«Ναι στον εξορθολογισμό των ΑΕΙ, όχι στις μεθοδεύσεις του Υπουργείου» – Κίνημα Αλλαγής

Άρθρο της Χαράς Κεφαλίδου, Βουλευτής Ν. Δράμας και υπεύθυνη Τομέα Παιδείας και Θρησκευμάτων, στο alfavita.gr

Μπαίνοντας στην τελική ευθεία της φετινής σχολικής χρονιάς, με τις προαγωγικές εξετάσεις και τις πανελλήνιες για την εισαγωγή των μαθητών στην Γ’ Βάθμια Εκπαίδευση μέσα στον επόμενο μήνα, τα μεγάλα ζητήματα της πρώτης εφαρμογής της Τράπεζας θεμάτων στα Λύκεια, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, όπως και ο τρόπος μεθόδευσης επερχόμενων συγχωνεύσεων τμημάτων στα ΑΕΙ της χώρας, προβάλουν επίκαιρα και προβληματίζουν μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας, κυρίως των νέων και των οικογενειών τους.

Η απαίτηση για ποιοτική γνώση, δεξιότητες και διάπλαση ενεργών πολιτών, που οφείλει να παρέχει η Πολιτεία μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας, θεωρούμε ότι δε γίνεται μέσα σε ένα διαρκές κλίμα αντιπαράθεσης.

Στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής θεωρούμε θεμελιώδη προϋπόθεση τη διαρκή επικοινωνία και τον ανοιχτό διάλογο μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων στα μείζονα ζητήματα της Παιδείας. Εξακολουθεί να παραμένει ανοιχτό και επίκαιρο το θέμα της επανίδρυσης του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, που κατήργησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και που δεν επαναθεσμοθετεί η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ. Η αναγκαιότητα να αποκτήσει η χώρα μακροχρόνια εκπαιδευτική στρατηγική μέσα από ευρύτερες συναινέσεις, είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Επισημαίνουμε για άλλη μια φορά, την αποσπασματικότητα και τη μονομέρεια των μέτρων.

Σε αυτό το πλαίσιο, θέλοντας να συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός κλίματος διαλόγου και ηρεμίας ενόψει των προσεχών εξετάσεων, καταθέτουμε τις σκέψεις και τις προτάσεις μας για την πρώτη εφαρμογή των μέτρων που πρόσφατα ψηφίστηκαν.

Τράπεζα Θεμάτων

Πράγματι, η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων οδηγεί σε πιο αντικειμενικές εξετάσεις και συνεπώς προσπαθεί να εισάγει ένα καθεστώς ισότητας μεταξύ των μαθητών και των σχολικών μονάδων.

Οι μαθητές της φετινής Α΄ και Β΄ Λυκείου θα βρεθούν για πρώτη φορά αντιμέτωποι με τις προαγωγικές εξετάσεις μέσω της Τράπεζας Θεμάτων.

Την ίδια ώρα, όπως όλοι γνωρίζουμε, τα δύο τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν τεράστια εκπαιδευτικά κενά που δεν καλύφθηκαν ή καλύφθηκαν υποτυπωδώς με καθυστέρηση. Δεν έγινε αναδιάταξη και μείωση της ύλης και δεν αναπτύχθηκαν αντισταθμιστικές πολιτικές, ώστε να ενισχυθεί η μαθησιακή ετοιμότητα των μαθητών.

Η εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων δεν είναι καινούργια. Την προηγούμενη φορά που είχε εφαρμοστεί, το 2014, δεν αξιολογήθηκαν τα θετικά αποτελέσματα της εφαρμογής της (ολοκλήρωση της ύλης πανελλαδικά, δυνατότητα επιλογής θεμάτων και από τους εκπαιδευτικούς του Λυκείου, θέματα διαβαθμισμένης δυσκολίας κλπ) και καταργήθηκε το 2015, με το ανυπόστατο επιχείρημα, ότι δήθεν προκάλεσε μεγαλύτερα ποσοστά μετεξεταστέων, αποσιωπώντας την πραγματική αιτία, που ήταν η αλλαγή του συστήματος προαγωγής των μαθητών στο Λύκειο.

