη, σχετικά με την υπόθεση παρακολουθήσεων του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής.
Στις 18 Απριλίου κατέθεσα κοινοβουλευτική ερώτηση σχετικά με τις αποκαλύψεις του ειδησεογραφικού site insidestory για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, μέσω του κακόβουλου λογισμικού «PREDATOR».
Σήμερα, πληροφορούμαστε με αποτροπιασμό πως, με το ίδιο ακριβώς λογισμικό, άγνωστοι επιχείρησαν να παρακολουθήσουν το κινητό τηλέφωνο του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής Νίκου Ανδρουλάκη.
Πέραν του προφανούς, δηλαδή της κατάφωρης παραβίασης σειράς διατάξεων του Συντάγματος, λ.χ. εκείνων που αφορούν το απαραβίαστο των επικοινωνιών (άρθρ. 19) και του ιδιωτικού βίου (άρθρ. 9), η υπόθεση αποκτά πλέον σαφή πολιτική διάσταση. Παραβιάζεται ευθέως και το άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος όπου κατοχυρώνεται η ελεύθερη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων, δεδομένου ότι ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης είναι επικεφαλής του τρίτου σε δύναμη κοινοβουλευτικού κόμματος στη χώρα μας.
Η υπόθεση των παρακολουθήσεων πλήττει βάναυσα τον πυρήνα της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Είναι μια επίθεση στην ίδια τη δημοκρατία.
Στην απάντησή της η κυβέρνηση, μέσω του Υπουργού Επικρατείας κ. Γ. Γεραπετρίτη είχε περιοριστεί σε κάποιες τυπικές διαψεύσεις σχετικά με το αν η ΕΥΠ είχε προμηθευτεί το συγκεκριμένο λογισμικό. Δεν εξήγησε όμως πώς η κυβέρνηση σκοπεύει να αντιμετωπίσει αυτή τη νέα πραγματικότητα: Το λογισμικό παρακολουθήσεων έχει γίνει πλέον εμπορεύσιμο αγαθό και άρα προσβάσιμο στον καθένα που διαθέτει τους πόρους να το προμηθευτεί.
Επαναλαμβάνω την ερώτηση που είχα απευθύνει τότε στην κυβέρνηση: Απέναντι σε ένα τέτοιο φαινόμενο, ποιές είναι οι προθέσεις της δημοκρατικής Πολιτείας ώστε να προστατεύσει πολιτικούς αρχηγούς, δημοσιογράφους αλλά και απλούς πολίτες από ανάλογες καταστάσεις; Ως προς αυτό, είναι χαρακτηριστικό πως η απόπειρα παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη δεν αποκαλύφθηκε από ελληνική υπηρεσία, αλλά από υπηρεσία που έχει συστήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Δεδομένης της σοβαρότητας της υπόθεσης, χρειαζόμαστε επίσης μια εκ νέου σαφή διαβεβαίωση όχι μόνον ότι η ΕΥΠ δεν έχει προμηθευτεί το επίμαχο λογισμικό, αλλά ότι η Κυβέρνηση κάνει ό, τι μπορεί ώστε κανένας φορέας -δημόσιος ή ιδιωτικός- να μπορεί να διενεργεί τέτοιες παρακολουθήσεις. Μια τέτοια διαβεβαίωση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από μία ενδελεχή και ανεξάρτητη έρευνα που θα γίνει για λογαριασμό της Βουλής. Ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ από το 2019, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει υποχρέωση να θέσει σε κίνηση μια τέτοια διαδικασία.