Η άποψη του Προέδρου του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Δημοκρατών Σοσιαλιστών, Γιώργου Α. Παπανδρέου, σχετικά με τα όσα αφορούν το ζήτημα του διαλόγου για τη συμπόρευση των δυνάμεων του προοδευτικού χώρου, είναι γνωστή.
Την έχει καταθέσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια και την τελευταία περίοδο, εξειδικεύοντάς την, τόσο στο Συνέδριο του ΠΟΤΑΜΙΟΥ, όσο και με συνεχείς δηλώσεις του, αλλά και ανακοινώσεις του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ και του εκπροσώπου του.
Έχει τονίσει ότι,
α. απαιτείται μια καθαρή τοποθέτηση εκ μέρους όλων των ενδιαφερομένων να συμμετάσχουν σε αυτόν το διάλογο, ώστε να είναι σαφές στους πολίτες τι ακριβώς αφορά αυτός ο διάλογος, και,
β. αξιοπιστία στο όλο εγχείρημα θα προσδώσει η κοινή, γύρω από ένα ΤΡΑΠΕΖΙ, συμμετοχή των ηγετών των αυτοπροσδιοριζόμενων προοδευτικών δυνάμεων, προκειμένου να συμφωνήσουν ότι, αυτό το διακύβευμα αφορά την πορεία και το μέλλον του Ελληνικού λαού και της χώρας, έτσι ώστε, να αποτραπεί το πολύ πιθανό ενδεχόμενο ταύτισης αυτού του εγχειρήματος με εκλογικές τακτικές, στοχεύσεις και σκοπιμότητες, που μπορεί να παραπέμπουν είτε σε προσπάθειες παλαιάς κοπής, είτε σε ικανοποίηση προσωπικών και κομματικών στρατηγικών και επιδιώξεων.
Κοντολογίς, το ΚΙΝΗΜΑ Δημοκρατών Σοσιαλιστών και ο Πρόεδρός του, Γιώργος Α. Παπανδρέου, έχουν καταστήσει απολύτως σαφή τη θέση με την οποία προσέρχονται σε αυτόν το διάλογο:
Η συμπόρευση του προοδευτικού χώρου μπορεί να έχει αξιοπιστία, ουσία, και να ανταποκρίνεται στην ιστορική αποστολή των προοδευτικών δυνάμεων, μόνον αν όσοι ηγούνται αυτών των δυνάμεων, συμμετέχοντας γύρω από ένα ΤΡΑΠΕΖΙ, συμφωνήσουν ότι το διακύβευμα αυτού του εγχειρήματος αφορά το ίδιο διακύβευμα που αφορά τον Ελληνικό λαό και τη χώρα.
Μιας βιώσιμης πορείας, δηλαδή, που θα βάλει την Ελλάδα στο χάρτη του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας, θα φέρει βιώσιμες θέσεις εργασίας και θα αξιοποίησει τα υπαρκτά συγκριτικά πλεονεκτήματα του Ελληνισμού και της χώρας.
Σήμερα, το ΚΙΝΗΜΑ Δημοκρατών Σοσιαλιστών, δίνει στη δημοσιότητα ένα πλαίσιο 10 + 1 ΣΗΜΕΙΩΝ με το οποίο περιγράφονται όλες οι παράμετροι που επιβάλλουν μια τέτοια εξέλιξη.
Το ΚΙΝΗΜΑ Δημοκρατών Σοσιαλιστών και ο Πρόεδρός του, Γιώργος Α. Παπανδρέου, δεν καταθέτουν μια ακόμη πρόταση για τις διαδικασίες, την οργάνωση και τον προγραμματισμό του διαλόγου, αλλά συμβάλλουν με τη θέση τους περί της ύπαρξης, εξ’ αρχής, πολιτικών όρων σε αυτό το εγχείρημα, σημειώνοντας ότι, όλα τα άλλα, διαδικασίες, οργάνωση, έπονται και μάλιστα, επιβάλλεται να διαμορφωθούν από το διάλογο που πρέπει να διεξαχθεί με την ισότιμη συμμετοχή όλων και με τον δέοντα σεβασμό σε κάθε πολιτική οντότητα που επιθυμεί να συμμετάσχει.
Οτιδήποτε άλλο, δεν μπορεί να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών και δεν μπορεί να αφορά κανέναν πραγματικά προοδευτικό πολίτη.
