Άρθρο Γιώργου Καμίνη στην εφημερίδα Αξία
Το Κίνημα Αλλαγής έχει επισημάνει, εδώ και μήνες, την ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζει το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, και κατ’ επέκταση η κυβέρνηση, το πολύπλοκο θέμα του προσφυγικού / μεταναστευτικού. Στην Πλατεία Βικτωρίας, τις τελευταίες εβδομάδες, η ελαφρότητα αυτή έχει φτάσει στο αποκορύφωμα της, δημιουργώντας συνθήκες κοινωνικής έκρηξης.
Ας αφήσουμε κατά μέρος, χάριν συντομίας, τον τρόπο διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, της επίσπευσης των διαδικασιών ασύλου και της αποσυμφόρησης των νησιών. Με σχεδόν 100.000 εκκρεμείς αιτήσεις ασύλου πάντως, ούτε σε αυτό τον τομέα τα πάει ιδιαίτερα καλά η κυβέρνηση. Ας δούμε συγκεκριμένα το θέμα των δεκάδων χιλιάδων αναγνωρισμένων πλέον προσφύγων. Μιλάμε για ανθρώπους που έχουν υποβληθεί σε μία εξαντλητική διοικητική και νομική διαδικασία και έχουν κριθεί άξιοι προστασίας από τη χώρα μας, με τη σφραγίδα του Ελληνικού Κράτους και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουν κερδίσει, με βάση τους νόμους και τη δημοκρατία μας, το δικαίωμα να ζήσουν στη χώρα σαν ισότιμοι συμπολίτες μας. Αν τελικά ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες για επίσπευση των διαδικασιών ασύλου, όπως όλοι ευχόμαστε, οι άνθρωποι αυτοί νομοτελειακά θα πολλαπλασιαστούν, όσο και αν αυστηροποιήσουμε τη διαδικασία.
Άνθρωποι που έχουν βιώσει επί πολλά χρόνια απάνθρωπες συνθήκες. Η ίδια η διαδρομή της ζωής τους καταδεικνύει με τον πιο σαφή τρόπο τη δίψα τους για προκοπή, για ένα καλύτερο μέλλον. Οικογένειες. Παιδιά. Δυνητικά μέλη της κοινωνίας μας που μπορούν να βοηθήσουν στην οικοδόμηση μιας εύρωστης, πολύμορφης, δυναμικής πατρίδας.
Τι έχει κάνει γι’ αυτούς του ανθρώπους η κυβέρνηση; Πρώτον, “αμέλησε” πλήρως να εκπονήσει ένα, έστω και υποτυπώδες, Εθνικό Σχέδιο Ένταξής τους στην ελληνική κοινωνία. Σε κάθε σημείο πολιτικής κριτικής που ασκούμε, ως Κίνημα Αλλαγής, για το θέμα της ένταξης ακούμε συνεχώς τη μονότονη απάντηση: το πρόγραμμα HELIOS, μια πρωτοβουλία του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, που όμως έχει περιορισμένες θέσεις και δεν επαρκεί. Καμία πρόνοια να μάθουν αυτοί ελληνικά, να μάθουμε εμείς, το ελληνικό κράτος, τα προσόντα τους και σε ποιές δουλειές μπορούν να απορροφηθούν, να σκεφτούμε, εν πάση περιπτώσει, με ποιόν τρόπο μπορεί αυτή η ένταξη να είναι θετική τόσο για την κοινωνία υποδοχής όσο και για τους πρόσφυγες.
Και μετά; Σε μία απέλπιδα προσπάθεια να αποσυμφορηθούν “όπως-όπως” τα νησιά, η κυβέρνηση αποφάσισε εν μία νυκτί να βγάλει τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες τόσο από τα προσφυγικούς καταυλισμούς όσο και από τα διαμερίσματα του προγράμματος ΕΣΤΙΑ. Χωρίς καμία εναλλακτική, χωρίς καμία προετοιμασία, χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν από τη μία μέρα στην άλλη, κυριολεκτικά στον δρόμο. Όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισαν να συρρέουν στο κέντρο της Αθήνας. Σαν ο χρόνος να έχει σταματήσει, η Πλατεία Βικτωρίας έχει επιστρέψει στο καλοκαίρι του 2015.
Τις εύλογες ανησυχίες των κατοίκων της περιοχής έσπευσε να “υιοθετήσει” φυσικά, όπως είχαμε προειδοποιήσει, η Χρυσή Αυγή, βρίσκοντας εκ νέου ζωτικό χώρο ακριβώς τη στιγμή που φαινόταν να εξοβελίζεται στα μαύρα κεφάλαια της Ελληνικής ιστορίας.
Με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχα συγκρουστεί πολλάκις ως Δήμαρχος Αθηναίων για πολλά ζητήματα. Κυρίως για την μυωπική αντιμετώπιση που επιφύλασσαν σε μία σειρά από ζητήματα που απασχολούν ευθέως τον Δήμο και την ποιότητα ζωής των κατοίκων του: εγκληματικότητα, ευταξία, δυνατότητες ανάπτυξης, γραφειοκρατία. Όμως στο θέμα του προσφυγικού, μπροστά στο μέγεθος του προβλήματος, βρέθηκε μια φόρμουλα συνεργασίας: φτιάχτηκε ο καταυλισμός του Ελαιώνα, δημιουργήθηκε το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ με τη συνεργασία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, οι εντάσεις αμβλύνθηκαν. Δήμος και Υπουργείο οφείλουν και πάλι να συνεργαστούν για να αποφύγουμε παρόμοιες εντάσεις στο μέλλον. Η επιστροφή στο 2015 δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή.