Η αστυνομική βαρβαρότητα αυξάνεται στην Ελλάδα

Η αστυνομική βαρβαρότητα αυξάνεται

Ένα από τα εγκυρότερα μέσα ενημέρωσης στον πλανήτη γράφει ανταπόκριση για την αστυνομική βαρβαρότητα στην Ελλάδα τη στιγμή που τα ελληνικά ΜΜΕ αναπαράγουν το δόγμα Χρυσοχοΐδη αδιαμαρτύρητα ή στηρίζουν την κατάργηση των πολιτικών μας δικαιωμάτων με τη σιωπή τους ή/και με την αναπαραγωγή των κυβερνητικών δελτίων τύπου που δημοσιεύει το Αθηναϊκό πρακτορείο ειδήσεων το οποίο έχει υπό την σκεπή του, το Μέγαρο Μαξίμου από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Το άρθρο αναφέρει περιστατικά αστυνομικής βίας (που πρωταγωνίστησαν στον ελληνικό ηλεκτρονικό Τύπο κυρίως), τις θέσεις της κυβέρνησης «δεν υπάρχουν αποδείξεις περί κλιμάκωσης της αστυνομικής βίας» αλλά και το ζήτημα της ατιμωρησίας της ΕΛ.ΑΣ. την οποία καταγγέλλει και ο Σακελλαρίδης από την Διεθνή Αμνηστία.

«Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κόμματα της αντιπολίτευσης αναφέρουν ότι η κυβέρνηση καταργεί τις διαδηλώσεις με το πρόσχημα της καταπολέμησης του ιού. Η κυβέρνηση αυτό το καλοκαίρι αποφάσισε να περιορίσει ή να απαγορεύσει πλήρως τις διαμαρτυρίες που θεωρούνται ότι απειλούν τη δημόσια ασφάλεια.

Η πρωτεύουσα της Ελλάδας δεν είναι ξένη σε συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας. Όμως, η πανδημία, λένε ακτιβιστές και νομοθέτες της αντιπολίτευσης, σηματοδότησε ένα σημείο καμπής. Τους τελευταίους μήνες, έχουν αναφερθεί περιστατικά αστυνομικής βίας. Με την Ελλάδα να ζει ένα δεύτερο lockdown από τον Νοέμβριο οι διαδηλώσεις απαγορεύονται και η αστυνομία έχει επιβάλει απαγόρευση με υπερβολική χρήση βίας κατά πολλούς…

«Αυτό που αποτελεί κόκκινη γραμμή είναι η ατιμωρησία των αξιωματικών επιβολής του νόμου», δήλωσε ο Σακελλαρίδης από την Διεθνή Αμνηστία

«Έχοντας χάσει τον έλεγχο της πανδημίας και της οικονομίας, η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει τεχνητή ένταση, προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή από τις εγκληματικές ευθύνες του», λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, για την απαγόρευση των συγκεντρώσεων.

Η Διεθνής Αμνηστία της Ελλάδας, εν τω μεταξύ, κατά τους τελευταίους μήνες τεκμηρίωσε αρκετά περιστατικά κακομεταχείρισης κρατουμένων και διαδηλωτών, υπερβολική χρήση χημικών ουσιών όπως δακρυγόνα και άλλες περιπτώσεις υπερβολικής βίας. Η Αμνηστία –όπως και άλλες οργανώσεις όπως η Ελληνική Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τα κόμματα της αντιπολίτευσης– αναφέρουν ότι η αστυνομική βαρύτητα έχει αυξηθεί από τότε που ο Μητσοτάκης ανέβηκε στην εξουσία.

Σε μια έκθεση για τη διερεύνηση της αστυνομικής βίας διαπίστωσε ότι οι αστυνομικοί αντιμετωπίστηκαν συχνά με ατιμωρησία όταν συμμετείχαν σε βίαια περιστατικά. Παρατήρησε επίσης αποτυχία στο να βρουν αυτόπτες μάρτυρες, ή να εξεταστούν από γιατρούς οι συλληφθέντες, αλλά και προκατάληψη από ανακριτικούς αστυνομικούς φορείς και εντυπωσιακή ομοιότητα στις δηλώσεις αξιωματικών που κατηγορούνται για βιαιότητα.

«Η αστυνομική βία και ατιμωρησία έχουν μεγάλο ιστορικό στην Ελλάδα και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν μεμονωμένα περιστατικά», δήλωσε ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης, εκτελεστικός διευθυντής της Διεθνούς Αμνηστίας στην Ελλάδα. «Ειδικά τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, είναι αρκετά προφανές ότι υπάρχει αύξηση σε αυτά τα περιστατικά».

Η κυβέρνηση αυτό το καλοκαίρι αποφάσισε να περιορίσει ή να απαγορεύσει εντελώς τις διαμαρτυρίες που θεωρείται ότι απειλούν τη δημόσια ασφάλεια

Απαγόρευση διαμαρτυρίας. Η πανδημία έδωσε στις δυνάμεις ασφαλείας –επιφορτισμένες με την επιβολή αυστηρών κανόνων κλειδώματος– μεγαλύτερες εξουσίες και στη συνέχεια ήρθε η απαγόρευση των διαδηλώσεων. Η κυβέρνηση αυτό το καλοκαίρι αποφάσισε να περιορίσει ή να απαγορεύσει εντελώς τις διαμαρτυρίες που θεωρείται ότι απειλούν τη δημόσια ασφάλεια. Το νομοσχέδιο, σύμφωνα με το οποίο ο διοργανωτής είναι επίσης υπεύθυνος για οποιαδήποτε ζημία που προκλήθηκε από τους διαδηλωτές, επικρίθηκε έντονα από κόμματα της αντιπολίτευσης και ομάδες δικαιωμάτων. Όλες οι διαμαρτυρίες στη συνέχεια απαγορεύτηκαν όταν η Ελλάδα μπήκε στο δεύτερο κλείδωμα στις αρχές Νοεμβρίου. (Σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, πολλές διαδηλώσεις έχουν γίνει αποδεκτές υπό συνθήκες κοινωνικής απόστασης.)

Στις 17 Νοεμβρίου –η επέτειος της φοιτητικής εξέγερσης του 1973 εναντίον της στρατιωτικής χούντας, μια παραδοσιακή ημέρα διαμαρτυρίας– η κυβέρνηση επέβαλε πρόσθετους περιορισμούς, απαγορεύοντας τη συγκέντρωση τεσσάρων ή περισσότερων ανθρώπων, ενώ 6.000 αστυνομικοί τοποθετήθηκαν στους δρόμους. Η ημέρα αμαυρώθηκε από βία. Μια συγκέντρωση 1.500 κομμουνιστών υπό συνθήκες κοινωνικής απόστασης, διαλύθηκε και πολλοί δημοσιογράφοι ανέφεραν παρενόχληση από την αστυνομία. Μία γυναίκα έλαβε πρόστιμο (που αργότερα αποσύρθηκε) 300 € για την τοποθέτηση ενός λουλουδιού στο Πολυτεχνείο.

Ενώ ο Υπουργός Πολιτικής Προστασίας Μιχάλης Χρυσοχοΐδης σύγκρινε την αστυνομία με την εθνική υπηρεσία υγείας, οι εικόνες έδειξαν αστυνομικούς να περιπολούν χωρίς να φορούν σωστά μάσκες ή να σέβονται τους κανόνες κοινωνικής απόστασης, ενώ οι κρατούμενοι κρατούνται συνθήκες μη ασφαλείς.

Η Νάντια Τζόρτζι, μια 23χρονη φοιτήτρια ιατρικής στη βόρεια πόλη των Ιωαννίνων, δήλωσε ότι αυτή και άλλοι ξυλοκοπήθηκαν από αξιωματικούς χωρίς πρόκληση αφού έφυγαν από την πανεπιστημιούπολη για να πραγματοποιήσουν μια πορεία 60 ατόμων υπό συνθήκες κοινωνικής απόστασης. Η αστυνομία αναφέρει ότι οι διαδηλωτές τους επιτέθηκαν πρώτοι.

Έξι από τους διαδηλωτές νοσηλεύτηκαν, ενώ 23 συνελήφθησαν και τώρα αντιμετωπίζουν κατηγορίες –μεταξύ άλλων– για καταστροφή ξένων περιουσιακών στοιχείων, διατάραξη της ειρήνης, κατοχή όπλων (τα πανό που κρατούσαν) και παραβίαση της απαγόρευσης διαμαρτυρίας. Επιβλήθηκαν πρόστιμα 900 ευρώ το καθένα.

«Δεν έχει νόημα. Λένε ότι θέλουν να διαφυλάξουν τη δημόσια υγεία και να το κάνουν με το να σπάσουν τα κεφάλια των μαθητών», δήλωσε ο Τζόρτζι. «Οι αστυνομικοί απελευθερώθηκαν. Τα πρόσωπά τους, γεμάτα οργή, όταν χτυπούν διαδηλωτές, δείχνουν ότι δεν ακολουθούν μόνο εντολές.»

Κυβέρνηση: «Δεν υπάρχουν αποδείξεις» για βιαιότητα. Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων λένε ότι οι αρχές έχουν δείξει ελάχιστο ενδιαφέρον για τον έλεγχο της αστυνομίας. «Αυτό που αποτελεί κόκκινη γραμμή είναι η ατιμωρησία των αξιωματικών επιβολής του νόμου», δήλωσε ο Σακελλαρίδης από την Αμνηστία. «Οι ελληνικές αρχές ήταν σταθερές στην απροθυμία τους να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα και να λάβουν τα απαραίτητα νομοθετικά και πρακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αξιωματούχους της αστυνομίας, προτιμώντας αντ ‘αυτού να αρνηθούν τις καταγγελίες εντελώς ή να τις απορρίψουν ως μεμονωμένα περιστατικά.»

