Μ.Κατρίνης: «Καθαρές θέσεις και τολμηρές προτάσεις για να πείσουμε ξανά!»

«Είναι σαφές ότι η χώρα έχει οδηγηθεί σε πολιτικό αδιέξοδο. Από τη μία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διαχειρίζεται το υπόλοιπο της παραμονής της στην εξουσία, χωρίς σχέδιο και στρατηγική εξόδου από την κρίση. Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία επιζητεί μια αλαζονική, αυτοδύναμη δικαίωση χωρίς εναλλακτική πρόταση για την πλειοψηφία των πολιτών που πλήττονται», ανέφερε στην ομιλία του στο Συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης ο πρώην βουλευτής Ηλείας και μέλος της ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ Μιχάλης Κατρίνης.

«2 χρόνια μετά τη δημιουργία της συμπαράταξης οι συνθήκες μοιάζουν πιο ώριμες από ποτέ για την ουσιαστική ενοποίηση και τη συγκρότηση ενός ενιαίου, μεγάλου πολιτικού φορέα μέχρι το τέλος του 2017, όπως περιέγραψε στη χθεσινή της ομιλία η πρόεδρος Φώφη Γεννηματά. Τώρα ήρθε η ώρα να μιλήσει η μεγάλη κοινωνική βάση της παράταξης. Να πάρει θέση και να επιλέξει ποιο μοντέλο κόμματος προτιμά αλλά και τα πρόσωπα που θα ηγηθούν», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Μ. Κατρίνης.

Αναλυτικά η ομιλία του Μιχάλη Κατρίνη στο Συνέδριο της ΔΗΣΥ:

«Είναι σαφές ότι η χώρα έχει οδηγηθεί σε πολιτικό αδιέξοδο.

Από τη μία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διαχειρίζεται το υπόλοιπο της παραμονής της στην εξουσία, χωρίς σχέδιο και στρατηγική εξόδου από την κρίση.

Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία επιζητεί μια αλαζονική, αυτοδύναμη δικαίωση χωρίς εναλλακτική πρόταση για την πλειοψηφία των πολιτών που πλήττονται.

Σε αυτό το αδιέξοδο, η δική μας προγραμματική πρόταση φιλοδοξεί να ενώσει τους δημιουργικούς πολίτες που επιχειρούν και παράγουν, με τους συνανθρώπους μας που έχουν ανάγκη για περισσότερη κοινωνική αλληλεγγύη.

Το πρόγραμμα ‘’Ελλάδα’’ αποτελεί την καλύτερη απάντηση στις ισοπεδωτικές λογικές ότι όλοι είναι, πιστεύουν και εφαρμόζουν το ίδιο. Γιατί δεν είμαστε όλοι το ίδιο.

Πέρα όμως από τις προγραμματικές θέσεις, στο συνέδριό μας θα πρέπει να συζητήσουμε καθαρά και να αποφασίσουμε, για το στίγμα, τη φυσιογνωμία, τη στρατηγική αλλά και την οργανωτική δομή της συμπαράταξης.

Πρέπει να οριοθετηθούμε ως προς το ποιους θέλουμε να εκφράσουμε και αυθεντικά να εκπροσωπήσουμε για να μπορέσουμε να επαναφέρουμε προνομιακά στην παράταξη τους δημοκρατικούς πολίτες που μας έδωσαν, για δεκαετίες, τη δύναμη να αλλάξουμε τη χώρα.

Να εκφράσουμε τους μη προνομιούχους της σύγχρονης εποχής και να τους κερδίσουμε όχι μόνο λόγω της διάψευσης των προσδοκιών τους και της απογοήτευσης από τον κ.Τσίπρα αλλά κυρίως στη βάση συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, αρχών, αξιών και της πραγματικής ελπίδας για αλλαγή.

Γιατί θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μεταξύ μας αν θέλουμε να ξυπνήσουμε τους προοδευτικούς πολίτες και τα λαϊκά στρώματα που περιθωριοποιούνται, ιδιαίτερα τους νέους που απέχουν από την πολιτική ή απλά θα αναπαράγουμε μια ρητορική που συγκινεί μόνο τους έχοντες και τα δυναμικά στρώματα, με τα οποία ταυτιστήκαμε λόγω της μακρόχρονης κυβερνητικής μας θητείας.

Πρέπει να συζητήσουμε :

  • Αν η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας για όλους τους συμπολίτες μας, ανεξάρτητα με το αν είναι ασφαλισμένοι ή όχι, λόγω του ότι είναι άνεργοι, είναι αναφαίρετο δικαίωμα τους και αν συνιστά αυτονόητη πολιτική αρχή ενός κεντροαριστερού κόμματος.

Αν ναι, να κάνουμε την αυτοκριτική μας γιατί δεν το υλοποιήσαμε στις κυβερνήσεις μας και το εκχωρήσαμε στο ΣΥΡΙΖΑ

  • Αν συνιστά προοδευτική πολιτική να συναινούμε και να ανεχόμαστε το ότι για να κάνει ένας νέος μεταπτυχιακό στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο θα πρέπει να πληρώσει ποσό ίσο με τις ετήσιες αποδοχές ενός ιδιωτικού υπαλλήλου και ότι αν δεν έχει, δε θα το κάνει.

Και την ίδια στιγμή να κλείνουμε την πόρτα στα μη κρατικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια για ‘’ιδεολογικούς’’ λόγους!

  • Αν στη σημερινή εποχή της ανεργίας, της ευέλικτης και εκ περιτροπής εργασίας συνιστά κοινωνική διαγενεακή δικαιοσύνη οι αποδοχές των συνταξιούχων των πάλαι ποτέ ευγενών ταμείων να παραμένουν διπλάσιες των νέων εργαζόμενων με πολύ περισσότερα τυπικά προσόντα και αν θα συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε την πολιτική της περαιτέρω συμπίεσης των μισθών.

Για αυτά και άλλα πολλά ζητήματα θα πρέπει να μιλήσουμε με τόλμη, ώστε να πείσουμε τους πολίτες να μας ακούσουν ξανά, να πιστέψουν στην αξία της πολιτικής που αλλάζει και ανατρέπει, που παράγει και δημιουργεί, που είναι δίκαιη, σέβεται και στηρίζει και τον αδύναμο πολίτη.

Αυτή ήταν πάντα η πυξίδα της παράταξης και αυτή πρέπει να καθορίζει τις επιλογές μας.

Εξίσου σημαντικό είναι να συζητήσουμε για το αν η Δημοκρατική Συμπαράταξη θα συμμετάσχει και με ποιους όρους σε ένα κυβερνητικό σχήμα, πριν ή μετά τις εκλογές.

Όχι ως απάντηση σε αγωνιώδεις προσκλήσεις, όπως η πρόσφατη του κ.Τσίπρα, αλλά  με παραταξιακή συνείδηση, την οποία απεμπολήσαμε και το πληρώσαμε, αλλά και αίσθηση του εθνικού καθήκοντος.

Εθνικό καθήκον, το οποίο υπηρετήσαμε στο ακέραιο και με συντριπτικό κόστος, από το 2009 και την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου μέχρι και σήμερα ως αντιπολίτευση.

  • Πρέπει η Δημοκρατική Συμπαράταξη να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση που δεν μετέχουν τα δύο πρώτα κόμματα;

Η απάντηση είναι σαφής και είναι όχι, αφού μια τέτοια κυβέρνηση φαντάζει εξαιρετικά αδύναμη, εκτός αν κάποιοι οραματίζονται τη συμπαράταξη στο ρόλο του χρήσιμου εταίρου με την εκπλήρωση των δικών τους στόχων.

  • Μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, μπορεί να έχει ως πρωθυπουργό τον πρόεδρο του πρώτου κόμματος;

Η απάντηση είναι σαφής και είναι όχι, αφού η εθνική ενότητα απαιτεί υποχωρήσεις από όλους, όπως κάναμε εμείς το 2011 με τον Λουκά Παπαδήμο, εκτός αν κάποιοι πιστεύουν ότι σε ένα τέτοιο σχήμα μπορούμε να επιβάλλουμε τους όρους μας.

