Ο εορτασμός της φετεινής Παγκόσμιας Ημέρας Νερού που έχει ως θέμα «Νερό και Κλιματική Αλλαγή» γίνεται στην σκιά της πανδημίας του Covid – 19. Το νερό, δώρο της Φύσης στον Άνθρωπο είναι το πολυτιμότερο αγαθό, το δεύτερο απαραίτητο συστατικό για τη ζωή μας μετά το οξυγόνο. Αρκεί να σκεφτούμε σήμερα την προστασία την οποία μας προσφέρει έναντι του ιού.
Το σύνολο των κανόνων της ατομικής μας υγιεινής συνδέονται με το νερό ενώ για να μείνουμε υγιείς, χρειαζόμαστε δύο λίτρα πόσιμου νερού την ημέρα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συσχετίζει τους τομείς υγείας και περιβάλλοντος, αφού το 24% της νοσηρότητας και το 23% του συνόλου των θανάτων αποδίδεται σε περιβαλλοντικά αίτια, μεταξύ των οποίων το νερό.
Οι περιβαλλοντικές απειλές στην υγεία αποτυπώνονται στη διαθεσιμότητα και ποιότητα του νερού διεθνώς. Στα χρόνια μας, περίπου 884 εκατ. άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό και 1,5 δισ. επιπλέον αυτού, σε συνθήκες υγιεινής. Παράλληλα σχεδόν 4 δισ. άνθρωποι βιώνουν την έλλειψη νερού για τουλάχιστον ένα μήνα του έτους. Έτσι κάθε χρόνο 850.000 άνθρωποι πεθαίνουν από διάρροια σε περιοχές του πλανήτη, όπου υπάρχει έλλειψη πόσιμου νερού. Εξαιτίας του μη ασφαλούς νερού και της πλημμελούς έως κακής υγιεινής, περισσότερα από 700 παιδιά κάτω των πέντε ετών πεθαίνουν κάθε μέρα από διάρροια, που καταστρέφει τον οργανισμό μέσω της αφυδάτωσης. Οι ετήσιες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές από νοσήματα τα οποία προκαλούνται από ακατάλληλο νερό ξεπερνούν τις απώλειες πολεμικών συρράξεων, επιδημιών και σεισμών. Για τους λόγους αυτούς, εκτιμάται ότι έως το 2030 θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν λόγω της σπανιότητας του φυσικού αυτού πόρου περί τα 700 εκ. άνθρωποι.
Η πρόσβαση σε νερό είναι Ανθρώπινο Δικαίωμα, εντούτοις ο μισός πληθυσμός της γης είναι αποκλεισμένος από υπηρεσίες νερού στις εστίες του. Επιπλέον το 1/3 των ανθρώπων που δεν έχουν καμία δυνατότητα πρόσβασης σε καθαρό, πόσιμο νερό ζουν με λιγότερο από 1 δολάριο την ημέρα ενώ το διπλάσιο ποσοστό, ζει με λιγότερο από δύο δολάρια τη μέρα. Οι δείκτες αυτοί περιγράφουν μια σχέση αιτιότητας μεταξύ νερού και φτώχειας.
Η κατακόρυφη αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού με την επακόλουθη αύξηση της ζήτησης για τρόφιμα και η αντίληψη της αέναης οικονομικής μεγέθυνσης που οδηγεί στη ραγδαία ζήτηση για εισροές νερού στην παραγωγική διαδικασία, αποτελούν τους κύριους παράγοντες επιδείνωσης της σπανιότητας των υδάτινων πόρων διεθνώς. Για όλους αυτούς τους λόγους, ο ΟΗΕ και η UNESCO εκτιμούν στις ετήσεις εκθέσεις τους ότι η παγκόσμια ζήτηση για νερό αναμένεται να αυξηθεί κατά 20 – 30% σε σχέση με το τρέχον επίπεδο ως το 2050. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, η υδατική κρίση χαρακτηρίστηκε ως πρωταρχική απειλή σε διεθνές επίπεδο, μεγαλύτερη από την εξάπλωση λοιμωδών νοσημάτων και όπλων μαζικής καταστροφής. Φαίνεται ότι δεν θα αργήσει η στιγμή κατά την οποία η υδροδιπλωματία θα αποτελέσει ζήτημα αιχμής για τα κράτη ούτως ώστε να εξασφαλίσουν μια ολοκληρωμένη διαχείριση των διακρατικών τους λεκανών, με δίκαιη κατανομή του κόστους συντήρησης και προστασίας των κοινών υδατικών αποθεμάτων.
Για τη βιώσιμη χρήση του «λευκού χρυσού», όπως χαρακτηριστικά παρομοιάζεται το νερό, απαιτείται καταρχάς η προσαρμογή του οικονομικού μας μοντέλου στους περιορισμούς που θέτει η σπανιότητά του.
Η συμβατική οικονομία της αγοράς δεν μπορεί να δώσει λύσεις. Στον αντίποδα η συγκυρία είναι κατάλληλη για την πλήρη μετάβαση της Ευρώπης προς μια κυκλική οικονομία με μια γενναία ενίσχυση των επενδύσεων που πολλαπλασιάζουν την αποδοτικότητα της χρήσης του νερού, σε συνδυασμό με την προώθηση δραστικών μέτρων πρόληψης της υποβάθμισης του από φυσικούς και τεχνολογικούς κινδύνους. Η υδατική κρίση είναι δεδομένο ότι θα έχει ως ζητούμενο την τολμηρή αναθεώρηση των σχέσεων του Ανθρώπου με τη Φύση, της Οικονομίας με το Οικοσύστημα.
Η αναθεώρηση των σχέσεων αυτών επί το αρμονικότερον θα βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής σκέψης και δράσης τα επόμενα χρόνια, αποτελώντας προϋπόθεση οικονομικής βιωσιμότητας και κοινωνικής ευημερίας, απαιτώντας από εμάς τους πολίτες αλλαγή στάσης και τρόπου ζωής.