Το κείμενο αυτό, καλούμε να γίνει αντικείμενο διαβούλευσης από τα Μέλη και τους Φίλους του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ, αλλά και ευρύτερα, τις πολιτικές δυνάμεις και τους πολίτες που ενδιαφέρονται για μια προοδευτική δημοκρατική ειρηνική επανάσταση στη χώρα μας.
Αυτήν την ώρα, απαιτείται τόλμη και αποφασιστικότητα.
Τίποτα λιγότερο.
“10 + 1 ΣΗΜΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
(ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ)
- Το ΚΙΝΗΜΑ Δημοκρατών Σοσιαλιστών, με την ιδρυτική του πράξη, διακήρυξε ότι, ένας από τους στρατηγικούς του στόχους, είναι η συμπόρευση όλων των προοδευτικών δυνάμεων, για μια επανάσταση του αυτονόητου – διαδραματίζοντας μάλιστα, ρόλο καταλύτη προς αυτήν την κατεύθυνση.
Παρά τις συνεχείς προσπάθειες και πρωτοβουλίες του Προέδρου του, Γιώργου Α. Παπανδρέου, μέχρι τις αρχές του χρόνου, δεν υπήρξε κάποια σημαντική εξέλιξη.
Σήμερα, υπάρχουν κάποιες αμυδρές πρωτοβουλίες και ενδείξεις ότι αυτό το διακύβευμα γίνεται ευρύτερη συνείδηση. Και δεν επιτρέπουν απλώς, επιβάλουν, την ουσιαστική και δεσμευτική τοποθέτηση εκ μέρους όλων των αυτοπροσδιοριζόμενων προοδευτικών δυνάμεων, σχετικά με την ανάγκη μιας αξιόπιστης και αποτελεσματικής προσπάθειας, που θα έχει τη δυνατότητα να προσφέρει στον Ελληνικό λαό μια προοδευτική πρόταση αλλαγών και διακυβέρνησης του τόπου.
Από τις μέχρι τώρα παρεμβάσεις των δυνάμεων αυτών, προκύπτει ότι, όλοι αναζητούν μια τέτοια εξέλιξη, αλλά καθένας προσέρχεται με μια διαφορετική διαδικασία.
Την ίδια ώρα, βλέπουν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες – πολλές φορές με τη μορφή παραπολιτικών σχολίων -, που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, ενώ διαμορφώνουν περιβάλλον που, δεν αποδίδει τον δέοντα σεβασμό σε κάθε ενδιαφερόμενο. Αποτρέπει την ισότιμη συμμετοχή όλων, δίνοντας παράλληλα την εντύπωση προαποφασισμένων δεδομένων, που καλούνται όλοι να αποδεχθούν.
Πριν καν μιλήσουν για την ουσία του εγχειρήματος.
Ενώπιον αυτών των δεδομένων, καθίσταται αναγκαία μια πολιτική και μόνον προσέγγιση του όλου ζητήματος. Μια προσέγγιση που να επιτρέπει τη διατύπωση του διακυβεύματος που καλούμαστε να υπηρετήσουμε και συνακόλουθα την αυτονόητη συμφωνία και δέσμευσή μας σε αυτό. Μια προσέγγιση που θα φέρει τον πολίτη στο επίκεντρο της όποιας διαδικασίας ανασύνταξης του προοδευτικού χώρου, μακριά από παρασκήνια και σκοπιμότητες.
- Η πολυδιάσπαση του προοδευτικού χώρου, προέκυψε με ένταση, ως αποτέλεσμα των επιπτώσεων της κρίσης που ταλανίζει τη χώρα. Διαφορετικές απόψεις και επιλογές, οδήγησαν στο γνωστό αποτέλεσμα.
Η αλήθεια είναι όμως, ότι αυτές οι διαφορετικές απόψεις και επιλογές, προϋπήρχαν – πολύ πριν από την εκδήλωση της κρίσης. Η κρίση όμως, κατέστησε εμφανείς τις αποκλίσεις αυτές.
Καθοριστική σημασία έχει ότι, οι αποκλίσεις αυτές είχαν ως βάση και τη διαφορετική ανάλυση για τα αίτια της κρίσης. Διαφορετική ανάλυση για τις παθογένειες αλλά και τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι, ήταν ουσιαστικές και όχι συγκυριακές οι αποκλίσεις αυτές.
