“Από την αυγή της νέας χιλιετίας, τίποτε δεν είναι όμοιο όπως πριν. Οι πολιτικές και οι κοινωνικές κρίσεις ενέχουν μία νέα σταθερά που τις καθιστούν απρόβλεπτες και υπό προϋποθέσεις ανεξέλεγκτες. Για κάποιους πρόκειται για απότοκο της παγκοσμιοποίησης. Για άλλους επακόλουθο δημοκρατικού ελλείμματος. Μερικοί μιλούν για αναλώσιμες ηγεσίες και άλλοι για το τέλος ιδεολογιών, τουλάχιστο όπως τις γνωρίσαμε από το δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα. Υπάρχει όμως κάτι πιο απτό. Κάτι λιγότερο μεγαλειώδες και παντελώς μίζερο. Δεν αφορά μόνο τη χάραξη στρατηγικής αλλά την παντελή απουσία της. Δεν αφορά τη διαχείριση της πολιτικής αλλά το ανύπαρκτο όραμα.
Η Ευρώπη μετά τις αμετροεπείς διευρύνσεις από το 2004, ¨έκατσε¨. Καθώς δεν είχε
προηγηθεί ακόμη μεγαλύτερη πολιτική εμβάθυνση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η Ένωση ήταν σχεδόν αδύνατο να διαχειρισθεί την είσοδο έντεκα νέων κρατών στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Η Ελλάδα, μετά την ιστορική ¨επανίδρυση¨ του κράτους το 2004, επίσης έκατσε. Όχι γιατί στο παρελθόν είχαν πραγματωθεί όλα «καλά και άγια» και η κακιά δεξιά τα σάρωσε στην επέλασή της, αλλά γιατί η καραμανλική δεξιά δεν άντεξε και φοβήθηκε τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη η χώρα, απογοητεύοντας ψηφοφόρους και φίλους. Έκτοτε ο Καραμανλισμός καταχωνιάστηκε στα συρτάρια και η λέξη δεν βγαίνει ούτε από χείλη παραδοσιακών οπαδών της.
Το 2004 ήταν σημείο καμπής της ευρωπαϊκής και ελληνικής πολιτικής. Η Ευρώπη γινόταν όλο και πιο δυσκίνητη με το ευρωπαϊκό όραμα να αποκαθηλώνεται βουβά και υπόκωφα, υπό τη γραφειοκρατική ασφυξία και την αργοπορία των «μεγάλων» να βρουν κοινό βηματισμό. Η αδυναμία της να δείξει πειστικές λύσεις στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και στις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, τσάκισε την εμπιστοσύνη και των πλέον φανατικών υποστηρικτών της στον ευρωπαϊκό νότο.
Η Ελλάδα ¨βάραινε¨ όλο και περισσότερο διπλασιάζοντας τις κρατικές δαπάνες σε πέντε χρόνια, τριπλασιάζοντας τη φαρμακευτική δαπάνη, πέφτοντας πενήντα θέσεις στο δείκτη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και αφήνοντας ρεκόρ πρωτογενούς ελλείμματος 25 δις κατά την τελευταία χρονιά διακυβέρνησης Καραμανλή.
Και το προοδευτικό κέντρο; Η κεντροαριστερά;
Η κεντροαριστερά είχε τη δική της ανηφόρα στην Ευρώπη, καθώς τόσο ο Τρίτος Δρόμος του Τόνυ Μπλέρ όσο και το Νέο Κέντρο του Γκέρχαρντ Σρέντερ δυσαρέστησαν ψηφοφόρους απομακρύνοντάς τους από τις κάλπες. Έκτοτε βιώνει τη δική της παραζάλη καθώς στις χώρες που είχε την ευθύνη διακυβέρνησης αδυνατούσε να δώσει απαντήσεις για τη διάσωση τραπεζών με χρήματα φορολογουμένων, την πτώση του βιοτικού επιπέδου, την υψηλή ανεργία και την περικοπή δημοσίων δαπανών.
Όλα τα κλασσικά εγχειρίδια διαχείρισης κρίσεων τονίζουν την ανάγκη πρόληψης σε σχέση με τη διαδικασία εξέλιξης. Ίσως γι’ αυτό οι ηγεσίες που είχαν τη δυνατότητα να προλάβουν την ελληνική κρίση πριν ξεχειλωθεί και εκραγεί, έχουν τελεσίδικα καταλήξει στη συνείδηση της κοινής γνώμης.
Όμως το ζήτημα δεν είναι αυτό. Το ερώτημα είναι κατά πόσο το προοδευτικό κέντρο μπορεί να αναστηθεί σε ενιαίο σώμα με ζωντανό το πνεύμα, προκειμένου να ηγηθεί των διασπασμένων ψηφοφόρων του. Κατά πόσο οι σημερινοί πρωταγωνιστές που μετέχουν στις εξελίξεις του χώρου, μπορούν να ενωθούν σε ένα μήνυμα που να αγγίζει τους ανθρώπους και να μιλά για την ελπίδα και όχι για τον φόβο της κοινωνίας.
Αν δεν το επιτύχουν, θα καταλήξουν ζωντανή περίληψη του μεταπολιτευτικού δράματος του κέντρου και της κεντροαριστεράς…”
Του Γιώργου Γκαρή-Γραμματέας Οργανωτικού στο Ποτάμι