Οι υπηρεσίες που πρέπει να παρέχονται από τους παρόχους στους χρήστες, σε προσιτή τιμή, για σύνδεση στο διαδίκτυο
Αριθμ. 7435 ΕΞ 2022 – ΦΕΚ τεύχος Β 1297/18.03.2022
Καθορισμός του περιεχομένου της Καθολικής Υπηρεσίας, του εύλογου αιτήματος, των προϋποθέσεων, των κριτηρίων επιλογής και της διαδικασίας για τον καθορισμό επιχείρησης ή επιχειρήσεων που υπέχουν υποχρέωση παροχής Καθολικής Υπηρεσίας.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Σκοπός – Πεδίο Εφαρμογής
Σκοπός της παρούσας είναι:
α) ο ορισμός της υπηρεσίας επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και ο καθορισμός του ελάχιστου συνόλου υπηρεσιών συγκεκριμένων χαρακτηριστικών που πρέπει να διατίθενται για κάθε χρήστη στην ελληνική επικράτεια, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική του θέση, σε προσιτή τιμή,
β) ο ορισμός του εύλογου αιτήματος στο πλαίσιο της καθολικής υπηρεσίας,
γ) η επέκταση των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 196 του ν. 4727/2020 σε τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και
δ) ο καθορισμός των προϋποθέσεων, των κριτηρίων επιλογής και της διαδικασίας για τον καθορισμό επιχείρησης ή επιχειρήσεων που υπέχουν υποχρέωση παροχής Καθολικής Υπηρεσίας.
Άρθρο 2
Ορισμοί
1. Στο πλαίσιο της παρούσας ισχύουν οι κάτωθι ορισμοί:
Δικαιούχοι: Καταναλωτές και τελικοί χρήστες που είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα κριτήρια που θέτει η Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, καθώς και μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί.
Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας: Ως Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας ορίζεται η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους της λειτουργίας μιας καθορισμένης επιχείρησης με υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας και της λειτουργίας της χωρίς τις υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας. Αυτό ισχύει, είτε το δίκτυο είναι πλήρως ανεπτυγμένο, είτε αναπτύσσεται και επεκτείνεται.
Υπόχρεος πάροχος / Καθορισμένη επιχείρηση: Η επιχείρηση η οποία υπέχει την υποχρέωση παροχής υπηρεσίας επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης σε σταθερή θέση στο πλαίσιο της Καθολικής Υπηρεσίας, ύστερα από σχετική απόφαση ορισμού της από την ΕΕΤΤ, σύμφωνα με τον ν. 4727/2020 και τη σχετική δευτερογενή νομοθεσία.
Σημείο σύνδεσης ή πρόσβασης: Το σημείο για το οποίο ο τελικός χρήστης αιτείται την παροχή υπηρεσίας επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης.
2. Επιπλέον, λέξεις ή φράσεις, οι οποίες χρησιμοποιούνται στην παρούσα, έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στον ν. 4727/2020. Σε περίπτωση που κάποιος από τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται στην παρούσα, δεν αναφέρεται στον ν. 4727/2020, η αντίστοιχη λέξη ή φράση ερμηνεύεται σύμφωνα με τον ορισμό, ο οποίος περιλαμβάνεται στο δευτερογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 3
Περιεχόμενο της Καθολικής Υπηρεσίας
1. Η παροχή Καθολικής Υπηρεσίας περιλαμβάνει την πρόσβαση στη διατιθέμενη υπηρεσία επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και σε υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης σε σταθερή θέση.
2. Εφόσον δεν ορίζεται άλλως στην παρούσα, οι υπηρεσίες και ευκολίες που συνθέτουν την Καθολική Υπηρεσία παρέχονται:
α) σε προσιτές τιμές κατ’ εφαρμογή του άρθρου 192 του ν. 4727/2020,
β) σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας, της μη διάκρισης και της αναλογικότητας,
γ) με ποιότητα υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 10 της παρούσας,
δ) σύμφωνα με τους όρους του Κανονισμού Γενικών Αδειών της ΕΕΤΤ και
ε) σύμφωνα με το μέρος Α του Παραρτήματος VI του ν. 4727/2020.
Άρθρο 4
Ορισμός ελάχιστου περιεχομένου καθολικής υπηρεσίας και βασικές αρχές εξέτασης αιτημάτων καθολικής υπηρεσίας
1. Η παρεχόμενη σύνδεση επιτρέπει στους δικαιούχους να έχουν πρόσβαση σε προσιτή τιμή, σε υπηρεσία επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και σε υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών, σε σταθερή θέση.
2. Η ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο, υποστηρίζει το ελάχιστο σύνολο των υπηρεσιών που ορίζονται στο Παράρτημα V του ν. 4727/2020.
3. Τα ελάχιστα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών καθολικής υπηρεσίας περιγράφονται στο Παράρτημα, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.
4. Ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας δύναται να ζητήσει από οποιονδήποτε δικαιούχο αιτηθεί σύνδεση στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, ιδίως εάν η αίτηση αυτή αφορά απομακρυσμένη περιοχή εκτός οικισμού, οικοδομική άδεια, η οποία εκδίδεται από την αρμόδια αρχή.
5. Εάν ο υπόχρεος πάροχος δεν δύναται να υλοποιήσει αίτημα για παροχή σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση με επαρκή ευρυζωνική πρόσβαση στο διαδίκτυο, σύμφωνα με την παρ. 3, υποχρεούται να αποστείλει στον αιτούντα έγγραφη απάντηση, εντός 5 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης, στην οποία:
α) περιγράφονται αναλυτικά και αιτιολογημένα οι λόγοι για τους οποίους δεν είναι εφικτή η υλοποίηση του εν λόγω αιτήματος,
β) ενημερώνει τον αιτούντα ότι δύναται να προσφύγει στην ΕΕΤΤ.
6. Ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας υποχρεούται να τηρεί στατιστικά στοιχεία αναφορικά με τον αριθμό των απορριφθέντων αιτημάτων, καθώς επίσης και αρχείο με τις έγγραφες απαντήσεις που απέστειλε στους αιτούντες σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία, τα οποία κοινοποιεί άμεσα στην ΕΕΤΤ, μετά από σχετικό έγγραφο αίτημά της. Τα ως άνω στοιχεία ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας διατηρεί για δύο (2) έτη και τα θέτει στη διάθεση της ΕΕΤΤ, εφόσον του ζητηθεί.
7. Κατόπιν σχετικού αιτήματος δικαιούχου, η σύνδεση που αναφέρεται στην παρ. 1 είναι δυνατό να περιορίζεται στην υποστήριξη υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών και συνεπώς η παρ. 5 εφαρμόζεται αναλογικά για τις περιπτώσεις όπου ο υπόχρεος πάροχος δεν δύναται να υλοποιήσει αίτημα για παροχή σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση για την παροχή υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών.
Άρθρο 5
Έλεγχος δαπανών
Το πεδίο εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 196 του ν. 4727/2020, επεκτείνεται σε τελικούς χρήστες που είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί.
Άρθρο 6
Εύλογο αίτημα για παροχή σύνδεσης σε σταθερή θέση με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών
1. Οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις υποβολής αιτήματος σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση είτε αυτό αφορά νέα σύνδεση είτε μεταφορά σύνδεσης.
2. Ο υπόχρεος πάροχος ικανοποιεί αιτήματα εφόσον στα σημεία που αφορούν δεν παρέχονται εμπορικά (μέσω οποιασδήποτε τεχνολογίας ή συνδυασμού τεχνολογιών) πακέτα υπηρεσιών με ίδια ή καλύτερα χαρακτηριστικά από αυτά του Παραρτήματος της παρούσας και με συνολική μηνιαία χρέωση ίση ή μικρότερη από την οριζόμενη στην περ. γ της παρ. 5 του άρθρου 11. Εάν ένα αίτημα απορρίπτεται από τον υπόχρεο πάροχο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, ο υπόχρεος πάροχος ενημερώνει τον συνδρομητή αναφορικά με τα διαθέσιμα από τον ίδιο εμπορικά πακέτα ή τη λειτουργία άλλου δημόσιου δικτύου επικοινωνιών που μπορεί να εξυπηρετήσει το σημείο για το οποίο υποβάλλεται αίτημα σύνδεσης υπό τους ως άνω όρους και προϋποθέσεις.
3. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η επιχείρηση η οποία υπέχει υποχρέωση παροχής υπηρεσιών στο πλαίσιο της Καθολικής Υπηρεσίας, οφείλει να ικανοποιεί όλα τα αιτήματα πρόσβασης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση, χωρίς επιβάρυνση του τελικού χρήστη, εφόσον:
α) στην περίπτωση ενσύρματου δημοσίου δικτύου επικοινωνιών, το σημείο σύνδεσης για το οποίο αιτείται η πρόσβαση βρίσκεται σε απόσταση έως 200 μέτρα (επί δημοσίου δρόμου ή μέσα από ιδιοκτησία του αιτούντος την πρόσβαση) από το πλησιέστερο κυτίο διανομής (ΒOX) του δημοσίου δικτύου επικοινωνιών του υπόχρεου παρόχου, ή
β) στην περίπτωση ασύρματου δημοσίου δικτύου επικοινωνιών, το σημείο σύνδεσης για το οποίο αιτείται η πρόσβαση βρίσκεται εντός της περιοχής κάλυψης του δικτύου, ή
γ) το προϋπολογιζόμενο Ανώτατο Κόστος Υλοποίησης (ΑΚΥ) της σύνδεσης (ενσύρματης ή ασύρματης) του σημείου πρόσβασης στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών δεν υπερβαίνει το ανώτατο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500,00) ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Το μέγεθος αυτό ισχύει για το έτος δημοσίευσης της παρούσας, ενώ το ως άνω ποσό για κάθε επόμενο έτος αναπροσαρμόζεται με τον ετήσιο πληθωρισμό του προηγούμενου έτους. Για την ετήσια αναπροσαρμογή του ΑΚΥ χρησιμοποιείται ο ακόλουθος τύπος:
ΑΚΥ(t1)=AKY(t1-1)*(1+Πληθωρισμός (t1-1)) όπου:
t1: Το έτος το οποίο αφορά η αναπροσαρμογή του ΑΚΥ ΑΚΥ (t1-1): Το ΑΚΥ για το έτος t1-1
Πληθωρισμός (t1-1): O πληθωρισμός, όπως δημοσιοποιείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή για το έτος t1-1.
4. Σε περίπτωση επέκτασης δικτύου σε οικισμό που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. της 24.4/3.5.1985 (Δ’ 181), για τον καθορισμό των ορίων και την πολεοδόμηση οικισμών μέχρι δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων, η επέκταση του δικτύου γίνεται χωρίς επιπλέον επιβάρυνση του αιτούντος, εφόσον ο υπόχρεος πάροχος κληθεί να προσφέρει πρόσβαση σε τουλάχιστον δέκα (10) εκκρεμείς αιτήσεις ανά 0,1Km2.