- Πρώτη ανάγκη, επομένως, για τη συμπόρευση του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, να συμφωνήσουμε: ποια τα αίτια που οδήγησαν στην κρίση;
Δεν είναι τυχαίο γεγονός εξάλλου, ότι οι δύο πολιτικές δυνάμεις που επιμελώς αποφεύγουν να μιλήσουν για τα βαθύτερα αίτια της ελληνικής κρίσης, είναι οι δυνάμεις που καλλιέργησαν και εκμεταλλεύτηκαν το διχασμό – με «κενό» περιεχόμενο, αλλά τραγικές επιπτώσεις.
Η μετά την είσοδο της χώρας σε πρόγραμμα προσαρμογής πολιτική περίοδος, επέτρεψε να διαμορφωθεί μια βολική για αυτούς, αλλά ψευδής, αχρείαστη και επιβλαβής αντιπαράθεση, η οποία σχηματικά εκφράστηκε με την αντιπαράθεση μνημονιακών και αντιμνημονιακών απόψεων.
Και η δεξιά της ΝΔ και η «πρώτη φορά αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ, θέλησαν να αποκρύψουν τα πραγματικά αίτια της κρίσης, για να κρυφτούν οι ίδιες και να κρύψουν τις μικροκομματικές τους σκοπιμότητες, πίσω από το ψευτοδίλημμα, μνημόνιο – αντιμνημόνιο.
Κάτι που απορρίπτεται καθημερινά πια – και με νέες αποκαλύψεις, γύρω από την κατάσταση που είχαν κάποιοι φροντίσει να διαμορφωθεί μέχρι το 2009. Μέχρι να δραπετεύσουν υπό το βάρος των επιλογών τους.
Ωσάν να μην είχε υπερδιπλασιαστεί το χρέος σε μόλις πέντε χρόνια, ωσάν να ήταν εικονική πραγματικότητα ότι η χώρα είχε το ίδιο διάστημα τεθεί δύο φορές σε καθεστώς επιτήρησης και μη αποδοχής των στατιστικών της στοιχείων.
Επρόκειτο για μια εγκληματική για τη χώρα προσέγγιση, η οποία ορθώθηκε με έναν ακραίο λαϊκιστικό λόγο. Προφανής η σκοπιμότητα αξιοποίησης του πόνου που προκάλεσε η απότομη προσαρμογή μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Προφανές ότι η προπαγάνδα τους, αξιοποιήθηκε ως εφαλτήριο για την αναρρίχηση αυτών των πολιτικών δυνάμεων στην εξουσία.
Και οι δύο αυτές δυνάμεις σήμερα, αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί τελικά υπέγραψαν τα μνημόνια, γιατί υιοθέτησαν και νέα, με πολύ πιο επώδυνες επιπτώσεις για τον Ελληνικό λαό.
Αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί κατέφυγαν σε αναγκαστικό δανεισμό.
Αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί σε μόλις δύο χρόνια επετεύχθη το 90% της προσαρμογής, ενώ τα επόμενα πέντε χρόνια αγωνιζόμαστε χωρίς αποτέλεσμα και με θηριώδες κόστος.
Ακόμα πιο σημαντικό, αδυνατούν πια – εγκλωβισμένοι στη δική τους αδιέξοδη πολιτική, να θέσουν «τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων» στα ζητήματα που πράγματι ενοχλούν, πονούν, και κρατούν σε ομηρία την Ελλάδα.
Τα όσα διαδραματίζονται τις τελευταίες ημέρες, μετά από τη δημοσιοποίηση κάποιων συνομιλιών που φέρονται να είχαν στελέχη του ΔΝΤ και αφορούν την υπό εξέλιξη διαπραγμάτευση, επιβεβαιώνουν απολύτως την αδιέξοδη λογική που ακολούθησαν πολιτικές δυνάμεις και κυβερνήσεις, οι οποίες ευθύνονται για την εμπέδωση μιας εικόνας αναξιοπιστίας, αλλά και για το μέλημά τους να αποφύγουν την ανάληψη ευθύνης και του πολιτικού κόστους που αυτή συνεπάγεται.
Και παράλληλα, να παραπλανούν τον λαό με ατέρμονες παραπλανητικές συζητήσεις περί μνημονίων, την ίδια ώρα που δημιουργούσαν συμμαχίες με τα υπάρχοντα κατεστημένα συμφέροντα, συνεχίζοντας τις καταστροφικές πρακτικές της πολιτικής μας ζωής.
