Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος έδωσε απαντήσεις στην πρώτη του συνέντευξη μετά την ορκωμοσία του, μιλώντας στην εκπομπή του ΣΚΑΪ «Αντίστροφη Μέτρηση», με τη Σία Κοσιώνη και τον Βασίλη Χιώτη, ένα τέταρτο μετά τα μεσάνυχτα της Τετάρτης.
Στο στούντιο του ΣΚΑΪ βρέθηκαν η νέα υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Όλγα Γεροβασίλη, από το ΚΙΝΑΛ ο κ. Βασίλης Κεγκέρογλου και ο βουλευτής του ΜΕΡΑ 25 Κλέων Γρηγοριάδης.
Συζητήθηκαν οι προκλήσεις και τα στοιχήματα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ποιες θα είναι οι πρώτες κινήσεις των νέων υπουργών; Τι αντιπολίτευση θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Για τους πρώτους στόχους της νέας κυβέρνησης και πως τους αντιλαμβάνεται, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, κ. Παναγιώτης Πικραμμένος σημείωσε ότι «οι στόχοι είχαν ήδη εξαγγελθεί την προεκλογική περίοδο» και ότι «δεν είναι μόνο οικονομικοί αλλά και για ένα άλλο ύφος και ήθος στην εξουσία, για άλλες σχέσεις με τον πολίτη, για μια ηλεκτρονική διοίκηση, να φτάσει πιο κοντά η Ελλάδα στα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη».
Πρόσθεσε πως έχουν γίνει βήματα πρόοδού, και καινοτόμες μεταρρυθμίσεις όπως το opengov, η diavgeia και παλαιότερα το asep που πρέπει να λειτουργούν και ότι το σχέδιο της κυβέρνησης θα είναι λειτουργικό. Πρόσθεσε ότι περιμένει την κατάθεση του πρώτου νομοσχεδίου και ότι ο ρόλος του στη κυβέρνηση, θα κινηθεί σε θέματα θεσμικά, συνταγματικής αναθεώρησης καθότι νομικός και «δεν γνωρίζει» -όπως είπε- καλά από οικονομικά.
Για την τελετή παράδοσης, σημείωσε ότι επέλεξε μαζί με τον κ. Δραγασάκη να γίνει χωρίς κάμερες. Για το μήνυμα της Άνγκελα Μέρκελ ότι «αυτά που συμφωνήσαμε -με την προηγούμενη κυβέρνηση- ισχύουν», και συγκεκριμένα στους στόχους για τα πλεονάσματα, ο κ. Πικραμμένος είπε: «Οι Γερμανοί λένε τα ίδια κατά την διάρκεια όλων αυτών των ετών. Το θέμα είναι το πότε εμείς θα προσαρμοστούμε και θα μάθουμε το παραμύθι», εννοώντας να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη από τους Ευρωπαίους εταίρους. «Πρώτα κερδίζεις την εμπιστοσύνη, μετά δημιουργείς ομάδες κοινών συμφερόντων αρκεί να ξέρεις ποιοι είναι οι στόχοι σου και να μπορείς να τους πετύχεις. Να έχεις μία συνέπεια», πρόσθεσε.
Επικαλέστηκε τα λόγια του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος είπε ότι «είναι καιρός να κάνουμε το δικό μας πρόγραμμα». Ο κ. Πικραμμένος τόνισε πως αυτή είναι μία πολύ σωστή κουβέντα, και θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια, «μπορούσαμε να το κάνουμε, κρίμα που δεν το κάναμε».
Για το αν πιστεύει ότι σε διάστημα λίγων μηνών, η νέα κυβέρνηση θα πετύχει να πείσει τους δανειστές, για μείωση κάποιων στόχων που όμως έχουν ήδη συμφωνηθεί, ο κ. Πικραμμένος είπε: «Δεν μπορώ να διακινδυνεύσω μετά από την πάροδο πόσων μηνών ότι θα επιτύχουμε. Εγώ ξέρω ότι όταν ζητούσα βοήθεια σε συγκεκριμένα θέματα (όταν είχε διατελέσει υπηρεσιακός πρωθυπουργός το 2012), η απάντηση ήταν, ‘μα δεν μας έχετε υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις’, και αυτό με απογοήτευε. Πιστεύω ότι ναι, τώρα θα έρθουμε στο σημείο που θα μπορέσουμε να καλυτερεύσουμε τα πράγματα και να υποβάλουμε συγκεκριμένες προτάσεις». Από τα θέματα που θα απασχολήσουν την κυβέρνηση, χαρακτήρισε «τεράστιο πρόβλημα το ασφαλιστικό».