5. Σε περίπτωση που δεν ικανοποιούνται τα κριτήρια της παρ. 3, ο υπόχρεος πάροχος ενημερώνει τον τελικό χρήστη για τα ακόλουθα:
α) Κόστος υλοποίησης αιτήματος (συνολικό κόστος υλοποίησης, εύληπτη περιγραφή, καθώς και λεπτομερή ανάλυση του κόστους στις επιμέρους εργασίες υλοποίησης) με όλες τις δυνατές εναλλακτικές τεχνικές λύσεις που υποστηρίζει ο πάροχος (όπως επέκταση ενσύρματου δικτύου – εναέριου ή υπόγειου, εγκατάσταση ασύρματης ζεύξης, παροχή σύνδεσης μέσω ασύρματου δικτύου πρόσβασης), δεσμευτικό για τον πάροχο καθολικής υπηρεσίας χρονοδιάγραμμα υλοποίησης ανά προτεινόμενη τεχνική λύση, παρεχόμενη ταχύτητα ευρυζωνικής σύνδεσης και ποιότητα υπηρεσιών ανά προτεινόμενη τεχνική λύση. Η μηνιαία χρέωση για κάθε λύση δεν δύναται να υπερβαίνει την οριζόμενη στην περ. γ της παρ. 5 του άρθρου 11 της παρούσας. Μία τουλάχιστον από τις εναλλακτικές λύσεις πρέπει να υποστηρίζει όλες τις απαιτήσεις ταχύτητας ευρυζωνικής σύνδεσης, όπως ορίζονται στο Παράρτημα της παρούσας, και τις απαιτήσεις ποιότητας της καθολικής υπηρεσίας.
β) Λόγους που καθιστούν αδύνατη την υλοποίησης της σύνδεσης, με ειδική αιτιολόγηση εάν η παροχή σύνδεσης δεν είναι τεχνικά εφικτή.
γ) Δυνατότητα προσφυγής στην ΕΕΤΤ σε περίπτωση διαφωνίας ή μη τήρησης των συμφωνηθέντων.
Στην περίπτωση που νέοι συνδρομητές, εντός περιόδου τριετίας, επιλέξουν την υλοποίηση του αιτήματος τους σε περιοχή που έχει γίνει ήδη υλοποίηση σύμφωνα με την περ. (α) ανωτέρω, και η επιλεχθείσα λύση είναι η πλέον οικονομικά συμφέρουσα που διασφαλίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις Καθολικής Υπηρεσίας, τότε ο υπόχρεος πάροχος επιμερίζει αναλογικά και ισομερώς σε κάθε νέο συνδρομητή το αρχικό κόστος ανάπτυξης με το οποίο επιβαρύνθηκε ο πρώτος συνδρομητής. Αντίστοιχα, ο υπόχρεος πάροχος οφείλει να πιστώνει τους λογαριασμούς του πρώτου και όσων συνδρομητών έχουν ήδη επιβαρυνθεί με αυτό, ώστε το κόστος να επιμερίζεται, τελικά, ισομερώς σε όλους τους συνδρομητές.
Σε περίπτωση που η επιλεχθείσα λύση δεν είναι η πλέον οικονομικά συμφέρουσα που διασφαλίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις Καθολικής Υπηρεσίας, τότε οι νέοι συνδρομητές επιβαρύνονται μόνο με το κόστος που έχει η πλέον οικονομικά συμφέρουσα λύση, ενώ το επιπλέον κόστος βαρύνει αποκλειστικά τον συνδρομητή που επέλεξε τη συγκεκριμένη λύση.
6. Για τις περιπτώσεις της παρ. 5, ο υπόχρεος πάροχος υποχρεούται να ικανοποιήσει το αίτημα, εντός του συμφωνηθέντος χρονοδιαγράμματος, αναλαμβάνοντας κόστος σύνδεσης μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500,00) ευρώ, πλέον ΦΠΑ, για την τεχνική λύση που έχει επιλέξει ο τελικός χρήστης και υπό την προϋπόθεση ότι ο τελικός χρήστης έχει εγγράφως αποδεχτεί να επιβαρυνθεί με το υπολειπόμενο κόστος σύνδεσης σύμφωνα με συγκεκριμένο σχήμα πληρωμών. Η εξόφληση του υπολειπόμενου κόστους γίνεται, μετά την υλοποίηση της σύνδεσης από τον υπόχρεο πάροχο.
Σε περίπτωση αιτημάτων πρόσβασης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση που αφορούν στην ίδια περιοχή και υποβάλλονται μαζικά στον υπόχρεο πάροχο, τα εν λόγω αιτήματα εξετάζονται ενιαία και το κόστος σύνδεσης που βαρύνει τους τελικούς χρήστες, επιμερίζεται ισόποσα μεταξύ αυτών.
7. Στις περιοχές που έχουν αναπτυχθεί δίκτυα στο πλαίσιο δράσεων κρατικών ενισχύσεων, όπως η δράση να «Ανάπτυξη Ευρυζωνικών Υποδομών σε Αγροτικές “Λευκές” Περιοχές» και η δράση για «Υποδομές Υπερυψηλής Ευρυζωνικότητας ULTRA-FAST BROADBAND», εάν ο υπόχρεος πάροχος δεν διαθέτει δικές του υποδομές κατά το χρονικό σημείο ορισμού του ως υπόχρεου παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας, οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες μέσω χονδρικών προϊόντων που λαμβάνει από τους αναδόχους των έργων και δεν αναπτύσσει νέα υποδομή. Εάν για την ικανοποίηση του αιτήματος απαιτείται ανάπτυξη επιπρόσθετων υποδομών ο υπόχρεος πάροχος υποβάλει σχετικό αίτημα στους αναδόχους των έργων και το αίτημα εξετάζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 2 έως και 6.
8. Στις περιπτώσεις που η υφιστάμενη σύνδεση καθίσταται αδύνατη λόγω τεχνικών ή άλλων προβλημάτων, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου. Ο υπόχρεος πάροχος ενημερώνει τον συνδρομητή για όλα τα ακόλουθα:
α) για την εφεξής αδυναμία παροχής της υφιστάμενης σύνδεσης για τεχνικούς λόγους,
β) για την ύπαρξη, εφόσον υφίσταται, δημόσιου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών άλλου παρόχου που δύναται να εξυπηρετήσει το σημείο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2,
γ) για τη δυνατότητα, εφόσον υφίσταται, παροχής νέας σύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οποία θα υποστηρίζει μέρος των δυνατοτήτων που προβλέπονται στο πλαίσιο της Καθολικής Υπηρεσίας, δηλαδή παροχή μίας εκ των δύο υπηρεσιών ή παροχή με χαρακτηριστικά διαφορετικά αυτών που ορίζονται στο παράρτημα της παρούσας ή ποιότητα χαμηλότερη αυτής που ορίζεται στην σχετική απόφαση της ΕΕΤΤ, με την έγγραφη συναίνεση του τελικού χρήστη. Η μηνιαία χρέωση για κάθε λύση δεν δύναται να υπερβαίνει την οριζόμενη στην περ. γ της παρ. 5 του άρθρου 11 της παρούσας.