Μπορούσαν έτσι αγόγγυστα να συνεχίζουν την πελατειακή νομή της εξουσίας, χωρίς καμία μέριμνα για ουσιαστικές ανατροπές.
Και η κρίση, αντί να λειτουργήσει ως αφετηρία, ως εφαλτήριο για μια νέα αρχή, ως μια διαδικασία ριζοσπαστικής δημοκρατικής αλλαγής θεσμών και πρακτικών, μετετράπη απλά σε μεγαλύτερο βάρος για τον Ελληνικό λαό.
Έτσι όμως, ο Ελληνικός λαός, όχι μόνο κλήθηκε να σηκώσει το τεράστιο βάρος των λαθών μιας κατεστημένης πολιτικής αντίληψης και πρακτικής, αλλά έχασε την ελπίδα ότι αυτές οι θυσίες θα έφερναν μια πραγματική επανάσταση στη λειτουργία της δημοκρατίας μας – απελευθερώνοντας παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του Ελληνισμού.
- Το μεγάλο λάθος της δημοκρατικής παράταξης ήταν ότι, σύρθηκε και πολλές φορές υιοθέτησε την αφήγηση της δεξιάς και αριστερής συντήρησης. Ωσάν το μνημόνιο να ήταν επιλογή της στιγμής, που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Έτσι όμως, επικράτησε η αφήγηση, ότι δεν ήταν προϊόν της βαθύτατης κρίσης από την οποία διακατέχεται η ελληνική πολιτική ζωή.
Αρκετοί μάλιστα, ζήτησαν και συγγνώμη αποδεχόμενοι εμμέσως ότι, τα μνημόνια έφεραν την κρίση και όχι η κρίση τα μνημόνια.
Αποτέλεσμα; Στερήθηκε η δημοκρατική παράταξη την ιστορική της αποστολή, να γίνει φορέας ριζοσπαστικών αλλαγών κινητοποιώντας τον Ελληνικό λαό απέναντι στα πραγματικά κατεστημένα και συμφέροντα, τις δομές εξουσίας, που παρήγαγαν ασυδοσία, αδικία, και πελατειακές πρακτικές.
Αυτοενοχοποιήθηκε ο δημοκρατικός προοδευτικός χώρος ως υπαίτιος της κρίσης, δίνοντας συγχωροχάρτι σε όσους εγκλημάτησαν σε βάρος των δυνατοτήτων του Ελληνισμού.
Έτσι, ένα μεγάλο κομμάτι των δυνάμεων που κινήθηκαν στο όνομα του προοδευτικού χώρου, ταυτίστηκε με τη διαχειριστική λογική που και η ΝΔ του Σαμαρά ακολούθησε, αλλά, δυστυχώς, ακολουθεί και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Δόθηκε η εντύπωση – και όχι άδικα με τον τρόπο που πολιτεύτηκε το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση Σαμαρά, ότι οι όποιες διαφορές μεταξύ προόδου και συντήρησης, περιορίζονται σε ήσσονος σημασίας διαχειριστικού χαρακτήρα και μόνον, αντιλήψεις και πρακτικές.
Η κρίση, έφερε τη χώρα και την Ελληνική κοινωνία, ενώπιον ψευτοδιλημμάτων που κατακερμάτισαν και δίχασαν τον Ελληνικό λαό. Και σήμερα ακόμη, ο Έλληνας πολίτης, βρίσκεται σε σύγχυση, παρά με καθαρή εικόνα για το τι μέλλει γενέσθαι.
Στην ίδια θέση έφερε η κρίση και τις προοδευτικές δυνάμεις.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των δεδομένων, διπλά καταστροφικό.
Απόκρυψη των αιτιών που μας οδήγησαν στην κρίση, αφετέρου.
Και τα δύο, είχαν και θα συνεχίσουν να έχουν μεγάλο κόστος για τους Έλληνες, μεγάλο κόστος και για την πατρίδα.
- Το βασικότερο ζήτημα που προέκυψε όμως, είναι ότι, η απόκρυψη των αιτιών της κρίσης, αποστέρησε τη δυνατότητα ορισμού του προβλήματος που πρέπει, τελικά, να αντιμετωπίσουμε.