Η κυβέρνηση υπερασπίστηκε τις δυνάμεις ασφαλείας. «Δεν υπάρχει καμία απολύτως ένδειξη ότι υπάρχει μια κλιμάκωση της αστυνομικής βίας,» Δήλωσε ο Χρυσοχοΐδης στη Βουλή το Δεκέμβριο ως απάντηση στις καταγγελίες της αντιπολίτευσης.

Εν τω μεταξύ, ο κατάλογος των περιστατικών συνεχίζει να αυξάνεται. Επίσης στις 17 Νοεμβρίου, η αστυνομία συνέλαβε τον 24χρονο Ορέστη Κάτη στην Αθήνα. Η οικογένειά του λέει ότι κυνηγήθηκε από αξιωματικούς αφού έφυγε από μια διαμαρτυρία, με έναν αστυνομικό να φτάνει στο σπίτι του και να ξυλοκοπήσει τον Κάτη καθώς και τη μητέρα του που προσπάθησε να παρέμβει. Η οικογένεια πήγε στο αστυνομικό τμήμα, όπου ξυλοκοπήθηκαν ξανά, δήλωσαν. Ο πατέρας του Κάτη Δημήτρη υπέστη ήπια καρδιακή προσβολή και έπρεπε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο, όπου πέρασε τέσσερις μέρες.

Η αστυνομία αναφέρει ότι ο Ορέστης Κατής συνελήφθη έξω από το σπίτι του αφού επιτέθηκε σε αστυνομικούς με πέτρες και ότι η οικογένειά του συνελήφθη αφού «παρενόχλησαν, προσέβαλλαν και προσπάθησαν να τραυματίσουν τους αστυνομικούς χρησιμοποιώντας σωματική βία και ρίχνοντας μεταλλικά αντικείμενα». Όλοι εκτός από τον πατέρα αντιμετωπίζουν κατηγορίες για απόπειρα επικίνδυνης βλάβης, βίας εναντίον αξιωματούχων, προσβολές, διαταραχή της ειρήνης και παραβίαση του νόμου για τα όπλα.

Μια εβδομάδα αργότερα, στις 25 Νοεμβρίου, εννέα γυναίκες συνελήφθησαν για συμμετοχή σε διαμαρτυρία για τον εορτασμό της Ημέρας της Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών. Φορώντας μάσκες και διατηρώντας μια απόσταση, ξεδιπλώθηκαν για λίγο έξω από το κοινοβούλιο πριν από τη σύλληψή τους. Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, υπουργός Πολιτικής Προστασίας, αργότερα ζήτησε συγγνώμη για την υπόθεση αυτή, αν και οι κατηγορίες εναντίον τους δεν έχουν ακόμη καταργηθεί.

Η αστυνομία εμπόδισε σε πολίτες ακόμη και να αφήσουν λουλούδια στο μνημείο του αγοριού. Εκείνοι που το έκαναν κρατήθηκαν προσωρινά

Και στις 6 Δεκεμβρίου, την επέτειο του θανάτου ενός 15χρονου αγοριού που πυροβολήθηκε από την αστυνομία το 2008, επιβλήθηκε μια άλλη απαγόρευση συγκεντρώσεων. Η αστυνομία εμπόδισε σε πολίτες ακόμη και να αφήσουν λουλούδια στο μνημείο του αγοριού. Εκείνοι που το έκαναν κρατήθηκαν προσωρινά.

Ένα βίντεο εκείνης της ημέρας έδειξε έναν αξιωματικό να καταστρέφει ένα μπουκέτο λουλούδια (που είχαν αφήσει στο σημείο της δολοφονίας του). Ένα άλλο βίντεο έδειξε αξιωματικούς να ρίχνουν δοχεία δακρυγόνων σε ένα κτίριο και να κλωτσούν έναν διαδηλωτή στο πρόσωπο. Η αστυνομία ξεκίνησε έρευνα και για τα δύο περιστατικά.

«Είναι πολύ σημαντικό, εκτός από το δικαίωμα στην υγεία, να προστατευθεί το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου και στο δημόσιο λόγο», δήλωσε η Δέσποινα Παρασκευά Βελουδογιάννη, εργαζόμενη στη Αμνηστία, που ήταν και μεταξύ των εννέα γυναικών που συνελήφθησαν τον Νοέμβριο. «Η υγεία προστατεύεται από τη δημοκρατία, το ένα είναι προϋπόθεση για το άλλο».


Πηγή