Την ίδια ώρα που η Κομισιόν επιτρέπει σωρηδόν, εξαιτίας της κρίσης, την παραβίαση των κανόνων της ενιαίας αγοράς για κρατικές ενισχύσεις σε επιχειρήσεις, ιδίως τις γερμανικές επιχειρήσεις, την ίδια ώρα με προσφυγή της στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ζητάει να επιβληθούν εξοντωτικές χρηματικές κυρώσεις στο ελληνικό δημόσιο, κατηγορώντας το τελευταίο για κρατικές ενισχύσεις στη ΛΑΡΚΟ, οι οποίες δεν έχουν ανακτηθεί.
Συγκεκριμένα, η Κομισιόν κατηγορεί την Ελλάδα ότι δεν ανέκτησε κρατικές ενισχύσεις, ύψους 136 εκ. ευρώ, τις οποίες έδωσε στη ΛΑΡΚΟ και κρίθηκαν παράνομες τον Νοέμβριο του 2017.
Με την προσφυγή της η Κομισιόν ζητάει άκουσον-άκουσον να επιβληθεί αναδρομικά από τον Νοέμβρη του 2017 και μέχρι την ανάκτηση των “παράνομων“ κρατικών ενισχύσεων , ημερήσιο πρόστιμο 29.697 ευρώ. Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο πρόστιμο, τινάζει στον αέρα το ελληνικό δημόσιο και το εκβιάζει να λάβει εξουθενωτικές αποφάσεις σε βάρος της ΛΑΡΚΟ.
Η Κομισιόν στην ουσία με αυτήν την προσφυγή της κλιμακώνει την πίεση στην κυβέρνηση με το εξής δίλημμα: να βάλει λουκέτο στη ΛΑΡΚΟ ή να την ξεπουλήσει για ένα κομμάτι ψωμί σε ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Να σημειωθεί ότι οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ παραμένουν επί μήνες απλήρωτοι και χωρίς να έχουν πάρει ούτε το δώρο του Πάσχα.
Η κυβέρνηση οφείλει να γράψει στα παλιά της τα παπούτσια την προσφυγή της Κομισιόν και να αντεπιτεθεί πολιτικά και νομικά, υπογραμμίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, η Κομισιόν να επιτρέπει κρατική ενίσχυση στη Lufthansa ύψους 9 δις ευρώ και να κάνει προσφυγή μέσα στην κρίση εναντίον της ΛΑΡΚΟ για 136 εκ. ευρώ!
Ποια κυβέρνηση, όμως, μπορεί να ασκήσει μια τέτοια δραστήρια πολιτική υπέρ των ελληνικών συμφερόντων και να προωθήσει ένα σχέδιο εκ βάθρων ανασυγκρότησης για ανάκαμψη της ΛΑΡΚΟ;
Κ.Μ