Στέρησε και την ελπίδα, στέρησε και την αυτοπεποίθηση του Ελληνικού λαού για τις δυνατότητες της Ελλάδας. Ότι μπορούμε. Μπορούμε να αλλάξουμε την Ελλάδα, αν ορίσουμε σωστά το πρόβλημα που μας κρατά πίσω και να πράξουμε τα αυτονόητα.
Πρόβλημα που δεν αναγνωρίζεται, δεν λύνεται.
Ενός συστήματος που αποδομεί την κοινωνική συνοχή και ακυρώνει τις δυνατότητες του μεγαλύτερου μέρους της Ελληνικής κοινωνίας, που επιθυμεί να λειτουργήσει δημιουργικά.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, αυτό το πελατειακό κράτος, επεδίωξε να ποδηγετήσει τη μεσαία τάξη στη χώρα, να την καταστήσει παρασιτική, καχεκτική, με δραματικές επιπτώσεις για την παραγωγή, την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή, την πολιτική και κοινωνική οργάνωση της χώρας και τη θωράκισή της έναντι των αυξανόμενων κινδύνων στον περίγυρό μας, στον κόσμο ολόκληρο.
Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι, αν δεν αντιμετωπιστούν οι κακοδαιμονίες αυτού του πελατειακού συστήματος, δεν θα υπάρξει λύση στο «ελληνικό πρόβλημα».
Προφανές είναι επίσης το συμπεράσμα ότι, μετά από 6 χρόνια ο Έλληνας φορολογούμενος που καλείται να πληρώσει νέους φόρους, δεν πληρώνει πια την «προσαρμογή», αλλά την έλλειψη βούλησης εκ μέρους παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων να συγκρουστούν με τις παρασιτικές δομές της πολιτείας.
θα βρουν τις λύσεις τους, εάν δεν κάνουμε τις απαραίτητες ριζοσπαστικές και αυτονόητες τομές στη λειτουργία του κράτους, του πολιτικού συστήματος, της δικαιοσύνης, της γραφειοκρατίας, των σχέσεων του κράτους με τα ΜΜΕ, τον επιχειρηματικό κόσμο, και τελικά, τον ίδιον τον πολίτη.
Με ρυθμίσεις ίδιες για όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Σε πνεύμα ισονομίας, ισοπολιτείας.
Και μάλιστα, σε μια περίοδο που πληθαίνουν διεθνώς οι φωνές, που επισημαίνουν ότι, οι χώρες που θα βγουν ισχυρές από την κρίση, θα είναι εκείνες που διαθέτουν εμπεδωμένους και λειτουργούντες θεσμούς, ισχυρή κοινωνική συγκρότηση.
Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της περιόδου 2009-2011, αποτέλεσαν μια ουσιαστική βάση και αρχή, προκειμένου να δοθούν απαντήσεις σε αυτό το μείζον ζήτημα. Και μάλιστα, εν μέσω κρίσης και επένδυσης χρόνου και κόπου για την αποφυγή μιας καταστροφής.
Όμως, η συνέχεια ήταν απογοητευτική.
Άλλες μεταρρυθμίσεις ακυρώθηκαν, όπως αυτή της Παιδείας, και άλλες απαξιώθηκαν, όπως αυτές της Διαύγειας, της αξιοκρατίας στη στελέχωση σημαντικών θέσεων στην δημόσια διοίκηση και στις ΔΕΚΟ, των Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων έργων, υπηρεσιών και αγαθών, της αποκέντρωσης του Καλλικράτη. Κάποιες άλλες, που βρίσκονταν στο στάδιο της επεξεργασίας, εγκαταλείφθηκαν οριστικά.
Οι προοδευτικές δυνάμεις, ιστορικά, διακηρύσσουν τη στρατηγική τους στόχευση: την Αλλαγή. Η προσφορά τους στον τόπο, μεγάλη, και παρά τις όποιες κριτικές – κάποιες σωστές, δεν μπορεί να ακυρωθεί.
Ωστόσο, υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος.
Μια πορεία απαλλαγμένη από τον πελατειασμό.
Αυτό είναι το διακύβευμα στο οποίο πρέπει να ανταποκριθούμε.
Και από την ανταπόκρισή μας σε αυτό, θα κριθούμε.
