Η απάτη της εργασιακής «συνευθύνης» και ο νέος τύπος εργαζομένου μισθωτού – σκλάβου

Οι 150.000 χιλιάδες απολύσεις των ημερών της καραντίνας αλλά και η εφαρμογή των διατάξεων των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) για την εργασία επιβάλουν μια νέα κατάσταση στις εργασιακές συνθήκες, τον τρόπο οργάνωσης της εργασίας, τα δικαιώματα των εργαζόμενων και τους μισθούς. Η ύφεση που αναμένεται να φτάσει το 9,7% για το 2020 στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της ΕΕ (βλέπε σχετικό γράφημα) θα λειτουργήσει σαν η τέλεια δικαιολογία…

Έτσι, η εποχή της πανδημίας του κορονοϊού μάλλον φτάνει στο τέλος της την στιγμή που ανατέλλει μια νέα πανδημία: αυτή της ανεξέλεγκτης ύφεσης, της ανεργίας, της ισοπέδωσης και των τελευταίων εργασιακών δικαιωμάτων αλλά και των μεγάλων αλλαγών που θα έλθουν στην οργάνωση της εργασίας με την απογείωση της ελαστικότητας της. Η νέα κατάσταση, με την συνεχόμενη ψήφιση των ΠΝΠ, δίνει τόσες ελευθερίες στους εργοδότες (μέσα από την δυνατότητα να χρησιμοποιούν τους εργαζομένους σαν σύγχρονους μισθωτούς σκλάβους) όπου οι έννοιες εργασιακά δικαιώματα, εργατική νομοθεσία και ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους θα υπάρχουν μεν αλλά θα βρίσκονται σε μια συνεχή και μόνιμη αναστολή στο όνομα της «ομαλής επανεκκίνησης της οικονομίας».

Τα «έκτακτα» μέτρα δεν θα είναι τελικά καθόλου έκτακτα, αλλά η συνέχεια όλων των αντεργατικών μέτρων των προηγούμενων χρόνων των μνημονιακών κυβερνήσεων . Είναι τα μέτρα που μόνιμα ζητούσε ο ΣΕΒ και το ΙΟΒΕ. Αυτό αποτυπώνεται ολοκάθαρα σε πρόσφατο δελτίο τύπου του ΣΕΒ όπου ζητείται από την κυβέρνηση τα έκτακτα μέτρα να γίνουν μόνιμα: «Τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην κρίση θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο πολιτικής απασχόλησης», αλλά και «να λειτουργούν συμπληρωματικά» για τις «σύγχρονες πολιτικές αποφυγής των απολύσεων (ενδεικτικά, προγράμματα μειωμένου χρόνου εργασίας, επανακατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού), στη βάση διαγνωσμένων αναγκών της αγοράς εργασίας»

Η κυβέρνηση με την ψήφιση (την ημέρα μάλιστα της Πρωτομαγιάς) της τελευταίας ΠΝΠ, πέρα από τις χρηματοδοτήσεις και τις φοροαπαλλαγές των μεγάλων και πολύ μεγάλων επιχειρήσεων (ενώ από την άλλη στους μικρές επιχειρήσεις που είναι όπως λένε η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, δίνονται εντελώς ψίχουλα) δίνει επιπροσθέτως και μπόνους μια σειρά αντεργατικών μέτρων που διαμορφώνουν ένα νέο εργασιακό περιβάλλον. Άξονας του είναι η ευελιξία της εργασίας με εργαζόμενους διαφόρων ταχυτήτων αλλά και αμοιβών χωρίς καμία επί της ουσίας προστασία και με όσο το δυνατό ελάχιστο εργασιακό κόστος, αφού τους δίνεται και νομοθετικά η δυνατότητα για πολλαπλές και μεταβαλλόμενες ταχύτητες εργαζομένων, μέσα στον ίδιο όμιλο και στην ίδια επιχείρηση. Έτσι λοιπόν στην πράξη καταργείται το δικαίωμα των εργαζομένων της επίκλησης βλαπτικής μεταβολής και αναστέλλονται μια σειρά άλλα δικαιώματα που αφορούν την ειδίκευση, την ασφάλεια των εργαζομένων τις μετακινήσεις κλπ.

Ακόμα, δόθηκε η δυνατότητα στην εργοδοσία να διατηρήσει όσους εργαζόμενους θέλει μέχρι το τέλος Μάη σε «αναστολή», που ναι μεν θα παίρνουν τα 534 ευρώ αλλά θα τους έχουν από την άλλη πάντα διαθέσιμους ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης. Μπορεί ακόμα να επαναφέρει ένα άλλο τμήμα των εργαζομένων στη δουλειά, αλλά σε καθεστώς υποαπασχόλησης, διατηρώντας το δικαίωμα να του επιβάλλει «εκ περιτροπής εργασία» για δύο βδομάδες κάθε μήνα με τη μισή αμοιβή, να επιβάλλει μειωμένο ωράριο και μειωμένο μισθό, αλλά και να «δανείζει» εργαζόμενους σε άλλες επιχειρήσεις.