Το κόστος νέας σύνδεσης βαρύνει τον υπόχρεο πάροχο Καθολικής Υπηρεσίας και η ενεργοποίηση της γίνεται εντός της ίδιας ημέρας που λαμβάνει χώρα η διακοπή της αρχικής σύνδεσης. Σε κάθε περίπτωση, ο υπόχρεος πάροχος δεν καταργεί τη σύνδεση του τελικού χρήστη, εφόσον δεν παρέλθει χρονικό διάστημα τουλάχιστον έξι (6) μηνών από την ανωτέρω ενημέρωση.
Άρθρο 7
Υποχρεώσεις παρόχων χονδρικής πρόσβασης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο – Αναβάθμιση δικτύου
1. Στις περιοχές όπου πάροχοι χονδρικής παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο δίκτυο μέσω χαλκού ή VDSL Vectoring σε περιοχές που τους έχουν ανατεθεί μέσω της διαδικασίας ανάπτυξης υποδομών Vectoring που προβλέπεται στην υπ’αρ. 792/007/22.12.2016 (Β’ 4505) απόφαση της ΕΕΤΤ, οι πάροχοι έχουν υποχρέωση σύνδεσης κάθε κτηρίου στην περιοχή που παρέχουν υπηρεσίες σε αποστάσεις για τις οποίες έχει προβλεφθεί η σύνδεση βάσει του μοντέλου NGA bottom-up της ΕΕΤΤ (ΑΠ ΕΕΤΤ 937/003/18-5-2020) και το σχετικό κόστος σύνδεσης ανακτάται από τα μηνιαία τέλη χονδρικής.
2. Ειδικά στις περιπτώσεις που έχουν ανατεθεί μέσω της διαδικασίας ανάπτυξης υποδομών Vectoring και αναπτύσσεται τεχνολογία οπτικών ινών μέχρι την οικία (Fiber To The Home, FTTH), οι πάροχοι έχουν υποχρέωση σύνδεσης κάθε κτηρίου που βρίσκεται, εντός της περιοχής ανάθεσης, βάσει ρυθμιστικών υποχρεώσεων και κανονισμών της ΕΕΤΤ και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει εγκριθεί. Η ανωτέρω υποχρέωση ισχύει και στις περιπτώσεις ανάπτυξης υποδομών εκτός της διαδικασίας ανάπτυξης υποδομών Vectoring και εκτός της περιοχής ανάθεσης, εφόσον η διεύθυνση του κτηρίου έχει ήδη συμπεριληφθεί στις ανακοινώσεις ανάπτυξης δικτύου του παρόχου και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει ανακοινωθεί.
3. Η σύνδεση των κτηρίων για τις περιπτώσεις των ανω-τέρω παρ. 1 και 2 γίνεται με μέριμνα των παρόχων που ορίζονται στις παραγράφους αυτές και δεν φέρει υποχρέωση ο υπόχρεος πάροχος. Για τις περιπτώσεις που ο υπόχρεος πάροχος φέρει την υποχρέωση σύνδεσης στο πλαίσιο έτερων ρυθμιστικών υποχρεώσεων, ο υπόχρεος πάροχος οφείλει να υλοποιήσει τη σύνδεση και το κόστος δεν βαρύνει την Καθολική Υπηρεσία.
4. Στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από τις παρ. 1-3 ανωτέρω, ο υπόχρεος πάροχος συνδέει το νέο κτήριο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 αναφορικά με το εύλογο αίτημα.
Άρθρο 8
Τεχνική υλοποίηση σύνδεσης
1. Ο τρόπος παροχής της υπηρεσίας πρόσβασης σε στα-θερό σημείο στο πλαίσιο της καθολικής υπηρεσίας ακολουθεί την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας. Ο υπόχρεος πάροχος μπορεί να επιλέγει τον βέλτιστο τεχνολογικά και οικονομικά τρόπο για την παροχή της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο και υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, εφόσον καλύπτονται τα χαρακτηριστικά και οι απαιτήσεις για την ποιότητα της παροχής της καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με την παρούσα.
2. Ο υπόχρεος πάροχος παρέχει υπηρεσίες χονδρικής ευρυζωνικής σύνδεσης με σταθερή πάγια χρέωση (flat rate) είτε μέσω δικής του υποδομής είτε μέσω υπηρεσιών χονδρικής ευρυζωνικής σύνδεσης που λαμβάνει από άλλα δίκτυα. Εάν η δυνατότητα αυτή δεν είναι εφικτή, παρέχει υπηρεσίες ευρυζωνικής σύνδεσης με όριο στον συνολικό όγκο GB σύμφωνα με το Παράρτημα.
3. Όταν δικαιούχος υποβάλλει σχετικό αίτημα, η σύνδεση που αναφέρεται στην παρ. 1, είναι δυνατό να περιορίζεται στην υποστήριξη υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών, μετά από σχετικό αίτημα του δικαιούχου.
