Παναγιώτης Βλάχος: «Η χαμένη ευκαιρία της παιδείας»

Άρθρο του Παναγιώτη Βλάχου, Γραμματέα Επικοινωνίας του Κινήματος Αλλαγής, στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα της Κυριακής» | 21.6.2020

«Χρειάστηκαν δεκαετίες για να πειστεί και ο τελευταίος άπιστος ότι η παιδεία είναι όπλο κατά της ανισότητας, ιδιαίτερα όταν μπαίνει σε γερές βάσεις από τις μικρότερες ηλικίες. Δεν είναι ανάγκη να επαναλάβουμε ότι σε όσες χώρες οι πολιτικές δυνάμεις ομονόησαν σε μια εθνική στρατηγική για την δημόσια παιδεία σε βάθος χρόνου, κατάφεραν να διαφοροποιήσουν την οικονομία τους, να ενισχύσουν την πολιτική και κοινωνική τους κουλτούρα, να αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής των πολιτών τους και να βγάλουν εκατομμύρια από την φτώχεια, όπως συνέβη στη Βραζιλία επί των ημερών του προέδρου Λούλα. Με δυο λόγια, όπου η δημόσια παιδεία έγινε αντιληπτή από το πολιτικό σύστημα ως θεσμός εξόδου από την υστέρηση και εισόδου στην δυνατότητα και στην ευκαιρία, οι διαφορές στο κοινωνικό τερέν δεν άργησαν να φανούν.

Η Ελλάδα διαθέτει ακόμη ένα συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα, που βασίζεται στο σχολικό βιβλίο, στην “πειθαρχία” της έδρας, στην απομνημόνευση, στην έλλειψη αξιολόγησης δομών και εκπαιδευτικών, στην οικονομική αιμορραγία της οικογένειας, αλλά και την ταλαιπωρία και υποβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού. Αυτό δείχνουν όλες οι μελέτες του ΟΟΣΑ εδώ και περίπου 25 χρόνια. Το πως συζητάμε, συνεργαζόμαστε, αντιλαμβανόμαστε την επιστήμη και τη γνώση ή αν ενστερνιζόμαστε θεωρίες συνομωσίας και στερεότυπα, καλλιεργείται κυρίως μέσα στο σχολείο.

Από την κατάργηση της ποδιάς και της “διαγωγής”, μέχρι την εισαγωγή μαθημάτων δημοκρατικής παιδείας, το Ολοήμερο Σχολείο, το Εθνικό Απολυτήριο, την ψηφιακή εκπαίδευση, τη δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας, η προοδευτική δημοκρατική παράταξη του ΠΑΣΟΚ έκανε φιλότιμες και φιλόδοξες προσπάθειες να μη μείνει κανένα ελληνόπουλο εκτός των τειχών. Δεν είναι τυχαίο ότι η ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση έμεινε στην ιστορία ως μια σπουδαία στιγμή πολιτικής σύμπνοιας και συνεννόησης – και μάλιστα, μέσα στη μνημονιακή περίοδο. Δεν χρειάστηκαν παρά λίγοι μήνες για να αρχίσει το ξήλωμά του από τους υπουργούς της ΝΔ, για να τον αποτελειώσουν οι αναχρονιστικές παρεμβάσεις του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρολαυτά η σημερινή κυβέρνηση έκανε σημαία της την μεταρρύθμιση στην παιδεία, με μεγαλόστομες διακηρύξεις. Ο Πρωθυπουργός δεσμευόταν ότι θα προχωρήσει στις αλλαγές μαζί με τους εκπαιδευτικούς. Λίγους μήνες αργότερα και εν μέσω πανδημίας, το νομοσχέδιο κατέφτασε σχεδόν ως γονατογράφημα, χωρίς διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα και χωρίς να αξιοποιήσει τα χιλιάδες σχόλια που κατατέθηκαν στη δημόσια διαβούλευση.

Η Κυβέρνηση επανέφερε την διαγωγή στο απολυτήριο, δείγμα μιας συντηρητικής και αντιπαιδαγωγικής αντίληψης που στιγματίζει τον μαθητή σε όλη του τη ζωή. Αντί να εισαγάγει την καινοτομία και την κριτική σκέψη σε όλα τα δημόσια σχολεία, επιλέγει να την περιορίσει στα πρότυπα και πειραματικά. Η μεγάλη κοινωνική επένδυση, το ολοήμερο σχολείο, που στήριξε τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, εγκαταλείπεται και από τη Νέα Δημοκρατία, ακολουθώντας τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ. Για τρίτη χρονιά, ανανεώνει την θητεία των αντισυνταγματικά εκλεγμένων διευθυντών εκπαίδευσης και τιμωρεί ουσιαστικά 900 στελέχη, όπως σχολικούς συμβούλους, διευθυντές εκπαίδευσης κ.α., που έχουν αξιολογηθεί και επιμορφωθεί.  Η αξιολόγηση μένει κολοβή και δεν συνδέεται με την ενίσχυση των σχολείων των φτωχότερων περιοχών. Τελος, επιμένει και αυτή στις δέσμες και όχι στο Εθνικό Απολυτήριο, που θα έδινε τη δυνατότητα ευελιξίας στον φοιτητή να επιλέγει καταρχήν σχολή και αργότερα τμήμα, χωρίς να δεσμεύεται από την αρχική του επιλογή.

Τέλος, πολύς λόγος έγινε για τη χρήση της ζωντανής κάλυψης των μαθημάτων μέσω κάμερας στη σχολική αίθουσα. Χωρίς να είναι το κεντρικό ζήτημα, αποκαλύπτει τουλάχιστον την προχειρότητα και την απρονοησία των εμπνευστών του μέτρου. Στις μέρες μας, μπορεί να δίνεται εύκολα ή δυνατότητα σε κάθε μαθητή να έχει πρόσβαση μέσω ίντερνετ στο εκπαιδευτικό υλικό, να έρχεται σε επαφή με τον δάσκαλό του αλλά και να παρακολουθεί, όποτε θελήσει, το μάθημα που μπορεί να έχασε – εφόσον βέβαια έχει και τις κατάλληλες συσκευές. Αυτή είναι η σύγχρονη φιλοσοφία της ψηφιακής και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και όχι να μετατρέπεται η σχολική τάξη σε ριάλιτι σόου, με φοβισμένους δασκάλους, άβουλους και άφωνους μαθητές, πολύ δε περισσότερο αυτούς που έχουν μαθησιακές ή άλλου τύπου αδυναμίες».


Πηγή