Για την υπόθεση Norvatis και αν θα υπάρξουν εξεταστικές επιτροπές, ο κ. Πικραμμένος υπογράμμισε ότι δεν έχει κάνει κάποια σχετική συζήτηση, ο ίδιος έχει την αξίωση να μάθει τί έχει συμβεί στην υπόθεση, ωστόσο όπως είπε, «θέλω να κινηθώ και να κινηθούν όλες οι διαδικασίες μόνο θεσμικά. Οτιδήποτε άλλο θα τραυματίσει ακόμη περισσότερο το ήδη κλονισμένο κύρος της Δικαιοσύνης».
Τα στοιχήματα και οι προκλήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη
H υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, σχετικά με τη συζήτηση του πρωθυπουργού και της Γερμανίδας καγκελαρίου, ότι πρέπει να τηρηθούν τα συμφωνημένα, είπε ότι «είναι σαφές, ότι η πρόθεση της ΝΔ δεν είναι να διεκδικήσει κάτι τώρα, αλλά να δείξει την πραγματική της πρόθεση όσον αφορά τις καίριες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στην χώρα. Και αφού ξαναχτίσει την αξιοπιστία της χώρας, τότε να πάει να διεκδικήσει από τους εταίρους μας μία μείωση αυτών των υψηλών πλεονασμάτων». Πρόσθεσε ότι «πάρα πολλά από αυτά που έχουμε υποσχεθεί είναι δημοσιονομικά ουδέτερα. Όπως οι φοροελαφρύνσεις που θα ξεκινήσουν αμέσως και συνοδεύονται από ισόποσες διακοπές δαπανών».
Στην ερώτηση ότι κάτι τέτοιο επιχείρησε να κάνει και η προηγούμενη κυβέρνηση έχοντας στο «οπλοστάσιο» υπερπλεονάσματα, χωρίς όμως να τα καταφέρει, η κ. Κεραμέως απάντησε: «Δείτε μόνο τις οφειλές των ιδιωτών προς το δημόσιο εν ευρεία έννοια. Δηλαδή εφορία και ασφαλιστικά ταμεία. Επί ΣΥΡΙΖΑ αυξήθηκαν από 85 δις. ευρώ, σε 140 δις. ευρώ. Για ποιους στόχους μιλάμε και για ποια αποτελέσματα; Μιλάμε για μια πολιτική που απέτυχε παταγωδώς στην οικονομία. Δυστυχώς παραλαμβάνουμε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, οι βασικές μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν. Από τα 10 που έβαζε η κυβέρνηση Τσίπρα, τα 7 ήταν από φόρους και μόνο τα 3 ήταν από ουσιαστικό εξορθολογισμό».
Τον λόγο πήρε η κ. Όλγα Γεροβασίλη, η οποία είπε: «Να θυμίσω ότι η κυβέρνηση η δική μας, παρέλαβε συμφωνημένα πλεονάσματα της τάξης του 4,5% και κατάφερε με διαπραγμάτευση να μειωθούν στο 3,5%». Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε μια πολιτική που δημιούργησε ένα «μαξιλάρι στη χώρα 5 δισεκατομμυρίων περίπου» και «τα ταμεία της χώρας με περίπου 37 δις. ώστε η Ελλάδα να «έχει καλύψει τις υποχρεώσεις της για τα επόμενα δύο με τρία χρόνια, ώστε να μην υπόκειται σ εκβιασμούς και πιέσεις των αγορών και επίσης, με αυτά τα χρήματα δρομολογήθηκαν οικονομικές ελαφρύνσεις χωρίς να διαταράσσεται η δημοσιονομική ισορροπία. Ελαφρύνσεις που δημιουργούν, σαν να είχαμε 1% λιγότερο πρωτογενές πλεόνασμα στις απαιτήσεις». Είπε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε τον δρόμο ώστε η χώρα να σταθεί στα πόδια της.