Άρθρο 9
Διαφωνία ως προς το εύλογο αιτήματος
Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς το εύλογο αιτήματος σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε σταθερή θέση μεταξύ του δικαιούχου και του υπόχρεου παρόχου, ο δικαιούχος δύναται να προσφύγει στην ΕΕΤΤ, η οποία εξετάζει εάν συντρέχει περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων για την παροχή καθολικής υπηρεσίας εκ μέρους του υπόχρεου παρόχου, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 10
Ποιότητα υπηρεσιών των καθορισμένων επιχειρήσεων
1. Οι υπόχρεοι πάροχοι, δημοσιεύουν στην ιστοσελίδα τους επαρκείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις τους στην παροχή Καθολικής Υπηρεσίας, βάσει των δεικτών ποιότητας που ορίζει η ΕΕΤΤ. Οι δημοσιευόμενες πληροφορίες διαβιβάζονται στην ΕΕΤΤ εντός επτά (7) εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευσή τους. H E.E.T.T. δύναται να προσδιορίσει επιπλέον το περιεχόμενο και τη μορφή των προς δημοσίευση πληροφοριών και τον τρόπο δημοσίευσής τους, ώστε να εξασφαλίζεται, ότι οι τελικοί χρήστες και οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση σε πλήρεις, συγκρίσιμες και εύχρηστες πληροφορίες.
2. Η κατ’ επανάληψη αδυναμία μιας επιχείρησης να τηρήσει τους στόχους επιδόσεων, όπως αυτοί ορίζονται με σχετική απόφαση της ΕΕΤΤ, μπορεί να προκαλέσει την επιβολή από την ΕΕΤΤ των κυρώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 137 και 138 του ν. 4727/2020.
3. Πέραν των αναφερομένων στην παρ. 1 του παρό-ντος άρθρου, ο υπόχρεος πάροχος παρέχει, οποτεδήποτε του ζητηθεί από την ΕΕΤΤ, στοιχεία που αφορούν την εκπλήρωση των στόχων ποιότητας Καθολικής Υπηρεσίας καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, που προβλέπονται από την παρούσα.
4. Ο υπόχρεος πάροχος οφείλει, στο πλαίσιο της ανάπτυξης πληροφοριακών συστημάτων, να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες μέτρησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Άρθρο 11
Γενικές Αρχές για την επιλογή παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας
1. Κάθε πάροχος δημόσιων δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, υπό καθεστώς Γενικής Άδειας στην ελληνική επικράτεια, δικαιούται να είναι υποψήφιος πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας.
2. Η ΕΕΤΤ δύναται να ορίσει διαφορετικές επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων για την παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας στην ελληνική επικράτεια ή για την κάλυψη διαφορετικών περιοχών της ελληνικής επικράτειας, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τα αντίστοιχα κριτήρια επιλεξιμότητας, προκειμένου να εξασφαλισθεί η παροχή Καθολικής Υπηρεσίας.
3. Οι καθορισμένες επιχειρήσεις παρέχουν:
α) Υπηρεσίες φωνητικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης σε σταθερή θέση και
β) Υπηρεσίες επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο.
4. Οι καθορισμένες επιχειρήσεις συμμορφώνονται με τις ειδικές ρυθμίσεις για καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες, που λαμβάνονται σύμφωνα με το τέταρτο, πέμπτο και έκτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 193 του ν. 4727/2020 και με μέτρα για την στήριξη ως ενδείκνυται στους καταναλωτές με αναπηρίες που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 193 του ν. 4727/2020.
5. Η ΕΕΤΤ, προκειμένου να προβεί στον καθορισμό επιχείρησης ή επιχειρήσεων που θα αναλάβουν το έργο της παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας, λαμβάνει υπόψη της ιδίως τα εξής:
α) Την ελαχιστοποίηση του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας. Η χρηματοδότηση του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας είναι δυνατόν να γίνει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μόνον αν, κατόπιν αιτήματος από την καθορισμένη επιχείρηση, η ΕΕΤΤ κρίνει ότι αυτή υφίσταται υπερβολική επιβάρυνση από το συνολικό Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας, λαμβάνοντας υπόψη και τυχόν άυλα οφέλη.
β) Τη βιωσιμότητα της επιχείρησης για όλο το χρονικό διάστημα, για το οποίο δύναται να ορισθεί πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας.
γ) Τη χρέωση στον τελικό χρήστη των στοιχείων καθολικής υπηρεσίας, όπως αυτά ορίζονται στο Παράρτημα, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) ευρώ το μήνα συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. και τελών.
Άρθρο 12
Προϋποθέσεις για τον καθορισμό Παρόχων Καθολικής Υπηρεσίας
1. Μια επιχείρηση δύναται να αναλάβει υποχρέωση παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας, εφόσον πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) Είναι πάροχος δημόσιων δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό υπό καθεστώς Γενικής Άδειας στην ελληνική επικράτεια.
β) Κρίνεται αξιόπιστη ως πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας, αναφορικά με τη δυνατότητα εκπλήρωσης των υποχρεώσεων Καθολικής Υπηρεσίας οι οποίες ενδέχεται να της ανατεθούν. Ενδεικτικά ως κριτήρια αξιοπιστίας αναφέρονται και εξετάζονται:
i) Η λειτουργία δημοσίου δικτύου ηλεκτρονικών επι-κοινωνιών που δύναται να καλύψει το σύνολο της γεωγραφικής περιοχής στην οποία θα αναλάβει την υποχρέωση παροχής υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, σε σταθερή θέση και υπηρεσιών επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο.
ii) Η γεωγραφική κάλυψη, η έκταση και πυκνότητα του δημοσίου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών της επιχείρησης, καθώς και η ικανότητα του ανωτέρω δικτύου αυτής να αντιδρά σε απρόσμενες καταστάσεις βάσει σαφώς καθορισμένων κατατεθειμένων σχεδίων δράσης από τον πάροχο.
iii) Τα έτη της συνολικής επιχειρηματικής δραστηριό-τητας και τα δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία του υποψηφίου παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας των τελευταίων 3 οικονομικών χρήσεων, με βάση τα οποία να αποδεικνύει ότι είναι οικονομικά και τεχνικά ικανός να εξασφαλίσει την παροχή υπηρεσιών καθώς και να αναλάβει τη συνολική λειτουργία και εκμετάλλευση του σχετικού δικτύου, καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάληψης του έργου.
iv) Η ύπαρξη συγκεκριμένου σχεδίου ανάπτυξης του
δημόσιου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών της επιχείρησης προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που θα αναλάβει, εάν κρίνει ότι αυτό είναι αναγκαίο, καθώς και δέσμευση της διοίκησης για τη χρηματοδότηση της σχετικής επένδυσης και τρόπος χρηματοδότησής της.
v) Η δυνατότητα παροχής υπηρεσιών φωνητικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης, σε σταθερή θέση και υπηρεσιών επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο καθορισμένης ελάχιστης ποιότητας στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας ή σε συγκεκριμένη υπό εξέταση γεωγραφική περιοχή κάλυψης.
