Συνήγορος του Πολίτη: Έκθεση-καταπέλτης για αστυνομική βία και “συγκάλυψη συναδέλφων”

συνήγορος

Υπάρχουν εντός των Σωμάτων Ασφαλείας κάποιοι υπηρετούντες που αυθαιρετούν, βασανίζουν, προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ζωή; Ο Συνήγορος του Πολίτη απαντά σαφέστατα: Ναι, υπάρχουν!

Αντιμετωπίζονται όσοι αυθαιρετούν κατά τους υπηρεσιακούς πειθαρχικούς ελέγχους αμερόληπτα και αυστηρά όπου απαιτείται; Ο Συνήγορος του Πολίτη απαντά σαφέστατα: Δυστυχώς, όχι.

Η έκθεση για τον πρώτο ενάμιση χρόνο λειτουργίας του Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας που υπάγεται στην Ανεξάρτητη Αρχή του Συνηγόρου του Πολίτη εντοπίζει πολλά περιστατικά που εξέτασε, από τα οποία σαφέστατα προκύπτει πως εντός των Σωμάτων Ασφαλείας , και ειδικότερα στην Αστυνομία, υπάρχουν και “απάνθρωποι άνθρωποι” που προσβάλουν στοιχειώδη δικαιώματα. Αρμοδιότητα του Μηχανισμού είναι η πειθαρχική διερεύνηση περιστατικών αυθαιρεσίας από υπηρετούντες στην Αστυνομία, το Λιμενικό- Ακτοφυλακή , την Πυροσβεστική και τα Καταστήματα Κράτησης.

Από την έκθεση προκύπτει επίσης μία ανεπίτρεπτη… ανοχή των συναδέλφων τους σε αρκετές περιπτώσεις διοικητικής διερεύνησης καταγγελιών.

Προκύπτουν πρόχειρες έρευνες καταγγελιών με σαφή προσανατολισμό “να καθαρίσει ο συνάδελφος” με σκόπιμη αμέλεια συλλογής στοιχείων ή σκόπιμη “παράβλεψη στοιχείων”. Δυστυχώς ως νοοτροπία δεν είναι άγνωστη αφού στο δίλημμα “με τον καταγγέλλοντα πολίτη ή με τον συνάδελφο;” η αυθόρμητη απάντηση κάθε κρατικού υπαλλήλου σε όλα τα μέρη της γης είναι σε συντριπτικό ποσοστό “με τον συνάδελφο”. Ειδικότερα δε, στα Σώματα Ασφαλείας που λόγω συνθηκών δουλειάς αναπτύσσονται πιο ισχυρές σχέσεις .

Η έκθεση καταγράφει κυρίως περιστατικά στην ΕΛΑΣ, γεγονός που εξηγείται καθώς οι αστυνομικοί επιλαμβάνονται καθημερινά χιλιάδων υποθέσεων και επομένως είναι στατιστικά πιο πιθανό το συγκεκριμένο Σώμα να εμφανίζει περισσότερα κρούσματα.

Τα στοιχεία της Έκθεσης

Ο Μηχανισμός από τον Ιούνιο του 2017 μέχρι και το τέλος του 2018 επιλήφθηκε επί 321 υποθέσεων. Από αυτές:

  • 48 αφορούσαν επώνυμες καταγγελίες, ιδιωτών ή ενώσεων

  • 262 υποβλήθηκαν στον Μηχανισμό από την ΕΛΑΣ

  • 5 υποβλήθηκαν από το ΛΣ – ΕΛΑΚΤ

  • 1 υποβλήθηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ενώ σε

  • 1 περίπτωση ο Μηχανισμός κινήθηκε αυτεπαγγέλτως.

  • 4 υποθέσεις –η μία εκ των οποίων αποτελεί ομάδα υποθέσεων– διαβιβάστηκαν στον Μηχανισμό από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) και αφορούσαν την εκτέλεση καταδικαστικών αποφάσεων του ΕΔΔΑ.

Από τις υποθέσεις αυτές:

  • 25 κρίθηκε ότι εκφεύγουν της αρμοδιότητας του Μηχανισμού, είτε επειδή αφορούσαν αντικείμενο που δεν καλύπτεται από το ως άνω νομοθετικό πλαίσιο είτε επειδή δεν ήταν δυνατή η διερεύνηση του περιεχομένου τους λόγω έλλειψης στοιχείων, αοριστίας ή άρνησης συνεργασίας του καταγγέλλοντος (5 περιπτώσεις).

