Βασίλης Κεγκέρογλου: «Άλλο ένα “ηθικό πλεονέκτημα” του ΣΥΡΙΖΑ που δεν είναι άλλοθι για τη Ν.Δ.»

Άρθρο Βασίλη Κεγκέρογλου, Γραμματέα Κ.Ο. Κινήματος Αλλαγής στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»

Η υπόθεση της Folli Follie είναι χαρακτηριστική περίπτωση σκανδάλου που αποκαλύπτει τις συνευθύνες ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και την διαφορετικότητα του Κινήματος Αλλαγής όπως αυτή εκδηλώνεται στην ζώσα πολιτική πραγματικότητα και γενικότερα με την προώθηση του διαφορετικού μας οράματος για μια σύγχρονη Ελλάδα με βιώσιμη ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη.

Οι κυβερνητικές αποτυχίες και σκοπιμότητες, η αναξιοπιστία και ο καιροσκοπισμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, συνθέτουν ένα σκηνικό με χαρακτηριστικά που παραμένουν εν πολλοίς τα ίδια στις δύο τελευταίες κοινοβουλευτικές περιόδους κατά τις οποίες Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ εναλλάχθηκαν στους ρόλους. Στο διάστημα αυτό, το Κίνημα Αλλαγής εκτός από τις προτάσεις του, ασκεί αξιόπιστη αντιπολίτευση και ουσιαστικό έλεγχο στην κυβέρνηση. Ανέδειξε και αποκάλυψε πολλά φαινόμενα αδιαφάνειας, διευθετήσεων συμφερόντων, δώρων στους ισχυρούς, είτε αυτά πραγματοποιούνται «κρυφά» είτε φανερά με «ντροπολογίες» ενώ απέτρεψε άλλα που θα επιβάρυναν τον ελληνικό λαό με πολλά εκατομμύρια.

Για το σκάνδαλο Folli Follie «ενέχεται» η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο γιατί αυτό εξελίχθηκε κατά την θητεία της αλλά γιατί είναι παραπάνω από εμφανείς οι ενδείξεις για την εμπλοκή βουλευτών, υψηλόβαθμων κυβερνητικών και άλλων στελεχών του που προέβαιναν και σε αντιθεσμικές παρεμβάσεις, όπως αποκαλύπτεται και από τους διαλόγους που δημοσιοποιούνται. 

Είμαστε οι μόνοι που θέσαμε πολιτικά το θέμα, αναδείξαμε τις ευθύνες της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και των αρμόδιων αρχών (Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κλπ.) για το σκάνδαλο της Folli Follie και ζητήσαμε ενέργειες.

Τον Ιούνιο του 2018 με Ερώτηση που καταθέσαμε με τον Γιάννη Κουτσούκο και τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο, αναδείξαμε τη μεθόδευση της κατάρρευσης των μετοχών κατά 70% εντός 24 ημερών και τη ζημιά που υπέστη η εταιρεία και οι μικρομέτοχοι επενδυτές με απώλεια 705 εκατομμυρίων. Ρωτήσαμε τους αρμόδιους Υπουργούς για τις ευθύνες όλων των αρμοδίων ελεγκτικών και εποπτικών οργάνων, κυρίως γιατί δεν παρενέβη έγκαιρα η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τις ευθύνες του Υπουργού Οικονομικών, των συστημικών Τραπεζών και του ΤΧΣ και ζητήσαμε τις ενέργειες της Κυβέρνησης προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πλήγμα που δέχθηκε η Κεφαλαιαγορά.

Η απάντηση του Υπουργείου Οικονομίας ήταν χαρακτηριστική: «σας γνωρίζουμε ότι η Γενική Διεύθυνση Αγοράς δεν έχει αρμοδιότητα στα θέματα που θίγονται σ’ αυτήν καθότι από την έκθεση ελέγχου επί των Εταιρικών και Ενοποιημένων Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων για τη χρήση 2016 του αρμόδιου ορκωτού ελεγκτή λογιστή δεν προκύπτουν παρατηρήσεις»

Η απαντήσεις που λάβαμε αποτελούσαν ομολογία είτε της πολιτικής ολιγωρίας είτε της συγκάλυψης, καθώς τα Υπουργεία ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν αρμοδιότητα να παρέμβουν. Η τότε Αξιωματική Αντιπολίτευση της ΝΔ, ήταν ωσεί παρούσα με την εκκωφαντική σιωπή της, γύρω από το μεγάλο αυτό σκάνδαλο περισσότερο από επιλογή και λιγότερο από αδράνεια.

Τέλος Σεπτεμβρίου του 2018 και αφού είχαν δημοσιοποιηθεί τα πορίσματα ελεγκτικών εταιρειών και είχε ασκηθεί ποινική δίωξη, αναφερθήκαμε στις κυβερνητικές ευθύνες και τις ευθύνες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και το γεγονός ότι η Κυβέρνηση διόρισε τον οικονομικό Διευθυντή της Folli Follie στο Δ.Σ. του Υπερταμείου της υποτέλειας που έδωσε δώρο ο ΣΥΡΙΖΑ στους δανειστές.

Η δικαστική εξέλιξη μας δικαιώνει και οι ευθύνες των εμπλεκομένων προσώπων πρέπει να αναζητηθούν από τη Δικαιοσύνη.

Κυβέρνηση της ΝΔ και ΣΎΡΙΖΑ αντί να ερίζουν για την τροπολογία που δεν έχει σχέση με το σκάνδαλο και αφορά την παράταση της αναστολής καταβολής του ΕΦΚ από τα Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών που είχε θεσπιστεί με το Ν. 3842/10 και παρατάθηκε με διαδοχικές ρυθμίσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μέχρι 31-12-2022 ας αναλάβουν τις ευθύνες τους μέσα από τις προβλεπόμενες θεσμικές διαδικασίες.

Το Κίνημα Αλλαγής απαιτεί την αποκάλυψη της αλήθειας και την απόδοση δικαιοσύνης που είναι αίτημα των πολιτών στο πλαίσιο της διαφανούς και χρηστής διαχείρισης του δημόσιου χρήματος.


Πηγή