Ο κ. Βασίλης Κεγκέρογλου, είπε πως «υπάρχει δέσμευση του κ. Τσίπρα για πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% μέχρι το 2022-23, και βέβαια μέχρι το 2060 ένα αντίστοιχο 2,2%. Δεν ξεχνάμε και το υπερταμείο, το οποίο για 97 ακόμη χρόνια έχει έναν συγκεκριμένο σκοπό. Αυτό που είδαμε από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν απλώς η επίτευξη των στόχων των υψηλών πλεονασμάτων, οι στόχοι με υπερπλεονάσματα. Πολιτική βούληση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν τα υπερπλεονάσματα. Αυτό που είδαμε μέσω της υπέρμετρης φορολόγησης, να δημιουργείται υπερπλεόνασμα πάνω από 3,5%, πολλά δισεκατομμύρια. Συνδέεται επομένως με την μείωση της φορολογίας η μείωση αυτών των στόχων. Η τωρινή κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη ενώ προεκλογικά είχε εξαγείλει την διάθεση για επαναδιαπραγμάτευση αυτών των στόχων, τώρα βλέπουμε να προσπαθεί να το μεταθέσει στο μέλλον. Η μόνη προϋπόθεση για εμάς προκειμένου να γίνει επαναδιαπραγμάτευση -είναι αναγκαία για να υπάρξει αποκλιμάκωση της υψηλής φορολογίας και των υψηλών εισφορών για τους πολίτες- είναι η επίτευξη εθνικής συνεννόησης.
Για το αν το ΚΙΝΑΛ θα στηρίξει το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη για φοροελαφρύνσεις, ο κ. Κεγκέρογλου απάντησε: «Και μίση να είναι η φοροελάφρυνση καλή είναι, όμως εδώ το ζητούμενο είναι πως θα πυροδοτηθεί η ανάπτυξη και όχι το πως όταν έρθει η ανάπτυξη θα μειωθούν οι φόροι. Για να γίνει αυτό πρέπει να υπάρξουν ισχυρά κίνητρα αποκλιμάκωσης των φόρων και δεν μπορεί να μας λέει ότι αφού επιτευχθούν οι στόχοι για ανάπτυξη, θα έχουμε μείωση των φόρων. Θα δούμε το ν/σ και θα κρίνουμε».
Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να υπάρξει εθνική συνεννόηση στην επαναδιαπραγμάτευση και να αλλάξει ο χαρακτήρας του υπερταμείου, επειδή συνδέεται με τις ανάγκες δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και την επίλυση του συνταξιοδοτικού προβλήματος.
Η κ. Γεροβασίλη είπε ότι το κόμμα της δεν θα καταψηφίσει το ν/σ της νέας κυβέρνησης για τις φοροελαφρύνσεις, καθώς δεν γνωρίζει ακόμα το πειρεχόμενό του. «Το πρόγραμμα της ΝΔ είναι κοστολογημένο από εμάς, περίπου στα 5 δις, χωρίς να μας έχει απαντήσει η ΝΔ από που θα τα βρει. Περιμένουμε σε αυτό το ν/σ να δούμε από που θα βρει αυτό το ποσό».
Ο κ. Κλέων Γρηγοριάδης σημείωσε ότι «όποιος ισχυρίζεται ότι θα επαναδιαπραγματευτεί τα πρωτογενή πλεονάσματα και ότι θα έχει πιθανότητες να πετύχει, να μικρύνουν, αν αποκλείει τελείως τη ρήξη, δηλαδή αν λέει ταυτοχρόνως για μένα είναι ταμπού η ρήξη με τους δανειστές και δεν θα προβώ ποτέ σε κάτι τέτοιο, τότε λέει κάτι που είναι ανακόλουθο και οξύμωρο και δεν μπορεί να ισχύει. Αποδείχτηκε από την ιστορία τριών πρωθυπουργών ότι δεν διαπραγματεύτηκαν τίποτα με τους δανειστές και είναι φως φανάρι ότι μόνο όταν βρεθούν μπροστά σε ρήξη θα αρχίσουν να διαπραγματεύονται».