  • Από τις υπόλοιπες 296 υποθέσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων παρέμεναν στις 31.12.2018 υπό διερεύνηση σε διάφορα στάδια επεξεργασίας , 290 αφορούν την ΕΛΑΣ -γεγονός αναμενόμενο δεδομένου του όγκου των υποθέσεων που διαβιβάζει η ίδια η ΕΛΑΣ- και 6 οργάνων του ΛΣ – ΕΛΑΚΤ.

Τα χαρακτηριστικά των υποθέσεων

Από τις υποθέσεις που εξέτασε ο Μηχανισμός, είκοσι πέντε (25) αφορούν βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, κατά την έννοια του άρθρου 137Α ΠΚ, σαράντα εννέα (49) παράνομη χρήση όπλου, δέκα (10) προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας, τρεις (3) αφορούν προσβολές κατά της ζωής, τριάντα επτά (37) προσβολές κατά της προσωπικής ελευθερίας, εκατόν σαράντα πέντε (145) προσβολές κατά της σωματικής ακεραιότητας, επτά (7) ανάρμοστη συμπεριφορά, ενώ σε είκοσι μία (21) περιπτώσεις διερευνήθηκε η ύπαρξη ρατσιστικού κινήτρου. Από το σύνολο των υποθέσεων που εξέτασε ο Μηχανισμός, σε δεκαοκτώ (18) περιπτώσεις έθεσε την υπόθεση στο αρχείο, κρίνοντας ότι δεν υφίσταται λόγος περαιτέρω διερεύνηση της, ενημερώνοντας ταυτόχρονα την ελεγχόμενη υπηρεσία.

Όπως διαπιστώνεται στην Έκθεση: “Σε αρκετές περιπτώσεις διαπιστώθηκε η ανάθεση της διενέργειας των ερευνών σε πρόσωπα που δεν προσφέρουν τα απαραίτητα εχέγγυα αμεροληψίας λόγω της μη επαρκούς απόστασής τους από τους ελεγχόμενους αστυνομικούς. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις επισημάνθηκε η μη ύπαρξη ιατροδικαστικής έκθεσης ή η μη λήψη κατάθεσης από ιατροδικαστές που είχαν προβεί στην εξέταση τραυματισθέντων πολιτών. Τέλος, ιδιαίτερη σημασία δόθηκε σε περιπτώσεις στις οποίες δεν διερευνήθηκε, παρά την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων, η πιθανότητα συνδρομής ρατσιστικών κινήτρων στην καταγγελλόμενη εκδήλωση παραβατικής συμπεριφοράς αστυνομικών”.

Τα συγκλονιστικά παραδείγματα υποθέσεων και η… συναδελφική αλληλεγγύη

Οι επισημάνσεις του Μηχανισμού επί σειράς υποθέσεων για πλημμελή έρευνα ή ακόμη και για απόκρυψη στοιχείων είναι το ένα από τα δύο προβλήματα που αναδύονται όταν διενεργούνται πειθαρχικοί έλεγχοι. Το άλλο πρόβλημα που συνδέεται ίσως με τον τρόπο που διενεργούνται αυτοί οι έλεγχοι είναι πως στις περισσότερες περιπτώσεις ελεγκτής και ελεγχόμενος υπηρετούν στην ίδια υπηρεσία. Ακούγεται ακόμη και κωμικό αν φανταστεί κανείς ότι οι δύο συνάδελφοι που θεωρητικά είναι σε θεσμική διάσταση εξαιτίας του ελέγχου, ενόσω αυτός διαρκεί ενδέχεται να πίνουν μαζί το καφεδάκι τους, να κάνουν την υπόλοιπη εργασία τους, να καπνίζουν στο διάλειμμα το τσιγαράκι τους και ούτω κάθε εξής. Είναι, ωστόσο, μία πραγματικότητα.

