Πού είναι ο πάτος;

Ήταν τον Ιανουάριο του ’89 όταν ο-γενικά λακωνικός-Κωνσταντίνος Καραμανλής διατύπωσε το ιστορικό “…η Ελλάς είναι ένα απέραντο φρενοκομείο”. Αφορμή ήταν η κρίσιμη κατάσταση στην οποία είχε εκπέσει η πολιτική ζωή της χώρας, λόγω της λυσσαλέας αντίδρασης του Ανδρέα Παπανδρέου στην αναπόφευκτη εκλογική επικράτηση του μεγάλου του εχθρού, του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Έχω την αίσθηση πως ο τότε 82χρονος άνδρας θα αναθεωρούσε εκείνη του την τοποθέτηση, εάν είχε την δυνατότητα να έβλεπε την σημερινή Ελλάδα. Όμως, για τον πολιτικό αυτό, που κυριολεκτικά “τα είδε όλα”, ήταν εντελώς παράλογο να παρακολουθεί απαθής μια σύγκρουση μέχρις εσχάτων, την εποχή που η Χούντα ακόμη ένοιωθε νωπή, ο δε εμφύλιος ήταν πιο πρόσφατος απ’οτι είναι η Κύπρος για μας τους τωρινούς. Τολμώ να πω ότι ο παππούς Καραμανλής επεδίωκε να μας ταρακουνήσει, να μας τονίσει πως είχαμε πιάσει πάτο.

Συνέθεσα αυτό το κείμενο αφού διάβασα το πολύ ενδιαφέρον τελευταίο άρθρο του Θοδωρή Γεωργακοπουλου στην Καθημερινή. Ένας ψύχραιμος ορθολογιστής όπως εκείνος άνετα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ανέγερση του μνημείου των “νεκρών της ΕΡΤ” είναι τόσο εξόφθαλμα γελοία, παράλογη, θρασεία και παραπλανητική, ώστε να δικαιούται τον τίτλο του “πάτου” για την κοινωνία μας. Η επιχειρηματολογία του είναι εμπεριστατωμένη, η τεκμηρίωση του στιβαρή, κι όμως εδώ θα τολμήσω να καταθέσω την διαφωνία μου.

Βλέπετε, ο ρημάδης ο πάτος είναι σα τη σκιά μας, όσο τον κυνηγούμε τόσο αυτός απομακρύνεται, κι ο λόγος γι αυτό είναι απλός. Το κατώτατο στάδιο παρακμής είναι σχετικό, καθορίζεται από τις εκάστοτε συγκυρίες και φυσικά από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δηλαδή από την κρατούσα ερμηνεία του παρόντος. Για τον Καραμανλή φάνηκε πως ίσως ήταν στο ’89. Πολλοί πιο παλιοί το έβλεπαν την εποχή του Μεγάλου Διχασμού, όταν μια σειρά δολοφονιών, κινημάτων και μωροφιλοδοξιών οδήγησαν στην καταστροφή του ’22 και στην εκτέλεση των έξι.

Για άλλους ήταν μετά το ’43, όταν εξαθλιωμένοι και εξαχρειωμένοι Έλληνες αλληλοσκοτώνονταν, συχνά με αποκρουστική βαρβαρότητα. Έτεροι πάλι την τοποθετούσαν στη Χούντα, με τους καλαματιανούς, τον γύψο, τον Μουστακλή, τους πασχαλιάτικους Φοίνικες, τον Δομάζο, το Πολυτεχνείο και την Κύπρο. Μερικοί εντόπιζαν τις αποδείξεις της σαπίλας στους πρασινοφρουρούς, στον Κουτσόγιωργα, στον Λαλιώτη, στην Μιμή και στον Γιαννόπουλο. Κάποιοι νεορθόδοξοι, ομολογουμένως λιγοστοί, ζούσαν την Έλευση του Τέλους στα… χρυσά χρόνια του Χρηματιστηρίου, της αστακομακαρονάδας και του 24ωρου κλάμπινγκ. Πολλές φορές στο παρελθόν μας ξεγράψανε, κι όμως είμαστε ακόμη εδώ, κι αυτό το καλοκαίρι.

Γνώμη μου λοιπόν είναι πως ο πάτος θα είναι αληθινός όταν θα αντιμετωπίζεται έτσι από τους πάντες, ή έστω σχεδόν τους πάντες. Για πολλούς από μας τους σαρανταπεντάρηδες το υπερφίαλο καλλιτέχνημα της Αγίας Παρασκευής ήταν ένα σημαντικό ορόσημο κατάπτωσης. Για τους νέους όμως, γι αυτούς που ζουν με τον Σώρα, με το Σερβάιβορ, με τις θαυματουργές εικόνες, με τις στολές του Καμμένου, με τις χοντράδες του Πολακη και με τους επαναστάτες των iPhone, ήταν απλώς Δευτέρα απόγευμα. Πάτος είναι αυτό που ζουν οι κάτοικοι του Καράκας, πάτος θα είναι αν πάψουν να υπάρχουν ελεύθερες πλατφόρμες δημόσιας κριτικής, πάτος θα είναι αν καταντήσουμε ικέτες για βοδινά κόκαλα, ενώ η κυβέρνηση μας σκοτώνει και μας βρίζει.

Έσπευσαν κάποια προβεβλημένα στελέχη της αντιπολίτευσης να ενστερνιστούν αυθόρμητα την-σαφώς πειστική-θέση του Γεωργακόπουλου, με αποτέλεσμα το κείμενο να βρει θερμή ανταπόκριση και να διαδοθεί με ταχύτητα. Όμως, ο Γεωργακόπουλος, αν και διαμορφωτής της κοινής γνώμης, δεν είναι πολιτικός. Είναι ένας ευφυής διανοητής που καταθέτει τις σκέψεις του, και κρίνεται μόνο γι αυτές. Αντίθετα, σε μια κανονική χώρα όπως αυτή που προσδοκούμε, οι πολιτικοί πρέπει να αφουγκράζονται την κοινή γνώμη, να φιλτράρουν προσεκτικά όσα ακούν, και στο τέλος να μπαίνουν μπροστά, ηγούμενοι με ευθύνη προς κάτι καλύτερο από το σήμερα.

Εφόσον όντως συμφωνούν πως πατώσαμε, τότε θα πρέπει ή να βγάλουν τον κόσμο στους δρόμους, ή να τον συμβουλέψουν να περιμένει παθητικά το μοιραίο. Αν όμως απλά νοιώθουν κάποια φυσιολογική κόπωση από τον συνεχιζόμενο εθνικό κατήφορο, τότε καλύτερα να ανασυνταχθούν και να συνεχισουν την λελογισμένη προσπάθεια τους με νέα θέληση. Έχουμε που έχουμε τόσες απώλειες, τουλάχιστον ας μην επιτρέψουμε στην απογοήτευση να μας στερήσει και την ελπίδα. Ας μην βρεθούμε στον πραγματικό πάτο εξαιτίας μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας.”

Του Φάνη Ουγγρίνη(Στο athensvoice.gr)