2. Η επιλογή παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας ακολουθεί τις αρχές της τεχνολογικής ουδετερότητας, αντικειμενικότητας, διαφάνειας και αμεροληψίας.
Άρθρο 13
Διαδικασία Επιλογής και Αποζημίωσης Παρόχων
1. Η ΕΕΤΤ, εντός τριών (3) μηνών από την θέση σε ισχύ της παρούσας ή από τη στιγμή που διαπιστώσει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 14 της παρούσας, προσκαλεί τις επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό να υποβάλουν το ενδιαφέρον τους για την παροχή Καθολικής Υπηρεσίας, προσκομίζοντας όλα τα αναγκαία στοιχεία και έγγραφα, από τα οποία αποδεικνύεται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό παρόχων Καθολικής Υπηρεσίας, όπως αυτές εξειδικεύονται στην ως άνω πρόσκλησή της. Η ανακοίνωση της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος δημοσιεύεται στο δικτυακό τόπο της ΕΕΤΤ. Εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη της προθεσμίας εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η ΕΕΤΤ καταρτίζει κατάλογο με τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό Παρόχων Καθολικής Υπηρεσίας. Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ.
2. Στην περίπτωση που καμία επιχείρηση δεν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας ή από τις επιχειρήσεις που εκδήλωσαν ενδιαφέρον καμία δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό Παρόχων Καθολικής Υπηρεσίας ή η διαγωνιστική διαδικασία αποβεί άγονη, η επιλογή του παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας γίνεται ως εξής:
α) Ορίζεται ως καθορισμένη επιχείρηση η ορισθείσα από την ΕΕΤΤ επιχείρηση με Σημαντική Ισχύ στην αγορά χονδρικής παροχής τοπικής πρόσβασης σε σταθερή θέση κατά τον κρίσιμο χρόνο. Στην περίπτωση που έχουν ορισθεί περισσότερες της μιας επιχείρησης με σημαντική ισχύ στην ανωτέρω αγορά, τότε ορίζεται κάθε μία από αυτές ως καθορισμένη επιχείρηση στην γεωγραφική περιοχή στην οποία έχει ορισθεί ως κατέχουσα σημαντική ισχύ. Στην περίπτωση που στην ίδια γεωγραφική περιοχή έχουν ορισθεί περισσότερες της μιας επιχείρησης με σημαντική ισχύ στην ανωτέρω αγορά, τότε ορίζεται ως καθορισμένη επιχείρηση όποια εξ αυτών διαθέτει το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς ή μεγαλύτερη γεωγραφική κάλυψη εντός της περιοχής ανάθεσης για την παροχή υπηρεσιών χονδρικής τοπικής πρόσβασης σε σταθερή θέση.
β) Εφόσον η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει επιχείρηση με σημαντική ισχύ στην αγορά χονδρικής παροχής τοπικής πρόσβασης σε σταθερή θέση, τότε καθορίζεται ως καθορισμένη επιχείρηση, η επιχείρηση που διαθέτει το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς ή τη μεγαλύτερη γεωγραφική κάλυψη εντός της περιοχής ανάθεσης για την παροχή υπηρεσιών χονδρικής τοπικής πρόσβασης σε σταθερή θέση.
3. Στην περίπτωση που τουλάχιστον μία ή περισσότερες επιχειρήσεις από αυτές που εκδήλωσαν ενδιαφέρον για την παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας πληρούν τα κριτήρια για τον καθορισμό παρόχων Καθολικής Υπηρεσίας, η ΕΕΤΤ επιλέγει τον ή τους υπόχρεους παρόχους μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας. Οι όροι του διαγωνισμού καθορίζονται αποκλειστικά από την ΕΕΤΤ με σεβασμό στις αρχές της αντικειμενικότητας, της διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της αναλογικότητας, κατά τρόπο που ελαχιστοποιούνται οι στρεβλώσεις της αγοράς, σύμφωνα με τις γενικές αρχές της παρ. 5 του άρθρου 11 της παρούσας και ανακοινώνονται στους υποψηφίους, πριν από την έναρξη της διαδικασίας.
4. Οι συμμετέχοντες στη διαδικασία ανάθεσης της παροχής Καθολικής Υπηρεσίας, υποβάλλουν στην ΕΕΤΤ τεχνική λύση/λύσεις για την εξυπηρέτηση περιοχών στις οποίες δεν παρέχονται υπηρεσίες επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης συνοδευόμενη από σχετικό χρονοδιάγραμμα. Η έναρξη των εργασιών στις ανωτέρω περιοχές εκκινεί, μετά την υποβολή αιτήματος τελικού χρήστη για την παροχή υπηρεσίας.
5. Οι καθορισμένες επιχειρήσεις δύνανται να αποζημιωθούν για την παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας μέχρι του ποσού της προσφοράς με την οποία τους κατακυρώθηκε ο διαγωνισμός.
6. Η ΕΕΤΤ στο πλαίσιο της διαδικασίας του παρόντος άρθρου δύναται να ζητήσει από τους παρόχους την άμεση υποβολή συμπληρωματικών στοιχείων.