- Για αυτό, απαιτείται η συμφωνία και η δέσμευση εκ μέρους όλων όσοι επιθυμούν και επιδιώκουν να συμμετάσχουν στον αναγκαίο διάλογο για τη συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων, ότι θα ανταποκριθούν σε αυτό το διακύβευμα. Ξεκινώντας από κάτι απλό: Να αναγνωρίσουμε και να συμφωνήσουμε ότι, αυτό είναι το διακύβευμα.
Στην ανατροπή του πελατειακού συστήματος.
Για αυτό, πολύ περισσότερο, χρειάζεται μια συμφωνία εκ μέρους όλων όσοι ηγούνται των οργανωμένων προοδευτικών δυνάμεων για το πραγματικό διακύβευμα. Για τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», που πολλοί θέλουν να αγνοούν.
Μια τέτοια ειλικρινής κίνηση θα προσδώσει αξιοπιστία στην όλη προσπάθεια και θα παρέχει εγγυήσεις περί της ύπαρξης πραγματικού ενδιαφέροντος για αυτήν, αλλά και εγγυήσεις περί της ουσιαστικής προσέγγισης του εγχειρήματος.
Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό, δεν θα ανταποκρίνεται στις επιθυμίες των προοδευτικών πολιτών.
Και βεβαίως, μειώνει την αξία και την αποτελεσματικότητα του όποιου εγχειρήματος. Θα θεωρηθεί – και δικαίως, ως μια ακόμα θνησιγενής κίνηση παλαιάς κοπής, για την επιβίωση πολιτικών σχημάτων ή προσώπων.
Αυτό θα νοηματοδοτεί, θα κινητοποιεί, θα εμπνέει και την όποια διαδικασία διαλόγου.
Αν αυτό το βήμα γίνει πράξη, τότε όλα τα άλλα, πολιτικοί στόχοι, προγραμματισμός, διαδικασίες, μπορούν να πάρουν το δρόμο τους, στηριγμένα σε αυτήν την αξιακή και μόνον βάση.
Αν υπάρχει συμφωνία στο μείζον, τότε όλα τα άλλα προκύπτουν αβίαστα, και οι όποιες άλλες προσεγγίσεις ή διαφορές, μπορούν να αντιμετωπιστούν με ανοιχτό πνεύμα.
Και βεβαίως, το βήμα αυτό, αν γίνει, μπορεί να διασφαλίσει ότι, ο διάλογος που θα ακολουθήσει, προκειμένου να διαμορφωθούν οι προτεραιότητες της πολιτικής πρότασης των προοδευτικών δυνάμεων, θα αφορά πράγματι όσα οι πολίτες μέχρι τώρα θεωρούν ότι, οι πολιτικές δυνάμεις αποφεύγουν να αγγίξουν.
Θα έχει και ως αποτέλεσμα, δυνάμεις που βρίσκονται εγκλωβισμένες σε πελατειακές δομές παραδοσιακών κομμάτων – ακόμα και εκείνων που επικαλούνται την αριστεροσύνη τους, να απελευθερωθούν και να επιδιώξουν σοβαρές ανατροπές στο σημερινό κακόγουστο πολιτικό παιχνίδι – αποτέλεσμα και αυτό, του πελατειασμού.
Και κάτι τέτοιο, θα αποτελέσει με τη σειρά του, το γόνιμο έδαφος πάνω στο οποίο μπορεί να καλλιεργηθεί η αναγκαία αξιοπιστία, αλλά και η εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και των προοδευτικών δυνάμεων.
Εμπιστοσύνη, αναγκαία ακόμη και αν ο διάλογος σε αυτήν τη φάση δεν τελεσφορήσει.
Γιατί, αν μη τι άλλο, θα υπάρχει εκ των πραγμάτων ένα πλαίσιο που μπορεί να αξιοποιηθεί για τη συνεννόηση όλων των πολιτικών δυνάμεων προς όφελος της χώρας και της Ελληνικής κοινωνίας.
Θα υπάρχει δείγμα γραφής για όσα μπορούν να γίνουν.
Γιατί, η αυτονόητη συνέχεια των πραγμάτων επιτάσσει, ως αποτέλεσμα της κατ’ αρχήν συμφωνίας, τη διαμόρφωση ενός ισχυρού πολιτικού οπλοστασίου, υπέρ του εθνικού και δημοσίου συμφέροντος.
