Εξηγήσεις από τον Κρητικό ιερέα που εξέφρασε δημοσίως την άποψή του για τη μετάδοση του Covid-19 μέσα από τη Θεία Κοινωνία, ζήτησε η Μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας. «Αν δεν μεταδίδονται ασθένειες με τη Θεία Κοινωνία τότε δεν θα χώριζαν ζευγάρια από θρησκευτικό γάμο» ανέφερε μεταξύ άλλων στην ανάρτησή του στο Facebook.
Σύμφωνα με τα όσα ο δήλωσε στον Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA μετά την ανάρτηση δέχτηκε ύβρεις και προσωπικές επιθέσεις μετά την ανάρτησή του στα social media και εξήγησε τι ήταν εκείνο που τον ώθησε στο να τοποθετηθεί δημόσια για ένα θέμα που έχει απασχολήσει την επικαιρότητα εν μέσω της πανδημίας.
«Η απάντηση είναι απλή, είμαι κληρικός», ανέφερε ο ίδιος και συμπλήρωσε: «Καλούμαστε να υπηρετήσουμε τον σύγχρονο άνθρωπο, που αμφισβητεί, δεν δέχεται τόσο εύκολα θέσφατα. Αφουγκράζομαι, ζώ ανάμεσα στους πιστούς για 24 χρόνια.»
Ο π. Χαράλαμπος τόνισε πως με την ανάρτησή του, επιχείρησε να διακρίνει την ουσία από τον τύπο. «Το ουσιώδες είναι ο πιστός να λαμβάνει τη Θεία Κοινωνία, το επουσιώδες είναι ο τρόπος που θα την λάβει», ανέφερε χαρακτηριστικά – μεταξύ άλλων.
Ο π. Χαράλαμπος αναμένεται να καταθέσει επίσημα και εγγράφως τις απόψεις του για το θέμα μετά και την κλήση της Μητρόπολης Γορτύνης και Αρκαδίας όπου υπάγεται.
Αναλυτικά η ανάρτησή του
«Ευτυχώς πλέον στην εποχή μας, η δυνατότητα να εκφράζει κανείς τη γνώμη του, είναι κατοχυρωμένη και εν πολλοίς σεβαστή.
Είναι σημαντικό λοιπόν να εκφραζόμαστε, αρκεί να το κάνουμε με αίσθημα ευθύνης και επιχειρήματα.
Η γνώμη μου λοιπόν εντελώς ξεκάθαρα, για το θέμα του τρόπου μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας, έχει ως εξής.
Την εποχή που αποφασίστηκε και υιοθετήθηκε η χρήση ίδιου για όλους κουταλιού, το τελευταίο που μπορούσαν να υποθέσουν οι άνθρωποι, ήταν η πιθανότητα μετάδοσης ασθενειών.
Σκεφθείτε ότι μέχρι πριν έναν αιώνα, είχαμε άγνοια για τη χρησιμότητα του πλυσίματος των χεριών, ως νούμερο ένα πράξη προστασίας.
Συνεπώς η απόφαση για την χρήση ενός κουταλιού με το οποίο θα Κοινωνούν όλοι οι πιστοί, δεν λήφθηκε με υγειονομικά κριτήρια, αλλά καθαρά για πρακτικούς λόγους.
Οι άνθρωποι τώρα, διαχρονικά έχουμε την τάση να κολλάμε στους τύπους, χάνοντας την ουσία. Για όσους έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο με τα θεολογικά, είναι γνωστό ότι ο Χριστός έδωσε μεγάλη βάση στην διάκριση τύπου και ουσίας.
Συνοψίζοντας, η ουσία για το Χριστιανισμό, είναι να μετέχουν οι πιστοί στη μετάληψη του Άρτου και του Οίνου της κοινής λατρείας. Το επουσιώδες, είναι ο τρόπος που θα γίνεται αυτό.
Στις θρησκείες βέβαια, η σχέση με το παλαιό είναι περίεργη. Σχεδόν σε όλες τις θρησκείες,
όποια πρακτική έρχεται από το παρελθόν, λαμβάνει θέση δόγματος, ακόμα και αν πρόκειται
για πρακτικό θέμα, στο οποίο φυσιολογικά θα έπρεπε να υπάρχει ευελιξία.
Επειδή λοιπόν είμαστε εγκλωβισμένοι σε αυτό τον τρόπο προσέγγισης της εκκλησιαστικής πραγματικότητας, ψάχνουμε απεγνωσμένα επιχειρήματα που να κατοχυρώνουν την θαυματουργική παρεμπόδιση μετάδοσης ασθενειών, μέσω του κοινού κουταλιού.
Τα επιχειρήματα όμως αυτά, καθόλου πειστικά δεν είναι, δεδομένου ότι δεν έχουμε
επιστημονικά στοιχεία από παλαιότερες εποχές. Αυτό, θα ήταν εξάλλου αδύνατον, αφού οι εργαστηριακές αναλύσεις και οι στατιστικές μελέτες, είναι νέες πραγματικότητες. Το σίγουρο όμως που γνωρίζουμε, είναι ότι η θνησιμότητα τότε ήταν στα ύψη, λόγω της ανεπαρκούς ανάπτυξης της ιατρικής επιστήμης.
Το κύριο τώρα επιχείρημα ημών των πιστών, ότι δηλαδή μέσω της Θείας Κοινωνίας δεν μεταδίδονται ασθένειες που κολλάνε με το σάλιο, μάλλον είναι και υβριστικό.
Κανείς για παράδειγμα δεν διανοείται να υποστηρίξει ότι ένα ζευγάρι που έκανε
εκκλησιαστικό Γάμο και συνεπώς δέχθηκε τη Θεία Χάρη, είναι αδύνατον ποτέ να χωρίσει.
Κανείς δεν διανοείται να υποστηρίξει ότι οι ασθενείς που ευλογούνται με το λαδάκι του ευχελαίου οπωσδήποτε θεραπεύονται.
Θα ήταν επίσης φαιδρό να πούμε ότι κάποιος που βαπτίζεται, κλειδώνει απαραίτητα η ύπαρξη του στον Εκκλησιαστικό χώρο.
Οι άνθρωποι δε που κάποια στιγμή δεχόμαστε χειροτονία και καθιστάμεθα κληρικοί,
δεν χάνουμε μαγικά τις αδυναμίες μας. Τις κουβαλάμε και μάλιστα στις περισσότερες των περιπτώσεων τις μεγεθύνουμε στην πορεία.
Αυτά και πολλά άλλα που θα μπορούσαμε να πούμε, καταδεικνύουν ότι η πίστη δεν λειτουργεί με όρους μαγείας και αυτοματοποιημένους μηχανισμούς αναχαίτισης της όποιας φυσικής νομοτέλειας.
Κατά τη γνώμη μου, θα ήταν πολύ εύκολο να αλλάξουμε τον τρόπο μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας, χωρίς να πλήττεται διόλου η ουσίας της πίστης.
Βέβαια δεν τρέφω ουδεμία αυταπάτη ότι αυτό πρόκειται να συμβεί. Το μόνο που διεκδικώ, είναι η ξεκάθαρη κατάθεση της γνώμης μου».