Σε υπόθεση που αφορούσε κακοποίηση συλληφθέντος κατά τη μεταγωγή του σε ψυχιατρικό κατάστημα διαπιστώθηκε ότι κατά τη διερεύνηση του περιστατικού δεν ελήφθησαν μαρτυρικές καταθέσεις από τους υπαλλήλους και τους νοσηλευτές του ιδρύματος που ήταν παρόντες.

Σε άλλον φάκελο που αφορούσε, μεταξύ άλλων, τη χρήση δακρυγόνων μέσων, στο σκεπτικό της έκθεσης πορίσματος Πειθαρχικού Ελέγχου που διενεργήθηκε από αστυνομικούς διαπιστώνεται πως από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς «έγινε η απολύτως επιβεβλημένη χρήση δακρυγόνων μέσων, προς απόκρουση της σφοδρότητας των επιθέσεων που δέχονταν (…)».

Εντούτοις, όπως αναφέρεται στην Έκθεση, από τα στοιχεία του φακέλου προέκυπτε η ύπαρξη αντίθετης μαρτυρίας αυτόπτη μάρτυρα φωτορεπόρτερ, ο οποίος διαπίστωνε χρήση όπλου ευθείας βολής που, όπως υποστήριζε, μπόρεσε να διακρίνει λόγω εμπειρίας ότι ήταν όπλο εκτόξευσης δακρυγόνων.

Ο Συνήγορος υπενθύμισε ότι και στο παρελθόν είχε απευθύνει σειρά εγγράφων στην ΕΛΑΣ για τη χρήση δακρυγόνων, όπου σημείωνε, μεταξύ άλλων, ότι αυτή θα πρέπει να γίνεται μόνον εφόσον είναι απολύτως αναγκαία για την αποτροπή αξιόποινων πράξεων και με πιστή τήρηση των οικείων προδιαγραφών, δηλαδή να μην υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο ως προς το είδος και την ποσότητα και να ανταποκρίνεται σε μια εύλογη στάθμιση των έννομων αγαθών της δημόσιας τάξης και της δημόσιας υγείας.

Συνεπώς, παρά την αναφερθείσα σφοδρότητα των επιθέσεων, ο Συνήγορος υποστήριξε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η τυχόν ρίψη δακρυγόνων με όπλο ευθείας βολής δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνάδει προς την αρχή της αναλογικότητας και ζήτησε τη συμπλήρωση της έρευνας.

Σε άλλη περίπτωση που αφορούσε πρόκληση σωματικών βλαβών κατά τη σύλληψη και την προσαγωγή υπόπτου τέλεσης αδικήματος, διαπιστώθηκε ότι δεν ελήφθη υπόψη η ιατροδικαστική έκθεση που συντάχθηκε σε συνέχεια εξέτασης του τελευταίου.

Και ρατσιστικές συμπεριφορές;

Ο Μηχανισμός έχει αναπέμψει για την διενέργεια πληρέστερων ελέγχων αρκετές υποθέσεις που θεωρεί πως αστυνομικοί πρέπει να ελεγχθούν για ρατσιστικά κίνητρα. Μία από αυτές αφορά ανήλικο που σε ένορκη κατάθεση του αναφέρει συγκεκριμένες φράσεις που του είπε αστυνομικός.

Ο Μηχανισμός επισημαίνει στην ΕΛΑΣ : “Δεν αρκεί η γενική αναφορά ότι δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη του ρατσιστικού κινήτρου, αλλά με συγκεκριμένη αναφορά σε σχετικά σημεία των καταθέσεων θα μπορούσε να θεμελιώνεται το εν λόγω συμπέρασμα”. Ακόμα, σε περιπτώσεις χρήσης λόγου που θα μπορούσε να αποδοθεί σε ρατσιστικό κίνητρο, και συγκεκριμένα σε υπόθεση όπου διαπιστώθηκε η έκφραση ρατσιστικών θέσεων και σχολίων σε αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Μηχανισμός ανέπεμψε προς συμπλήρωση τη σχετική πειθαρχική εξέταση λόγω μη επαρκούς αιτιολόγησης.

Στην έκθεση αναφέρονται δύο έρευνες για ρατσιστικά κίνητρα που διενεργεί αυτοτελώς ο Μηχανισμός. Οι έρευνες αφορούν καταγγελίες για σωματικές βλάβες στο κέντρο κράτησης στην Μόρια τον Ιούλιο του 2017 και για κακοποίηση Αλγερινών πολιτών στο Προαναχωρησιακό Κέντρο Ταύρου τον Μάιο του 2017.