- Όσοι ηγούνται των οργανωμένων προοδευτικών δυνάμεων, έχουν χρέος να βάλουν την προσωπική τους σφραγίδα σε ένα τέτοιο γενναίο βήμα.
Τώρα. Στην αρχή, όχι στο τέλος.
Δεν αποτελεί προϋπόθεση αυτή η ανάγκη, αλλά αυτονόητη πράξη ευθύνης, προκειμένου να ολοκληρωθεί αυτό το πρώτο βήμα.
Αλλιώς, θα δίνει την εντύπωση – και θα είναι, ένα δειλό και άτολμο βήμα διαλόγου, που θα προσομοιάζει με την αντίληψη ενός think tank χωρίς την πολιτική βούληση να σπάσει αυγά.
- Μια τέτοια κίνηση, δεν θέτει στο περιθώριο ούτε απαξιώνει το ρόλο άλλων προσώπων ή κινήσεων, όπως υποστηρίζουν κάποιοι.
Αντιθέτως,
Χρειαζόμαστε κάθε καλόπιστη φωνή και προσφορά σε αυτόν τον διάλογο.
Εκπέμπει σαφές μήνυμα τόλμης και αποφασιστικότητας, ότι αυτή τη φορά, υπάρχει πραγματική διάθεση για συνεννόηση και συνέχεια και ότι, αυτή η προσπάθεια διαφέρει από όλες τις προηγούμενες.
Αποτελεί μια σαφή, έμπρακτη δήλωση, που αποκαθιστά τον ρόλο της πολιτικής και παράλληλα, επιφέρει πλήγμα στις ακραίες και λαϊκιστικές εκείνες αντιλήψεις που επιδιώκουν να απαξιώσουν τον ρόλο της πολιτικής, στοχεύοντας στην επικράτηση μεσσιανικών αντιλήψεων και στην υποκατάσταση της πολιτικής από εξωθεσμικούς και ανεξέλεγκτους για τη Δημοκρατία παράγοντες.
Και συνακόλουθα, αποτελεί μήνυμα συμμετοχής προς πάσα κατεύθυνση, ακόμη και προς τους πλέον διστακτικούς προοδευτικούς πολίτες, καθώς θα συνοδεύεται από ένα σαφές και καθαρό πλαίσιο για τη στρατηγική στόχευση του εγχειρήματος.
Στόχευση που συνάδει με τις πραγματικές ανάγκες του Ελληνικού λαού και της χώρας και στηρίζεται στις ιστορικές μας αναφορές, στις αρχές, τις αξίες τα ιδανικά της Δημοκρατίας και του Σοσιαλισμού.
Μήπως και όσες προσπάθειες έγιναν μέχρι σήμερα από την απουσία αυτής ακριβώς της παραμέτρου δεν χαρακτηρίστηκαν, με αποτέλεσμα στα μάτια των συμπολιτών μας να κυριαρχήσει η εντύπωση πως οι προθέσεις δεν είναι ειλικρινείς και ότι δεν είναι επιθυμητή μια πραγματική εξέλιξη στην κατεύθυνση της συνεννόησης;
- Είναι προφανές ότι, η προσωπική συμμετοχή όσων έχουν την ευθύνη της πολιτικής παρουσίας και δράσης των οργανωμένων προοδευτικών δυνάμεων, στην εναρκτήρια πράξη αυτού του εγχειρήματος, δεν είναι μια απλή κίνηση, ούτε και μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι, δεν υπάρχουν πραγματικές και ουσιαστικές πολιτικές, ακόμη και προσωπικές διαφορές.
Η πολυδιάσπαση του προοδευτικού χώρου, δεν προέκυψε από ένα καπρίτσιο.
Η πορεία της χώρας σήμερα, θα ήταν εντελώς διαφορετική αν όλες οι προοδευτικές δυνάμεις είχαν βρεθεί στο ίδιο μετερίζι, την ώρα της μεγάλης εθνικής ανάγκης.
Αυτή η αλήθεια όμως, δεν είναι που καθιστά σήμερα επιτακτική την διαφορετική προσέγγιση του όλλους ζητήματος;
Γιατί, οι πολίτες παρακολουθούν και κρίνουν και δεν θα αποδεχθούν έναν εκλογικό τακτικισμό, την ώρα που απαιτούνται μεγάλες ριζικές αλλαγές και ανάληψη ευθύνης, για να βγει η χώρα από το τέλμα, που προϊονίζεται ένα αργό και βασανιστικό τέλος.