Εκφράζουμε την ανησυχία μας γιατί η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν προχώρησε έγκαιρα στην προετοιμασία της εφαρμογής της Τράπεζας Θεμάτων με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και την προσομοίωση των θεμάτων στους μαθητές. Η βιασύνη, η προχειρότητα εφαρμογής ενός επιτυχημένου θεσμού σε εκπαιδευτικά συστήματα της Ευρώπης, ουσιαστικά υπονομεύει έναν θετικό θεσμό, στο όνομα της πρόσκαιρης δημοσιότητας και των δημοσίων σχέσεων, που καλλιεργεί συστηματικά το Υπουργείο Παιδείας.

Δεν πρέπει να μεταβληθούν οι μαθητές σε εξιλαστήρια θύματα των κυβερνητικών πειραματισμών στο χώρο της Παιδείας. Κάθε μέτρο που εφαρμόζεται, οφείλει να βρίσκεται σε αρμονία με την πραγματικότητα. Διαφορετικά, είναι καταδικασμένο να αποτύχει, έχοντας συμπαρασύρει σε ακόμη μια ταλαιπωρία χιλιάδες μαθητές, που θα πληρώσουν την ανεπάρκεια ενός ορθού μέτρου που εφαρμόστηκε πρόχειρα και με λάθος τρόπο. 

Αξιολόγηση Εκπαιδευτικών

Η αναβάθμιση των εκπαιδευτικών συστημάτων προϋποθέτει τη συνεχή βελτίωσή τους με τη λήψη μέτρων, που προκύπτουν από τη συλλογή δεδομένων. Δυστυχώς το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, για δεκαετίες τώρα, δε συγκεντρώνει στοιχεία για όλους τους συντελεστές της παρεχόμενης εκπαίδευσης, όπως αποτελεσματικότητα διοίκησης, ποιότητας και καταλληλότητας υποδομών, βιβλίων, επιμόρφωσης εκπαιδευτικών και επάρκειας πόρων.  Η ουσιαστική αξιολόγηση εκπαιδευτικών, σχολικών μονάδων και μαθησιακού αποτελέσματος, είναι απαραίτητη μέθοδος παρακολούθησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ώστε να λαμβάνονται μέτρα βελτίωσης του εκπαιδευτικού αποτελέσματος. Δυστυχώς η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας χρησιμοποιεί την αξιολόγηση, από εργαλείο προόδου και εκσυγχρονισμού του σχολείου, ως λάφυρο νίκης στην αντιπαράθεση με την εκπαιδευτική κοινότητα.

Υπό την έννοια αυτή, οι μετωπικές συγκρούσεις του Υπουργείου Παιδείας με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες του κλάδου δε βοηθούν. Όσο πιο γρήγορα εμπεδωθεί στην κοινότητα των εκπαιδευτικών ότι η αξιολόγηση δεν είναι τιμωρητική, αλλά σκοπό έχει να βοηθήσει και τους ίδιους να γίνουν καλύτεροι και αποτελεσματικότεροι στο έργο τους, τόσο καλύτερα για το δημόσιο σχολείο.

Για εμάς στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, το σύγχρονο δημοκρατικό, συμμετοχικό, συμπεριληπτικό σχολείο της γνώσης και της προκοπής είναι το σχολείο που αξιολογείται με σκοπό και βούληση να γίνεται διαρκώς καλύτερο, παρέχοντας ποιοτική εκπαίδευση στους μαθητές του.

Συγχωνεύσεις τμημάτων στα ΑΕΙ

Μετά από περίπου 3 χρόνια κυβερνητικών επιμέρους αποσπασματικών ρυθμίσεων και πλήθος ανακοινώσεων και σχεδίων για αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας και χωρίς αποσαφηνισμένο στρατηγικό σχεδιασμό για το μέλλον του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου, η προθεσμία που δόθηκε στα ΑΕΙ από το Υπουργείο Παιδείας προκειμένου να καταθέσουν τις προτάσεις τους για συγχωνεύσεις τμημάτων, έληξε στα τέλη του περασμένου Μαρτίου.