Στα ποινικά δικαστήρια καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης για βασανιστήρια – Οι συνάδελφοί του αστυνομικοί τον τιμώρησαν με επίπληξη και 100 ευρώ πρόστιμο.

Από τις υποθέσεις που εξέτασε ο Μηχανισμός κάποιες αφορούσαν καταδικαστικές για την χώρα αποφάσεις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).

Μία από αυτές αφορούσε καταγγελία κακοποίησης στο ΑΤ Ασπροπύργου κατά τον έλεγχο δύο μοτοσικλετιστών, οι οποίοι υποστήριξαν ότι υπέστησαν βασανιστήρια (ηλεκτροσόκ) με ηλεκτρική ράβδο. Και τα δύο συμβάντα αναφέρεται ότι έλαβαν χώρα τη νύχτα της 13ης προς 14.08.2002. Στις 20.04.2003 ολοκληρώθηκε η ΕΔΕ με πρόταση για ποινή επίπληξης, αλλά το τελικά το αρμόδιο όργανο προτίμησε στις 08.07.2003 πειθαρχική ποινή προστίμου εκατό (100) ευρώ στον πειθαρχικώς διωχθέντα αστυνομικό , για .. κατοχή και χρήση φορητού ασυρμάτου χωρίς άδεια. Ο αστυνομικός που συνταξιοδοτήθηκε το 2010 με προαγωγή του από αρχιφύλακας στον βαθμό του ανθυπαστυνόμου με αίτηση του. Στα ποινικά δικαστήρια , μετά από πολλές αναβολές, σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκε το 2011 σε κάθειρξη 6 ετών για βασανιστήρια και σε δεύτερο , το 2014 σε φυλάκιση 5 ετών.

Το ΕΔΔΑ καταδίκασε την χώρα για βασανιστήρια και εξευτελιστική συμπεριφορά θεωρώντας ότι το ποινικό και πειθαρχικό της σύστημα δεν στάθηκε ικανό να εξασφαλίσει την αποτελεσματική πρόληψη στις συγκεκριμένες συνθήκες και ότι η έκβαση των επίδικων διαδικασιών κατά του αστυνομικού δεν προσέφερε τη δέουσα επανόρθωση .

Στην Έκθεση επισημαίνονται και πολλές υποθέσεις όπου αν και χώρα έχει καταδικαστεί από το ΕΔΔΑ δεν υπήρξε καμία διόρθωση στην πειθαρχική μεταχείριση. Αναφέρεται η περίπτωση δύο αστυνομικών οι οποίοι όπως κρίθηκε από το ΕΔΔΑ επέδειξαν απάνθρωπη και εξευτελιστική συμπεριφορά σε βάρος δύο Ρομά.

Και στο Λιμενικό υπήρξε ανοχή συναδέλφων σε σοβαρό περιστατικό

Η έκθεση αναφέρεται σε βιασμό με γκλόμπ από Λιμενικούς που είχε καταγγείλει το 2001 Τούρκος υπήκοος. Το ΕΔΔΑ με απόφαση του (2012) είχε εκφράσει συγκεκριμένες αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη ενδελεχούς και αποτελεσματικής πειθαρχικής έρευνας κατά των λιμενικών οργάνων καθώς το πόρισμα της υπηρεσίας είχε καταλήξει σε μικρές πειθαρχικές ποινές για άλλα παραπτώματα από το καταγγελλόμενο. Ο βιασμός για τον οποίο προσέφυγε το θύμα χαρακτηρίστηκε ως «ράπισμα» και «άσκηση ψυχολογικής βίας». Ο Μηχανισμός, βάση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αποφάσισε την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης ζήτησε από τον Αρχηγό του Λιμενικού Σώματος να διατάξει νέα έρευνα . Η έρευνα πράγματι έγινε και το αποτέλεσμα της ήταν ότι πράγματι οι ελεγχόμενοι Λιμενικοί θα μπορούσαν να διωχθούν πειθαρχικά για βαριά πειθαρχικά παραπτώματα, εντούτοις αυτά έχουν υποπέσει σε παραγραφή.


Πηγή