Μια χώρα με φωνή και ρόλο στην Ευρώπη – που και αυτή πρέπει να αλλάξει, και τον κόσμο,
Τότε είναι βέβαιο ότι, μπορούμε να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις που να γίνουν κτήμα των πολιτών, καθώς η αξία τους θα είναι κάτι περισσότερο από προφανής, γιατί θα κάνουν πράξη το αυτονόητο και θα κατατείνουν:
Στην ουσιαστική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των πολιτών, για παιδεία, υγεία και κοινωνικές υπηρεσίες που δεν θα εξαρτώνται από επιδοματικές πολιτικές, αλλά θα υπακούουν στην αρχή των υποχρεώσεων της πολιτείας και των δήμων, έναντι των πολιτών, με ολοκληρωμένα και επαρκώς χρηματοδοτημένα κοινωνικά δίκτυα.
Με την απόλυτη δέσμευσή μας για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, των αδικιών και τη διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου που να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλους και να αξιοποιεί τις ιδιαιτερότητες του κάθε πολίτη, του κάθε νέου.
Να εμπεδώνει αίσθημα κοινωνικής διακιοσύνης και κράτους δικαίου.
Και με εμφανή την αποφασιστικότητά μας, να συμφωνήσουμε και να προτείνουμε παράλληλα με τις μεγάλες αλλαγές, ένα σαφές και συγκεκριμένο σχέδιο άμεσων παρεμβάσεων που να βελτιώνουν έμπρακτα την καθημερινή ζωή των Ελλήνων. Η ίδια η πραγματικότητα σήμερα, δείχνει ποιες παρεμβάσεις απαιτούνται άμεσα και έχουν ζωτική σημασία για τους πολίτες.
- Αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος των προοδευτικών δυνάμενων, αν πράγματι πιστεύουν ότι έχουν λόγο ύπαρξης, ότι δεν περιορίζονται σε ρόλο διαχειριστή της εξουσίας, δικαιώνοντας έτσι όλους εκείνους που επιδιώκουν να καταστήσουν όλους ίδιους στα μάτια των πολιτών και εν τέλει, τους πολίτες που αντιμετωπίζουν με καχυποψία – και δικαίως, τα λόγια και τα έργα δήθεν προοδευτικών δυνάμεων. Μια πραγματικότητα που δυστυχώς, συναντάται παντού στον κόσμο, και απαξιώνει τις προοδευτικές αρχές και αξίες, απομειώνει τον ιστορικό ρόλο των δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της μεταρρυθμιστικής αριστεράς, του πολιτικού φιλελευθερισμού, της πολιτικής οικολογίας. Και μάλιστα, τώρα, που υπάρχει ανάγκη για περισσότερη Δημοκρατία.
Μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε τα κακώς κείμενα, τις παθογένειες που μας οδήγησαν ένα βήμα από μια εθνική καταστροφή.
Μόνο έτσι θα κόψουμε τον ομφάλιο λώρο που συνδέει την πολιτεία με μεγάλα και μικρά κατεστημένα και συμφέροντα.
Μόνο έτσι θα προσφέρουμε στους Έλληνες μια πραγματικά προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης, που θα οδηγήσει με ασφάλεια και σιγουριά τη χώρα στην έξοδο από την κρίση και στη διαμόρφωση όλων των αναγκαίων προϋποθέσεων για μια βιώσιμη – και προοδευτική πορεία, ένα μέλλον αξιοπρέπειας για όλες τις Ελληνίδες, για όλους τους Έλληνες.
Μόνο έτσι θα κινητοποιήσουμε και θα εμπνεύσουμε τον Ελληνισμό, εντός και εκτός των συνόρων. Μόνον έτσι θα συστρατευτούν όλοι σε μια προσπάθεια αλλαγών.
Να πιστέψουν και πάλι, ότι μπορούμε. Γιατί πράγματι μπορούμε.
Αν αυτές είναι οι προθέσεις μας, τότε δεν υπάρχει κανένας φόβος μπροστά στην ιστορική ανάγκη να ανταποκριθούμε σε ένα διακύβευμα που αφορά το μέλλον του Ελληνικού λαού και της χώρας.
Ας το τολμήσουμε. Τώρα.”