Μέχρι τότε, τα ΑΕΙ μελέτησαν αλλαγές στα τμήματά τους, παρόλα αυτά η πλειονότητα των ιδρυμάτων θεωρεί ότι δε χρειάζεται κάποια συγχώνευση ή κατάργηση τμημάτων, αντίθετα ζητεί ενίσχυσή τους.

Η αλήθεια είναι ότι ο εξορθολογισμός των τμημάτων ΑΕΙ μετά την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και την περίπου αυτόματη πανεπιστημιοποίηση των τμημάτων ΤΕΙ, είναι παραπάνω από απαραίτητος.

Μετά από σωρεία από άστοχες πρωτοβουλίες πυροτεχνήματα εκ μέρους της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, όπως αυτή της εφαρμογής της ΕΒΕ την περσινή χρονιά, το τρέχον ακαδημαϊκό έτος άφησε σχολές χωρίς φοιτητές, με πανεπιστημιακούς να βάζουν τόσο ψηλά τον πήχη, χωρίς να ρίξουν μια ματιά στους βαθμούς των εισακτέων των προηγούμενων ετών.

Αποκτήσαμε Σχολές-άδεια κελύφη, γιατί το αντικείμενο τους δεν έχει ζήτηση ή γιατί ακόμη χειρότερα αν και παράγουν έργο είναι πολύ μακριά από τον τόπο κατοικίας των παιδιών που ενδιαφέρονται.

Η υποκρύπτουσα κυβερνητική επιλογή της αποφυγής συγκρούσεων, σε μια ομολογουμένως δύσκολη περίοδο, συνοδεύτηκε από την “πονηριά” της ταυτόχρονης εγκατάλειψης στην τύχη τους, πολλών τμημάτων ΑΕΙ που στερούνται βασικών υποδομών, ανθρώπινου δυναμικού και απαραίτητων πόρων για να λειτουργήσουν με στοιχειώδη επάρκεια.

Έτσι τα τμήματα προς συγχώνευση ή κατάργηση, σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει θέσει το ΥΠΑΙΘ και η ΕΘΑΑΕ, είναι σίγουρο ότι θα είναι πολλά από αυτά που έχουν προέλθει από την «πανεπιστημιοποίηση» των ΤΕΙ καθώς και τμήματα που ανήκουν σε τομείς χαμηλής ζήτησης, η οποία σε πολλές περιπτώσεις μεθοδεύτηκε αθόρυβα και αποτελεσματικά.

Είναι βέβαιο ότι το ελληνικό κράτος και ο φορολογούμενος πολίτης δεν έχει κανένα λόγο να συντηρεί πανεπιστημιακά τμήματα που δεν προσφέρουν ούτε καν τα στοιχειώδη, ειδικά όταν υπάρχουν άλλα που έχουν παρεμφερές αντικείμενο στο ίδιο ΑΕΙ, όμως η αξιολόγηση των τμημάτων οφείλει να γίνεται πάνω στη βάση ενός οργανωμένου σχεδίου για τον πανεπιστημιακό χάρτη της χώρας, τις ανάγκες της, τις προτεραιότητές της και εφαρμόζοντας με εντιμότητα και σε βάση ισότητας, τα κριτήρια για την αξιολόγηση των τμημάτων.

Όσο είναι ανέντιμο η Πολιτεία να παριστάνει πως μορφώνει τα παιδιά της και να μοιράζει πτυχία χωρίς αντίκρισμα, άλλο τόσο ανέντιμη είναι η κυβερνητική μεθόδευση των συνθηκών για έναν “ξαφνικό θάνατο” πανεπιστημιακών τμημάτων.

Εμείς επιμένουμε στον θεσμικό, επιστημονικά τεκμηριωμένο διάλογο για όλες τις βαθμίδες, όλων των φορέων της εκπαιδευτικής κοινότητας και στη βάση ενός στρατηγικού εκπαιδευτικού σχεδιασμού για το 2030.

Χωρίς την αναβάθμιση της εκπαίδευσης η χώρα δεν μπορεί να προσχωρήσει στην αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση, στην ανάπτυξη και στην κοινωνική ευημερία.


Πηγή

Leave a Reply