Δεν κρύβουν την χαρά τους οι εργοδοτικές ενώσεις που τους δίνεται η δυνατότητα να επιβάλουν μονομερώς την τηλε-εργασία μια πάγια απαίτηση τους καθώς με τον τρόπο αυτό δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου, ο εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει από το σπίτι ώρες παραπάνω από το ωράριο του χωρίς αυτή η εργασία να καταγράφεται πουθενά , να μην υπολογίζεται στο μισθό, την ασφάλεια του και στα δικαιώματα του γενικά. Ακόμα μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο αποτυπώνουν τις αρνητικές επιπτώσεις που έχει η εφαρμογή διαφόρων μορφών τηλεργασίας στην υγεία των εργαζομένων και στην κοινωνική τους ζωή. Οι εργαζόμενοι μέσω τηλε-εργασίας τελικά εργάζονται περισσότερες ώρες την ημέρα και την εβδομάδα, εκτός συμβατικού ωραρίου, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και τα Σαββατοκύριακα. Ο εργαζόμενος εργάζεται ακόμα κι όταν είναι άρρωστος. Δεν είναι τυχαίο ότι σε σχετική έκθεσή του ο ΣΕΒ αναφέρει ως όφελος ότι «η τηλεργασία συμβάλει στη μείωση εκτάκτων απουσιών, εξαιτίας ασθενειών ή άλλων εξωγενών παραγόντων». Το ίδιο το νομοθετικό πλαίσιο κάνει λόγο για «τηλε-ετοιμότητα», δηλαδή ανά πάσα στιγμή ο εργαζόμενος είναι σε αναμονή προκειμένου να εξυπηρετεί της ανάγκες της επιχείρησης.

Οι παραπάνω συνθήκες επηρεάζουν την κοινωνική, προσωπική και οικογενειακή ζωή του εργαζόμενου και των μελών της οικογένειας. Σε σχετικές μελέτες αναφέρεται ότι τελικά χάνονται τα όρια μεταξύ προσωπικής – οικογενειακής ζωής και εργασίας, με αποτέλεσμα να υπάρχουν συγκρούσεις και αρνητικές επιπτώσεις στην οικογένεια. Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν κρύβουν κανενός είδους φοβία απέναντι στις εξελίξεις της τεχνολογίας. Φέρνουν στην επιφάνεια ωστόσο πώς σε όλες τις μεγάλες τεχνολογικές επαναστάσεις το κυρίαρχο κοινωνικό και πολιτικό σύστημα προσδιορίζει το περιεχόμενο τους ενώ χρησιμοποιούνται προς όφελος του.

Μόνιμος στόχος όλων των μέτρων προ και μετά κορονοιού από την περίοδο ακόμα έναρξης της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων ήταν και παραμένει ο σταθερός χρόνος εργασίας, το οκτάωρο και ο σταθερός μισθός. Στην τελευταία ΠΝΠ προβλέπεται πως «οι επιχειρήσεις – εργοδότες, των οποίων είχε ανασταλεί η λειτουργία με εντολή δημόσιας αρχής ή ήταν πληττόμενες σημαντικά, βάσει των σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων, προσαρμόζουν το ωράριο εργασίας των εργαζομένων τους με το ωράριο λειτουργίας τους».

Και ενώ η κυβέρνηση παγώνει τον κατώτατο μισθό προς όφελος των επιχειρήσεων για όλο το τρέχον έτος, δεν κάνει το ίδιο για τις ελάχιστες Συλλογικές Συμβάσεις που είναι σε ισχύ, περιορίζοντας την όποια «προστασία» παρέχουν μόνο μέχρι το τέλος Ιούνη. Έτσι, οι συμβάσεις που έληξαν ή λήγουν μέσα σε συνθήκες πανδημίας, σταματάνε να εγγυώνται τους μισθούς που προβλέπονται και έτσι δίνεται η δυνατότητα στους εργοδότες να τους συμπιέσουν μέχρι τα επίπεδα του κατώτατου.

Τέλος, η κυβέρνηση έχει ήδη ανακοινώσει ότι δίνει την δυνατότητα οι επιχειρήσεις να μπορούν να απασχολούν εργαζόμενους με μειωμένο ωράριο, με το κράτος να αναπληρώνει ένα μέρος από τις απώλειες στους μισθούς τους αξιοποιώντας τα σχετικά κονδύλια του προγράμματος «SURE». Πρόκειται βέβαια για ένα πρόγραμμα κρατικού δανεισμού από την Ε.Ε που προϋποθέτει γενικευμένα σχήματα ελαστικής εργασίας και μερικής απασχόλησης των εργαζομένων. Σημαίνει στην πραγματικότητα μια θέση εργασίας για δυο εργαζόμενους που θα αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα μετά το ξεπέρασμα της πανδημίας. Εργοδότες και κυβερνήσεις επιδιώκουν να μετατρέψουν την πανδημία σε «ευκαιρία» για να προωθήσουν τώρα τα πιο σκληρά αντεργατικά μέτρα που δεν είχαν κατορθώσει να επιβάλουν στη διάρκεια της προηγούμενης οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης.

Είναι γεγονός ότι μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο για τον κόσμο της εργασίας. Το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα βρίσκεται μπροστά σε πρωτόγνωρα προβλήματα που θα πρέπει άμεσα να απαντήσει οργανώνοντας την αντεπίθεση του. Σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης, όταν θα εξαθλιώνονται μαζικά μεγάλα τμήματα των εργαζομένων όπως συνέβη και πάλι το 2010-12, θα πρέπει να γίνουν εκείνες οι υπερβάσεις που θα κινητοποιήσουν την τάξη απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου.


Πηγή