7. Η καταβολή αποζημίωσης για το Καθαρό Κόστος παροχής Καθολικής Υπηρεσίας γίνεται ύστερα από την υποβολή μελέτης προσδιορισμού του Καθαρού Κόστους παροχής Καθολικής Υπηρεσίας της επιχείρησης και έλεγχο της μελέτης αυτής από την ΕΕΤΤ ή ανεξάρτητο ελεγκτή που αυτή έχει ορίσει, σύμφωνα με τις αρχές κοστολόγησης που εκδίδει η ΕΕΤΤ. Η μελέτη που υποβάλλεται πρέπει να περιλαμβάνει υπολογισμό και πιθανών άυλων ωφελειών. Κατά τον έλεγχο της μελέτης η ΕΕΤΤ συνυπολογίζει πιθανά άυλα οφέλη. Η υποβολή της μελέτης συνοδεύει το αίτημα αποζημίωσης, το οποίο υποβάλλεται, εντός της αποκλειστικής προθεσμίας της παρ. 10.
8. Η καθορισμένη επιχείρηση που υποβάλλει αίτημα αποζημίωσης για την παροχή Καθολικής Υπηρεσίας υποχρεούται να προσδιορίσει λεπτομερώς τα συγκεκριμένα στοιχεία Καθολικής Υπηρεσίας που χρήζουν χρηματοδότησης, σύμφωνα με το Παράρτημα VII του ν. 4727/2020.
9. Στην περίπτωση που η ΕΕΤΤ αποφανθεί ότι η καθορισμένη επιχείρηση υφίσταται υπερβολική επιβάρυνση, τότε το καθαρό κόστος παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας δύναται να χρηματοδοτηθεί σύμφωνα με τον ισχύοντα κάθε φορά κανονισμό μηχανισμού αποζημίωσης καθορισμένης επιχείρησης για το Καθαρό Κόστος παροχής Καθολικής Υπηρεσίας.
10. Η καθορισμένη επιχείρηση, ανεξαρτήτως του τρόπου ορισμού της, δικαιούται αποζημίωσης μόνον εφόσον υποβάλει σχετικό αίτημα, στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την έγκριση του ισολογισμού και της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσεως της επιχείρησης.
Άρθρο 14
Χρονική διάρκεια και γεωγραφική έκταση υποχρέωσης παροχής Καθολικής Υπηρεσίας
1. Ο ελάχιστος χρόνος παροχής υπηρεσιών από τον υπόχρεο πάροχο ορίζεται σε τρία (3) έτη. Διαδικασία επανακαθορισμού του παρόχου καθολικής υπηρεσίας για μετά την παρέλευση τουλάχιστον τριών (3) ετών ξεκινά στις παρακάτω περιπτώσεις:
α) η καθορισμένη επιχείρηση δεν επιθυμεί να συνεχίσει την παροχή Καθολικής Υπηρεσίας, μετά την παρέλευση ελάχιστου χρόνου τριών (3) ετών ή
β) υποβολή αιτήματος άλλης επιχείρησης, η οποία
πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 12 της παρούσας. Σε κάθε περίπτωση η ΕΕΤΤ δύναται να εκκινήσει διαδικασία επανακαθορισμού του παρόχου καθολικής υπηρεσίας, οποτεδήποτε εάν κρίνει ότι συντρέχουν σχετικοί λόγοι.
2. Σε περίπτωση, που, πριν από την λήξη του καθορισμένου χρόνου παροχής Καθολικής Υπηρεσίας, τροποποιηθεί το περιεχόμενο της Καθολικής Υπηρεσίας, είναι δυνατόν να επανεξεταστεί, κατόπιν απαίτησης της καθορισμένης επιχείρησης, το ποσό της αποζημίωσης του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας προς αυτή, με βάση τους ισχύοντες νόμους, διατάξεις, κανονισμούς και αποφάσεις. Στην περίπτωση που οι υφιστάμενες καθορισμένες επιχειρήσεις δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν να αναλάβουν τις νέες υποχρεώσεις, όπως αυτές απορρέουν από την ως άνω τροποποίηση, ή έχει εκδηλωθεί επίσημα ενδιαφέρον από άλλες επιχειρήσεις να παράσχουν τις υπηρεσίες αυτές ή η ΕΕΤΤ κρίνει ότι απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης λόγω του εύρους της τροποποίησης, ξεκινά διαδικασία επανακαθορισμού του παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας. Ειδικά στην περίπτωση που τυχόν τροποποιηθεί το περιεχόμενο της καθολικής υπηρεσίας με την αφαίρεση υπηρεσιών, είναι δυνατό να επανεξεταστεί το ποσό αποζημίωσης του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας με απόφαση της ΕΕΤΤ στο λογικό μέτρο.
3. Κατάλληλο ελάχιστο γεωγραφικό μέγεθος αναφοράς για τον καθορισμό υποχρέωσης παροχής Καθολικής Υπηρεσίας είναι η περιφέρεια. Είναι δυνατόν να γίνουν κατάλληλες προσαρμογές επί της μονάδας αυτής (είτε αύξηση είτε μείωση αυτής), ώστε να επιτυγχάνεται ο υπολογισμός του Καθαρού Κόστους της καθορισμένης επιχείρησης. Η αρμοδιότητα προσδιορισμού των επιμέρους γεωγραφικών περιοχών, στις οποίες δύναται να διαιρεθεί η ελληνική επικράτεια, προκειμένου να είναι δυνατόν να οριστεί διαφορετική καθορισμένη επιχείρηση ανά περιοχή, ανήκει στην ΕΕΤΤ. Τα κριτήρια, που ορίζονται με σχετική απόφαση της ΕΕΤΤ περί γεωγραφικού διαχωρισμού, πρέπει να είναι σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στην παρ. 5 του άρθρου 11 της παρούσας.
4. Κατά τη χρονική περίοδο της διαδικασίας επανακαθορισμού παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας, η ΕΕΤΤ είναι δυνατόν να ορίσει, με αιτιολογημένη απόφασή της, βάσει των κριτηρίων του άρθρου 12 της παρούσας, μεταβατική καθορισμένη επιχείρηση, προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεχή και αδιάλειπτη παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας στους χρήστες.