Φίλες και φίλοι,

Η νέα παράταξη οφείλει να δομηθεί πάνω σε αρχές και αξίες. Δημοκρατικές διαδικασίες, διάλογος, σεβασμός της διαφορετικότητας αλλά και των αποφάσεων.

Οι πολίτες που χάνουν εισοδήματα, κλείνουν τα μαγαζιά τους, μένουν άνεργοι και κινδυνεύουν να χάσουν τις περιουσίες τους, αδιαφορούν πλήρως για τις εκατοντάδες εκδηλώσεις στελεχών που μιλούν για την ενότητα της κεντροαριστεράς, στην πραγματικότητα όμως διαπραγματεύονται το δικό τους ρόλο.

Η πολιτική συνέπεια και σταθερότητα δεν μπορούν να αποτελούν, ούτε να εκλαμβάνονται ως αδυναμία στο νέο αξιακό κώδικα της συμπαράταξης.

Η συζήτηση για την κεντροαριστερά, δεν ενδιαφέρει κανένα, ούτε αφορά την κουρασμένη κοινωνία, αν η κεντροαριστερά δεν έχει πολύ συγκεκριμένες και αιχμηρές θέσεις, επιλογές και λύσεις, ακόμα και αν αυτές έχουν ταξικό χαρακτήρα.

Και οι επιλογές αυτές δεν μπορούν να εξαντλούνται στην υπεράσπιση μόνο των πολιτικών του παρελθόντος, όσο σωστές και αν ήταν.

Συντρόφισσες και σύντροφοι,

2 χρόνια μετά τη δημιουργία της συμπαράταξης οι συνθήκες μοιάζουν πιο ώριμες από ποτέ για την ουσιαστική ενοποίηση και τη συγκρότηση ενός ενιαίου, μεγάλου πολιτικού φορέα μέχρι το τέλος του 2017, όπως περιέγραψε στη χθεσινή της ομιλία η πρόεδρος Φώφη Γεννηματά.

Τώρα ήρθε η ώρα να μιλήσει η μεγάλη κοινωνική βάση της παράταξης. Να πάρει θέση και να επιλέξει ποιο μοντέλο κόμματος προτιμά αλλά και τα πρόσωπα που θα ηγηθούν.

Μαζί, όμως, με την εκλογή της ηγεσίας, η βάση θα πρέπει να τοποθετηθεί για το αν επιθυμεί η συμπαράταξη να προχωρήσει ως ενιαίο σχήμα χωρίς συνιστώσες ή όχι, ακριβώς όπως περιγράφεται στην πολιτική εισήγηση.

Ο λόγος πρέπει να δοθεί στους δημοκρατικούς πολίτες για όλους και για όλα.

  • Η βάση της παράταξης να επιλέξει την ηγεσία της συμπαράταξης.
  • Η βάση της παράταξης να εκλέξει τους συνέδρους για το οργανωτικό ιδρυτικό συνέδριο και τα κεντρικά όργανα της συμπαράταξης.
  • Αλλά και η βάση της παράταξης να πάρει θέση για τη μορφή και τη δομή της συμπαράταξης

Με άμεσες, δημοκρατικές διαδικασίες οι πολίτες να επιλέξουν την ηγεσία αλλά και τη μορφή της παράταξης.

Και σε αυτό, νομίζω ότι δεν υπάρχει κανείς σε αυτή την αίθουσα που μπορεί να  διαφωνήσει.

Συντρόφισσες-σύντροφοι,

Είμαστε όλοι εδώ, αποφασισμένοι για μια νέα ενότητα και μια νέα προοπτική για την παράταξή και τη χώρα.

Υπερήφανοι για το παρελθόν μας, αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Τώρα, πρέπει να κοιτάξουμε μόνο μπροστά. Η λήθη του παρελθόντος είναι λύση.

Με προτάσεις και στρατηγικές που αγγίζουν τους πολίτες και δίνουν λύσεις στα καθημερινά αλλά και διαρθρωτικά προβλήματα.

Αυτή η προσπάθεια έχει μία μόνο δυνατότητα, να πετύχει. Και θα πετύχει. Γιατί εμείς θα το εγγυηθούμε, εμείς θα το υλοποιήσουμε».