Άρθρο 15
Ειδικές Υποχρεώσεις
Όλες οι καθορισμένες επιχειρήσεις, που αναλαμβάνουν την παροχή καθολικής υπηρεσίας, οφείλουν να συνάψουν συμφωνία διασύνδεσης μεταξύ τους.
Άρθρο 16
Συμμόρφωση
1. Σε περίπτωση, που η καθορισμένη επιχείρηση εκπληρώνει πλημμελώς τις υποχρεώσεις της, όπως αυτές απορρέουν από τον ορισμό της ως παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας, τότε η ΕΕΤΤ επιβάλλει τις προβλεπόμενες από τα άρθρα 137 και 138 του ν. 4727/2020, διοικητικές κυρώσεις, μεριμνώντας για τη διασφάλιση συνεχούς και αδιάλειπτης παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας προς τους χρήστες.
2. Αν οι πλημμέλειες στην παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας οφείλονται σε θέματα τεχνικοοικονομικής βιωσιμότητας της καθορισμένης επιχείρησης, η ΕΕΤΤ ξεκινά τη διαδικασία επανακαθορισμού παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας. Η καθορισμένη επιχείρηση, που εκπληρώνει πλημμελώς τις υποχρεώσεις της, δύναται να αποκλειστεί από την διαδικασία επανακαθορισμού παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας.
3. Η ΕΕΤΤ δύναται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή της, να επιβάλλει μια ή περισσότερες από τις κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 137 και 138 του ν. 4727/2020 για κάθε παραβίαση των διατάξεων της παρούσας.
Άρθρο 17
Τελικές Διατάξεις
1. Χωρίς περιορισμό των διατάξεων της παρούσας, ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας δεν θεωρείται ότι έχει παραβιάσει διάταξη της παρούσας, λόγω μη τήρησης των όρων της ή πλημμελούς ή εκπρόθεσμης μη τήρησης των όρων της, όταν αυτό οφείλεται σε ανωτέρα βία, η οποία έχει αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των όρων της και εξετάζεται ανά περίπτωση. Ενδεικτικά, δύνανται να συνιστούν ανωτέρα βία τα ακόλουθα γεγονότα, όταν είναι τέτοιας μεγάλης έκτασης και έντασης ώστε να καθιστούν αδύνατη την παροχή υπηρεσίας: ο πόλεμος, οι πράξεις δολιοφθοράς, οι τρομοκρατικές πράξεις, οι θεομηνίες, οι εκρήξεις και οι πυρκαγιές, οι μη οφειλόμενες σε βαρεία αμέλεια του παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας και οι εμπορικοί αποκλεισμοί.
2. Ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας ενημερώνει το κοινό, από τα σημεία παροχής πληροφοριών που διαθέτει στην επικράτεια καθώς και από εμφανές σημείο στην ιστοσελίδα του, για τις παροχές που περιλαμβάνονται στο περιεχόμενο της Καθολικής Υπηρεσίας και για τη διαδικασία αιτήσεως την οποία ακολουθούν οι δικαιούχοι προκειμένου να κάνουν χρήση της παρούσας. Ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας εξασφαλίζει στους δικαιούχους που είναι άτομα με ειδικές ανάγκες τη δυνατότητα πρόσβασης στις ανωτέρω πληροφορίες σύμφωνα με το είδος της αναπηρίας τους.
3. Σε περίπτωση διαφορών μεταξύ του περιεχομένου της παρούσας και του περιεχομένου του Κανονισμού Γενικών Αδειών υπερισχύουν οι διατάξεις της παρούσας.
4. Ο πάροχος Καθολικής Υπηρεσίας υποβάλλει στην ΕΕΤΤ ετήσια έκθεση σχετικά με την παροχή Καθολικής Υπηρεσίας, εντός του πρώτου τριμήνου κάθε επόμενου έτους από τον ορισμό του, ιδιαίτερα όσον αφορά την επέκταση/αναβάθμιση δικτύου, καθώς και όλα τα άλλα στοιχεία της Καθολικής Υπηρεσίας.
Άρθρο 18
Καταργούμενες διατάξεις
Με την έναρξης ισχύος της παρούσας καταργούνται:
• H υπ’ αρ. 44035/1626/01-08-2007 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών «Καθορισμός περιεχομένου Καθολικής Υπηρεσίας» (Β’1481).
• Η υπ’ αρ. 28120/974/11-05-2007 απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών «Προϋποθέσεις, κριτήρια επιλογής και διαδικασία για τον καθορισμό παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας» (Β’824).
• H υπ’ αρ. 44365/1631/9-8-2007 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών «Εξασφάλιση προσιτών τιμολογίων στα πλαίσια παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας» (Β΄1618).
• H υπ’ αρ. 44871/988/9-7-2014 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων «Καθορισμός και εξειδίκευση της έννοιας, των κριτηρίων και του περιεχομένου του ευλόγου του αιτήματος στο πλαίσιο της καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν. 4070/2012» (Β΄2128).
Άρθρο 19
Έναρξη Ισχύος
Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
– Χαρακτηριστικά υπηρεσιών καθολικής υπηρεσίας
• Υπηρεσία ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο με ελάχιστη ονομαστική ταχύτητα καθόδου (download) 10 Mbps και ανόδου (upload) 1 Mbps και με πραγματική ταχύτητα καθόδου (download) όχι μικρότερη από 4 Mbps και τουλάχιστον 30 GByte διαθέσιμα το μήνα σε περίπτωση που η υπηρεσία δεν προσφέρεται με σταθερή πάγια χρέωση (flat rate) ανεξαρτήτως κατανάλωσης δεδομένων.
• Δωρεάν απεριόριστες κλήσεις σε αστικά και υπεραστικά ή χρόνο ομιλίας 1500 λεπτών το μήνα προς σταθερά ή σταθερά και κινητά δίκτυα, σε περίπτωση που η υπηρεσία δεν παρέχεται μέσω σταθερού δικτύου